Κυριακή 1 Ιούλη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

Απολαυστικό, σαν μουσική

«Μπράβο, μπουζούκι μου φτωχό, με βγάζεις παλικάρι,/ μέσα στα φύλλα της καρδιάς σ' έχω κρυφό καμάρι(...)», έγραφε και τραγούδαγε, παίζοντας το μπουζούκι του, το μικρό αγόρι. Για πρώτη φορά άφησε το βιολί και έπιασε μπουζούκι, για να κλάψει έτσι τον ψηλό και ωραίο πατέρα του που πέθανε. Και μαζί του ήταν σαν να 'κλαιγε όλο το «μαύρο φτωχολόι». Κι όχι μόνο των Τρικάλων. Της Ελλάδας ολόκληρης. Το αγόρι αυτό, έμελλε να γίνει ο μέγιστος δημιουργός της ελληνικής λαϊκής μουσικής στον 20ό αιώνα. Ενα - μοναδικού κάλλους και εύρους - μουσικό «φαινόμενο», που χαρακτηρίστηκε ως «ο Μπαχ της ελληνικής μουσικής». Φυσικό, λοιπόν, που ο εξαιρετικός ερευνητής και μελετητής της ελληνικής λαϊκής μουσικής παράδοσης Νέαρχος Γεωργιάδης τιτλοφορεί τη νέα σημαντικότατη, αλλά και απολαυστική ως ανάγνωσμα, μουσικολογική μελέτη του «Το φαινόμενο Τσιτσάνης» («Σύγχρονη Εποχή»). Ο μελετητής θαυμάζει ανεπιφύλακτα, αλλά όχι «τυφλά» την πολύτροπη δημιουργία του Τσιτσάνη. Σκοπός του δεν ήταν η περιγραφή και επιχειρηματολόγηση του θαυμασμού του. Σκοπός του ήταν να φθάσει σε βάθος χρόνου και να τεκμηριώσει αποδεικτικά, ακόμα, και τις πρωταρχικές πηγές. Και όχι μόνον τις οικογενειακές, κοινωνικές, θεματολογικές καταβολές της στιχουργικής και συνθετικής δημιουργίας του Τσιτσάνη. Τα «γιατί», τα «πώς» και τα «διότι» της. Από πού πήρε τη «φλόγα» της, πώς τη μεταλαμπάδευσε και σε ποιες πηγές την ξεδίψασε.

Ο μελετητής, ορθώς, διαλεκτικά σκεπτόμενος, δε θεωρεί «ουρανοκατέβατη» τη μεγαλοφυία του Τσιτσάνη, αλλά ότι «η παράδοση του λαϊκού τραγουδιού τον εγκυμονούσε από πολύ καιρό και η Ιστορία, με τις συγκυρίες της, έπαιξε το ρόλο της μαμής...». Γι' αυτό έψαξε, βρήκε και παραθέτει στο πρώτο κεφάλαιο της μελέτης του όχι μόνο την ηπειρώτικη μουσική παράδοση της οικογένειάς του, αλλά και άλλες «ρίζες» της: Μάηδες. Κιοτσέκια. Καφέ-αμάν. Τραγούδια της δημώδους κωνσταντινουπολίτικης, αδριανοπουλίτικης, σμυρναίικης, θεσσαλονικιώτικης, κρητικής, χιώτικης, καλαματιανής, τρικαλινής, άγνωστης, ακόμα και αστικής καταγωγής. Ο Ν. Γεωργιάδης προχωρά και σε μια συγκριτολογική μελέτη των στιχουργικών τεκμηρίων σχετικά με τις ομοιότητες, διαφορές, προσμείξεις, παραλλαγές τους στη στιχουργική του Τσιτσάνη (λ.χ «Κι αν με πάρει τ' άγριο κύμα/ ποιος θα πει για μένα "κρίμα"», λέει το παραδοσιακό τραγούδι, ενώ ο Τσιτσάνης «Και μας φώναζε το κύμα/ "το φιλί δεν είναι κρίμα"». «Βάλε το κλειδί στην πόρτα/ καθώς το 'βανες και πρώτα» λέει άλλο και ο Τσιτσάνης «Ανοιξε να μπω σαν πρώτα/ μην κρατάς κλειστή την πόρτα»).


Αρ. ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ