«Δεν δίνουμε τη μάχη για να χάσει το σχέδιο του αντιπάλου μας, αλλά για να κερδίσει το δικό μας», είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζοντας τη «δεξαμενή σκέψης» που θα τον πλαισιώνει, ώστε να θυμίζει στην αστική τάξη ότι έχει και το «know how» (τον τρόπο) προκειμένου να αναλάβει τη διακυβέρνηση για λογαριασμό της. Περιττή βέβαια η διευκρίνιση, καθώς το σχέδιο του «αντιπάλου» τους και το δικό τους μοιάζουν σαν δυο σταγόνες νερό: Είτε πρόκειται για τις «πράσινες» και «ψηφιακές» μπίζνες, για τις οποίες μίλησε ο Αλ. Τσίπρας, είτε για τις «τομές» στην Παιδεία, ώστε να ευθυγραμμίζεται με τις αντιλαϊκές προτεραιότητες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ, είτε για την «ενίσχυση της θέσης της χώρας στο διεθνές πεδίο», που περνάει μέσα από τη βαθύτερη εμπλοκή στα βρώμικα σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ. Για όλα αυτά επιστρατεύονται ένθεν κακείθεν οι διάφοροι «ειδικοί». Οχι για να υπηρετήσουν με τις γνώσεις και την επιστημοσύνη τους τις εργατικές - λαϊκές ανάγκες, αλλά ως απολογητές της αντιλαϊκής στρατηγικής, ώστε να εμπεδώνεται στον λαό ότι αυτή είναι η «επιστημονική αλήθεια» και δεν χωράει αμφισβήτηση.
Ακόμα και τη «γαρνιτούρα» κλέβουν ο ένας απ' τον άλλο, κακοποιώντας στις λαϊκές συνειδήσεις την έννοια της προόδου. Η μεν ΝΔ βαφτίζει «αληθινά προοδευτική πολιτική» την αποθέωση της ατομικής ευθύνης στη διαχείριση της πανδημίας και το τσάκισμα κάθε εργατικού λαϊκού - δικαιώματος, ο δε ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει ως «σύγχρονη προοδευτική στρατηγική» τη δική του εκδοχή της ίδιας αντιλαϊκής διαχείρισης, που γίνεται τάχα «πιο αποτελεσματική» με τη συνεισφορά της «επιστημονικής γνώσης». Ο λαός όμως δοκίμασε ξανά και ξανά τις αυταπάτες αυτές και κάθε φορά έμενε με την πικρή γεύση της απογοήτευσης. Το μόνο σχέδιο που μπορεί να υπηρετήσει τις δικές του ανάγκες είναι αυτό της σύγκρουσης με τα σχέδια του κεφαλαίου. Βρίσκεται στον δρόμο της συμπόρευσης με το ΚΚΕ, για τη μόνη φιλολαϊκή διέξοδο: Την κοινωνία όπου ο λαός θα έχει την οικονομία και την εξουσία στα χέρια, θέτοντας τις τεράστιες σημερινές δυνατότητες στην υπηρεσία των δικών του αναγκών, με τον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και τους θεσμούς της εργατικής εξουσίας.
«Η Αθήνα πλημμύρισε με φως και λάμψη στο κέντρο και στις γειτονιές». «Η Αθήνα εκπέμπει και φέτος τη λάμψη μίας σύγχρονης ευρωπαϊκής πρωτεύουσας». Αυτές είναι μερικές μόνο από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της δημοτικής αρχής της Αθήνας, που - όπως λέει - φέρνει πιο γρήγορα τις γιορτές για «να αφήσουμε πίσω το αρνητικό κλίμα της πανδημίας» και καυχιέται για τη φωταγώγηση από προχτές με 60.000 λαμπιόνια του χριστουγεννιάτικου δέντρου στο Σύνταγμα και για τα χιλιάδες χιλιόμετρα γιρλάντες. Η καθημερινότητα όμως των Αθηναίων πίσω απ' αυτήν τη βιτρίνα μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε εφιάλτη. Για παράδειγμα, λίγα χιλιόμετρα μακριά από το φωταγωγημένο κέντρο, δρόμοι πλημμυρίζουν με την πρώτη νεροποντή, απειλώντας ζωές και περιουσίες, άνθρωποι κινδυνεύουν στις δεκάδες αφύλακτες σιδηροδρομικές διαβάσεις - «καρμανιόλες», χιλιάδες οδηγοί ταλαιπωρούνται κάθε μέρα στους γύρω δρόμους για να πάνε και να 'ρθουν από τις δουλειές τους. Δομές Υγείας και Πρόνοιας εξαφανίζονται ή υπολειτουργούν, σχολεία μπάζουν νερά ή τα προαύλιά τους γεμίζουν με κοντέινερ. Οι προτεραιότητες του κρατικού μηχανισμού, περιλαμβανομένης και της δημοτικής αρχής, βγάζουν μάτι. Ο αστικός σχεδιασμός για την πόλη είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα των ομίλων που επενδύουν στον Τουρισμό, στον Επισιτισμό, στο real estate. Σ' αυτόν τον σχεδιασμό οι λαϊκές ανάγκες δεν περισσεύουν απλά, αλλά στέκονται κι εμπόδιο, οδηγώντας ολοένα και περισσότερο σε υποβάθμισή τους, κάνοντας τον βίο αβίωτο για τους κατοίκους και τους εργαζόμενους στην πόλη...