Οι Ελληνες εργαζόμενοι δουλεύουν τις περισσότερες ώρες από οποιονδήποτε άλλον στην Ευρώπη, διανύοντας μια ...μαραθώνια εργάσιμη βδομάδα 40 περίπου ωρών, έναντι 36,1 στην Ευρώπη (μέσοι όροι). Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΒ, όμως, καμία διεκδίκηση για καλύτερους μισθούς δεν δικαιολογείται, αφού η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα υπολείπεται κατά πολύ των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών οικονομιών και αυτό αποτελεί πλήγμα για την ανταγωνιστικότητά της. Οπως είπε ο Σπ. Θεοδωρόπουλος μιλώντας στο forum του «Οικονομικού Ταχυδρόμου», «μέσα στους δείκτες της ελληνικής οικονομίας που βελτιώνονται δεν είναι η παραγωγικότητα», δίνοντας το στοιχείο ότι «έχουμε 38 ευρώ ανά ώρα εργασίας παραγόμενο προϊόν (στην Ελλάδα), ενώ στη Γερμανία είναι στα 75 ευρώ και στη Δανία 141 ευρώ». «Η σκληρή αλήθεια είναι ότι τα εισοδήματα βελτιώνονται σε συνδυασμό με την παραγωγικότητα, αλλιώς θα καταστούμε μη παραγωγικοί», είπε ο πρόεδρος του ΣΕΒ και ξεκαθάρισε: «Δεν είναι εύκολο να αυξηθούν οι μισθοί. Εκτός αν καταστούμε μη ανταγωνιστικοί».
Η κυνική αυτή τοποθέτηση εξηγεί και τον νόμο της κυβέρνησης για τον κατώτατο μισθό, που στηρίζεται στον αλγόριθμο της παραγωγικότητας - ανταγωνιστικότητας και επιδρά στη συνολικότερη διαμόρφωση των μισθών. Το μήνυμα που στέλνουν κυβέρνηση και εργοδοσία στους εργαζόμενους είναι να βάλουν τα κεφάλια μέσα και να αποδεχτούν αδιαμαρτύρητα την πολιτική που από τη μια βαθαίνει την εργασιακή εκμετάλλευση και από την άλλη επεκτείνει τα προνόμια και τις επιδοτήσεις στους επενδυτές, ελπίζοντας σε κάποια «θολή» αύξηση του εισοδήματός τους κάπου και κάποτε στο μέλλον, την ίδια ώρα που τα κέρδη των ομίλων σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο και η ακρίβεια τσακίζει μισθούς, συντάξεις και εισοδήματα. Απέναντι σ' αυτές τις προκλήσεις και τις απειλές, η κλιμάκωση του οργανωμένου αγώνα για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και επαναφορά των ΣΣΕ είναι η μόνη απάντηση στην πολιτική που θωρακίζει τα κέρδη των ομίλων, με τους αντεργατικούς νόμους της σημερινής και όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων. «'Η τα κέρδη τους ή οι ζωές μας!». Αυτό επιβεβαιώνουν καθημερινά κυβέρνηση, ΕΕ και εργοδοσία, κάνοντας καθαρό ότι χωρίς σύγκρουση για να χάσει το κεφάλαιο, δεν μπορούν να κερδίσουν τίποτα οι εργαζόμενοι και ο λαός.
Οι εξελίξεις στη Συρία έρχονται να γκρεμίσουν για άλλη μια φορά την αποπροσανατολιστική θεωρία που με επιμονή ανακυκλώνεται για τον πόλεμο στη Μ. Ανατολή, περί «πολέμου των θρησκειών» ή «πολέμου των πολιτισμών». Κανένα πρόβλημα δεν είχε το Ισραήλ να βοηθήσει τους ισλαμιστές της «Αλ Νούσρα» για να λειτουργήσουν στη Συρία ως «αντίβαρο» στις δυνάμεις που στηρίζονταν από το Ιράν και τη Χεζμπολάχ, ευρύτερα απέναντι στο καθεστώς Ασαντ, που για τους δικούς του λόγους και μέσω του «κοσμικού» κράτους παρέχει σχετικές ελευθερίες στον χριστιανικό πληθυσμό. Θυμίζουμε επίσης τη βοήθεια που έδωσε πρόσφατα το εβραϊκό Ισραήλ στο μουσουλμανικό Αζερμπαϊτζάν στη σύρραξη με τους χριστιανούς Αρμένιους στο Ναγκόρνο Καραμπάχ. Οση σκόνη και να σηκώνουν τέτοιες θεωρίες, πίσω από αυτήν παραμένει ο πραγματικός ένοχος ανεξαρτήτως θρησκείας, εθνικότητας και πολιτισμού: Τα καπιταλιστικά συμφέροντα και οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, το σύστημα της εκμετάλλευσης που γεννά άδικους πολέμους και σφαγεία. Ολα αυτά δηλαδή που πρέπει να βάλουν στο στόχαστρο με τον αγώνα τους οι λαοί.