Ο Σωτήρης Βαλντέν είναι στέλεχος της Νέας Αριστεράς και σε άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» μάς αναλύει τις θέσεις του κόμματός του για τα Ελληνοτουρκικά. Τι λέει μεταξύ άλλων; Οτι πρέπει «να στηρίξουμε» τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, που «είναι επιβεβλημένες». Οτι υπάρχουν «ταμπού» στη διαπραγμάτευση για τα Ελληνοτουρκικά, από τα οποία «πρέπει να απαλλαγούμε». Οτι δεν έχουμε μία διαφορά με την Τουρκία, αλλά «τόσες όσες εγείρει η κάθε πλευρά». Οτι «κόκκινη γραμμή είναι τα σημερινά χωρικά μας ύδατα των 6 μιλίων» (και όχι τα 12). Οτι η «εθνοτική ταυτότητα» της μειονότητας στη Θράκη «δεν ορίζεται από διμερείς συνθήκες, αλλά από αυτοπροσδιορισμό». Οποιος διαφωνεί με τα παραπάνω, σύμφωνα με το στέλεχος της Νέας Αριστεράς, είναι «υπερπατριώτης», ακροδεξιός και εθνικιστής, ταυτίζεται με τον Σαμαρά και με τους άλλους στη ΝΔ, που επιτίθενται στον πρωθυπουργό, με τον κίνδυνο αυτός ...να μην αντέξει και να εγκαταλείψει «τη γραμμή της λογικής»! Μια χαρά το στήνουν το «δίπολο» η αστική τάξη και οι ΝΑΤΟικοί της σύμμαχοι, αξιοποιώντας όλες τις εφεδρείες τους! Από τη μια το σκιάχτρο του αστικού εθνικισμού και από την άλλη το αντεστραμμένο είδωλό του, οι απολογητές του ιμπεριαλιστικού κοσμοπολιτισμού, τύπου Νέας Αριστεράς και άλλων «προοδευτικών» δυνάμεων, που σε αλληλοσυμπληρούμενους ρόλους σπρώχνουν το καράβι στο λιμάνι των διευθετήσεων με ΝΑΤΟική ομπρέλα. Καθόλου παράξενο από αυτούς που προώθησαν τη ΝΑΤΟικής κοπής Συμφωνία των Πρεσπών. Ολοι χρήσιμοι για να προχωράνε οι ευρωατλαντικοί σχεδιασμοί στη γειτονιά μας, βάζοντας σε κίνδυνο τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα, με συμφωνίες που εμπεριέχουν το σπέρμα μελλοντικών εντάσεων και ανταγωνισμών, σε βάρος των δύο λαών.
«Στρατηγικός Διάλογος» και «αμυντική συμφωνία» βρίσκονται στο επίκεντρο της σημερινής συνάντησης του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας με αυτόν των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν. Μια συνάντηση που όπως γράφεται έρχεται ως ...επιβράβευση για τον κομβικό ρόλο που διαδραματίζει η Κύπρος σε μια κρίσιμη για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ περιοχή. Δηλαδή: «Επιβραβεύεται» η εμπλοκή (και της Κύπρου) στα πολεμοκάπηλα σχέδια των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ, βάζοντας πιο βαθιά τον κυπριακό λαό στο «στόμα του λύκου». Οχι τυχαία, άλλωστε, αυτά που ξεχωρίζουν σε σχετικές αναλύσεις είναι ο «σαφής δυτικός προσανατολισμός» της κυπριακής κυβέρνησης αλλά και η «χρησιμότητα της Κύπρου» στην τρέχουσα συγκυρία με τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη Μέση Ανατολή, σε μια φάση που Ισραήλ και ΗΠΑ πνίγουν στο αίμα την περιοχή. Η αξιοποίηση λιμανιών, αεροπορικών βάσεων κ.ο.κ. από τους μακελάρηδες που κλιμακώνουν τη σφαγή σε Παλαιστίνη και Λίβανο θεωρείται το ...δυνατό χαρτί με το οποίο συναντιέται ο Κύπριος Πρόεδρος με αυτόν των ΗΠΑ, ενώ είναι σε πλήρη εξέλιξη και τα παζάρια για το Κυπριακό, με κριτήριο την ισχυροποίηση του ΝΑΤΟ στην πιο «καυτή» πτέρυγά του, τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Κινδύνους και μόνο κινδύνους σημαίνουν τα παραπάνω για τον κυπριακό λαό, που ξέρει καλά ότι τα ιμπεριαλιστικά σχέδια φέρνουν μονάχα τραγωδίες.
Στα άκρα βρίσκεται η πόλωση στις ΗΠΑ λίγες μέρες πριν από τις εκλογές. Η αντιπαράθεση ανάμεσα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους αντανακλά τη διαίρεση που βαθαίνει τα τελευταία χρόνια στο εσωτερικό των ΗΠΑ και εκδηλώνεται με ιδιαίτερη ένταση στις σημερινές συνθήκες, όπου η πρωτοκαθεδρία τους στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα αμφισβητείται ανοιχτά από την Κίνα και τους συμμάχους στο υπό διαμόρφωση ευρασιατικό μπλοκ. Ζητούμενο για όλα τα στρατόπεδα είναι να διατηρήσουν οι ΗΠΑ αυτήν τη θέση τους. Πάνω εκεί συγκρούονται διαφορετικές πολιτικές και σχέδια με διεθνή διάσταση, που τροφοδοτούν την αντιπαράθεση και στις εκλογές. Είναι επίσης φανερό ότι τους δύο υποψηφίους στηρίζουν επιχειρηματικά συμφέροντα με διαφορετικά σχέδια για τις προτεραιότητες της κρατικής στήριξης και τον προσανατολισμό της οικονομίας τα επόμενα χρόνια, σε συνθήκες χαμηλών πτήσεων για όλους τους οικονομικούς δείκτες και με τον κίνδυνο μιας νέας καπιταλιστικής κρίσης. Για παράδειγμα, το κόμμα των Δημοκρατικών είναι περισσότερο ταυτισμένο με τη στρατηγική της «πράσινης ανάπτυξης», σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους, που συνεχίζουν να στηρίζουν την παραγωγή και αξιοποίηση των υδρογονανθράκων, όχι μόνο για το «ζέσταμα» της αμερικανικής οικονομίας αλλά και για την αξιοποίησή τους ως όπλου στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, όπου τα ενεργειακά παίζουν κυρίαρχο ρόλο. Αυτά διακυβεύονται την επόμενη Τρίτη στις εκλογές και όχι το αν θα κυβερνάει ένας «απρόβλεπτος» Ρεπουμπλικάνος ή μια «προβλέψιμη» Δημοκρατική.