«Χτύπησε» ξανά με τις δηλώσεις του ο υπουργός Τουρισμού, μιλώντας στο συνέδριο «Olympia Forum I». Οπως είπε, «ήταν ένα ρίσκο το άνοιγμα των επιχειρήσεων του Τουρισμού. Ηταν όμως ένα ρίσκο λελογισμένο, οργανωμένο με επαγγελματικό τρόπο και νομίζω ότι το είδαμε και το βλέπουμε από τα αποτελέσματα». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «κοιτώντας στα μάτια κάθε εργαζόμενο του Τουρισμού, κάθε επαγγελματία και κάθε επιχειρηματία, νομίζω ότι πρέπει να πούμε ότι τελικά έπρεπε να πάρουμε αυτό το ρίσκο»! Για να δούμε, όμως, τι ρίσκο ήταν αυτό και ποιος βγήκε ωφελημένος; Το ρίσκο για τις μεγαλοεπιχειρήσεις του Τουρισμού και των Μεταφορών, για τους μεγαλοξενοδόχους, τους εφοπλιστές και τις αεροπορικές εταιρείες μεταφράζεται σε υγειονομικά πρωτόκολλα κομμένα και ραμμένα στις ανάγκες τους, αλλά και σε εργαζόμενους - λάστιχο, με τους νόμους που ψήφισε η κυβέρνηση ακόμα και μέσα στην πανδημία. Για το λαό, το αποτέλεσμα αυτού του ρίσκου ήταν η έξαρση της πανδημίας, αφού ο Τουρισμός άνοιξε χωρίς ουσιαστικά μέτρα προστασίας για τους επισκέπτες και τους κατοίκους της χώρας μας, ειδικά στα νησιά. Συνολικά για τους εργαζόμενους, το «ρίσκο» της κυβέρνησης σημαίνει νέα αντεργατικά μέτρα που ήρθαν για να μείνουν, αυξάνοντας κι άλλο το βαθμό εκμετάλλευσης, για να μπορέσει η μεγαλοεργοδοσία να περάσει άβρεχτη την κρίση. Πράγματι, λοιπόν, για κάποιους «βγήκε» το ρίσκο που πήρε η κυβέρνηση, στο όνομα του να περιοριστούν οι συνέπειες της πανδημίας στην οικονομία και στην κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων. Σίγουρα πάντως κερδισμένοι δεν βγήκαν οι εργαζόμενοι και ο λαός.
«Επειδή αυτήν τη στιγμή ό,τι ξοδεύουμε είναι μελλοντικοί φόροι (...) στη πράξη, ό,τι ξοδέψουμε θα υποχρεωθούμε στην πορεία του χρόνου να το βάλουμε σε φόρους ως κράτος - ασχέτως ποια κυβέρνηση θα το κάνει - και να το πάρει πίσω». Τα παραπάνω δήλωσε τη Δευτέρα ο Θεόδωρος Σκυλακάκης, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, σε ραδιοφωνικό σταθμό, σχολιάζοντας τις κατηγορίες του Αλ. Τσίπρα ότι η κυβέρνηση δεν υιοθέτησε «γενναίες φοροελαφρύνσεις», με βάση τις «συστάσεις» της ΕΕ «να ξοδέψουν τα κράτη - μέλη όσα έχουν». Πρόσθεσε μάλιστα πως σε περίπτωση που η κυβέρνηση «ξεφύγει» δημοσιονομικά, δεν αποκλείεται να χρειαστεί να αντιμετωπίσει σύντομα «ένα νέο μνημόνιο, δηλαδή νέες δημοσιονομικές προσαρμογές». «Νέτα σκέτα», δηλαδή, το «κουστουμάκι» ράβεται για τον λαό, προκειμένου να στηριχτούν οι μεγάλες επιχειρήσεις από την πανδημία και την κρίση. Ακόμα και οι ελάχιστες διευκολύνσεις που αφορούν τον λαό, είναι προσωρινές και δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να μεταθέτουν στο άμεσο μέλλον τις υποχρεώσεις εργαζομένων, βιοπαλαιστών ΕΒΕ και αγροτών. Να λοιπόν γιατί πρέπει οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα να πάρουν από τώρα αγωνιστικά τα μέτρα τους και να μη δεχτούν να πληρώσουν ξανά την κρίση. Ο λογαριασμός που γράφεται στις πλάτες τους είναι βαρύς και θα κληθούν να τον πληρώσουν με οποιαδήποτε κυβέρνηση, αφού, όπως ξεκαθάρισε και η ΕΕ, «τζάμπα λεφτά δεν υπάρχουν»...
Οχι πως δεν το ξέραμε, αλλά τώρα επιβεβαιώνεται και με ντοκουμέντα, τα οποία αποκαλύπτονται προφανώς για να παίξουν ρόλο στους τεράστιους επιχειρηματικούς και γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς, όπως γίνεται με όλα τα «σκάνδαλα» αυτού του μεγέθους. Μια έρευνα λοιπόν της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ), που ανέλυσε 2.100 «αναφορές» προς το Δίκτυο Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων (FinCen - Αρχή που υπάγεται στο αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών), για «ύποπτη δραστηριότητα» (SAR) σε τράπεζες όλου του κόσμου, δείχνει ότι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι, με παγκόσμια δικτύωση, έχουν «ξεπλύνει» την περίοδο 1999-2017 πάνω από 2,1 τρισ. δολάρια από παράνομες δραστηριότητες (ναρκωτικά, όπλα, φοροαποφυγή και κάθε άλλου είδους εμπόριο). Στο «ξέπλυμα» εμφανίζονται να συμμετέχουν κολοσσοί όπως η «JP Morgan», η HSBC, η Standard Chartered Bank, η Deutsche Bank και η Bank of New York Mellon. Ολα δηλαδή τα «ευαγή» τραπεζικά ιδρύματα, που εμφανίζονται να χρηματοδοτούν επενδύσεις, να δανείζουν κράτη, να εκδίδουν βαριά ομόλογα κ.τ.λ. Για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται ότι όταν πρόκειται για την κερδοφορία του κεφαλαίου, από οποιαδήποτε πηγή και δραστηριότητα, καμιά αναστολή δεν υπάρχει για το τι θεωρείται «νόμιμο» και τι όχι. Και ότι ο σάπιος καπιταλισμός είναι το μεγαλύτερο πλυντήριο κάθε βρωμοδουλειάς που αποφέρει κέρδος. Οσο για τις «διαβεβαιώσεις» τραπεζών και κυβερνήσεων μετά τις αποκαλύψεις ότι σκοπεύουν να επιβάλουν κάποια πρόστιμα και να «αυξήσουν τους ελέγχους», μόνο γέλιο προκαλούν και τίποτα άλλο.