Κυριακή 9 Νοέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΑΙΔΕΙΑ

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
Ο Κ. ΒΙΔΑΛΗΣ ΚΙ ΟΙ ΝΕΟΙ

(μνήμες μακρινές για το δάσκαλο)

ΠΟΤΕ δεν κουράστηκε, ποτέ δε βαρυθύμησε, δε δείλιασε, δεν υποχώρησε σ' οποιαδήποτε δυσκολία και μπροστά σ' οποιοδήποτε κίνδυνο αυτός ο μεγάλος μάρτυρας της ελληνικής δημοσιογραφίας, ο Κώστας Βιδάλης. Είναι τα λόγια, είναι οι θύμησες ενός βετεράνου αντιστασιακού, που για χρόνια έζησε δίπλα του. Ενα σύντομο γραφτό του Παναγιώτη Πατρίκιου, που δούλεψε δίπλα στον Βιδάλη στην «Ελεύθερη Ελλάδα» και το «Ρίζο».

ΑΨΗΦΩΝΤΑΣ τον κόπο, σε ώρες απίθανες, ο Κ. Βιδάλης αναζητούσε την είδηση. Εφτανε συχνά περασμένα μεσάνυχτα στο τυπογραφείο μ' εκείνο το γνώριμο δικό του στέρεο βήμα, αλλά και το αισιόδοξο χαμόγελο. Και τον ακούγαμε τότε να μας χαιρετά, λέγοντας σ' όλους μας: «Ολα εις φως, κύριε συνάδελφε...». Ηταν η καθημερινή επωδός, γνώριμη και καθιερωμένη μέσα στη δημοσιογραφία από τον ακούραστο κι αξέχαστο συνάδελφο. Εβγαζε από την τσέπη του τότε το μικρό του σημειωματάριο, που ήταν γιομάτο με στοιχεία και ειδήσεις. Πάντα όρθιος ο Βιδάλης ως τη στερνή, τη μαρτυρική ώρα, όταν έγραψε με το αίμα του το πιο συγκλονιστικό ρεπορτάζ, το 1946, στον κάμπο της Θεσσαλίας.

ΕΙΧΕ πάντα φροντίδα ξεχωριστή και πρόσφερε τη βοήθειά του στους νέους, που πρωτοξεκινούσαν στη δημοσιογραφία μ' όλες τις δυσκολίες κι όλους τους δρόμους τους αγκαθερούς. Ας ξαναθυμηθούμε μερικές από τις διδαχές του, που είναι και στο σήμερα επίκαιρες. Ο δημοσιογράφος, έλεγε ο Κ. Βιδάλης, δεν κρατάει τη σπάθα του Δαμοκλέους, αλλά τη ρομφαία της αλήθειας. Ακούραστος, επίμονος, αλλά και αυστηρός, άγρυπνος, παρακολουθούσε τη δουλιά τους και συχνά διατύπωνε τις παρατηρήσεις του. Ο δημοσιογράφος, μας έλεγε, βαθαίνει στα προβλήματα, είναι ανατόμος της αλήθειας. Διαφωτίζει, εξηγεί, ρίχνει φως. Δεν είναι δικαστής. Με πάθος, αλλά και υπευθυνότητα, θεμελιώνει το ρεπορτάζ, την είδηση: Φροντίζει να δώσει στον αναγνώστη ένα γραφτό απλό, κατανοητό, με όλα τα επιχειρήματα, μακριά από προχειρότητες κι ασάφειες, που παρατηρούμε σ' άλλα κείμενα. Κι αυτά που έλεγε ο ίδιος τα εφάρμοζε στα δικά του και στην πιο μικρή είδηση, ως την ύστατη αράδα του κειμένου του.

ΘΥΜΑΜΑΙ, γράφει ο Π. Πατρίκιος, τον Κ. Βιδάλη στις δύσκολες εκείνες ώρες του Δεκέμβρη 1944, στις φοβερές ώρες που ζούσε η Αθήνα. Δύσκολες ώρες και για τη δημοσιογραφία. Βρεθήκαμε χωρίς ηλεκτρικό, αλλά και δίχως τυπογραφείο. Κι όμως, η εφημερίδα μας έπρεπε να βγει την άλλη μέρα και να κυκλοφορήσει με όλα τα συνταρακτικά νέα του ματωμένου συλλαλητηρίου, που χτύπησαν στο Σύνταγμα οι Εγγλέζοι και οι δοσίλογοι συνεργάτες τους. Χωρίς να χάσει ούτε μια στιγμή, έτρεξε, μάζεψε τυπογράφους της Αντίστασης, βρήκε λάμπες για φωτισμό κι εκεί σ' ένα υπόγειο, γύρω στο Πολυτεχνείο, σε χειροκίνητο τυπογραφείο, βγήκε τελικά η εφημερίδα μας σε μικρότερο σχήμα, αλλά με πλήρες το πολιτικό ρεπορτάζ, το αστυνομικό κι όλα τ' άλλα επίκαιρα νέα. Μαζί του κι οι νέοι δημοσιογράφοι, που βοηθούσαν στην έκδοση της εφημερίδας, τη δύσκολη εκείνη νύχτα. Ψυχή, όμως, της βραδιάς, με κέφι, ο δάσκαλος, ο Κ. Βιδάλης.

Κι όταν κάποια στιγμή όλα πια τέλειωσαν, ο Βιδάλης παράγγειλε στον πιο έμπειρο της συντροφιάς, που γνώριζε την πρωτεύουσα, να αναλάβει να οδηγήσει έναν επαρχιώτη συνάδελφο, που βρέθηκε στη συντροφιά μας, αλλά δε γνώριζε την Αθήνα. Οι κίνδυνοι πολλοί εκείνη τη νύχτα... Κι έπρεπε να προσέχουν.

ΑΥΤΟΣ ήταν ο δάσκαλός μας. Δε φρόντιζε μόνο για την είδηση και την έκδοση της εφημερίδας. Αγαπούσε πάνω απ' όλα τον άνθρωπο, τον συνάδελφό του, τον σύντροφό του. Μνήμες μακρινές για τον μάρτυρα της ελληνικής δημοσιογραφίας, τον Κώστα Βιδάλη.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ