Το έργο αυτό «ήταν η πρώτη προσπάθεια του Μαρξ να εξηγήσει ένα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας με τον υλιστικό του τρόπο αντίληψης, ξεκινώντας απ' τη δοσμένη οικονομική κατάσταση», αναφέρει ο Ενγκελς, ο οποίος, με άφοβη και διαλεκτική αυτοκριτική, μιλά και για «λάθη» στο έργο αυτό, καθώς «ήταν απλούστατα αδύνατο να παρακολουθεί ή έστω να συνοψίζει κανείς στη διάρκεια της επαναστατικής περιόδου του 1848-'49 τις οικονομικές μεταβολές που συντελούνταν ταυτόχρονα. Το ίδιο ίσχυε για τους πρώτους μήνες της εξορίας στο Λονδίνο, το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1849-'50», οπότε άρχισε ο Μαρξ αυτή την εργασία του. Σχετικά με την «πηγή» τέτοιων ακούσιων λαθών, ο Ενγκελς τονίζει τα εξής διδακτικότατα και ισχύοντα και σήμερα: «Οταν κανείς εκτιμάει γεγονότα και ολόκληρες σειρές γεγονότων από την τρέχουσα ιστορία ποτέ δεν είναι σε θέση να ανατρέξει ως τις τελευταίες οικονομικές αιτίες. Ακόμα και σήμερα, που τα σχετικά ειδικά όργανα του Τύπου προμηθεύουν άφθονο υλικό, θα ήταν αδύνατο να παρακολουθεί κανείς μέρα τη μέρα την πορεία της βιομηχανίας και του εμπορίου στην παγκόσμια αγορά και τις μεταβολές που συντελούνται στις μέθοδες παραγωγής έτσι που να μπορεί, σε οποιαδήποτε στιγμή, να βγάζει ένα γενικό συμπέρασμα, απ' αυτούς τους πολύμορφα μπλεγμένους και πάντα μεταβαλλόμενους παράγοντες, που χώρια απ' αυτό, τις περισσότερες φορές οι σπουδαιότεροί τους ενεργούν για πολύ καιρό στα κρυφά, προτού προβάλουν ξαφνικά στην επιφάνεια με βίαιο τρόπο».