Κυριακή 28 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
ΤΟ ΛΑΔΙ ΜΑΣ...

(Θύμησες κι αναδρομές)

ΜΕΤΡΑΓΑΜΕ μια μια τις μέρες που έμεναν ώσπου να φύγει ο χρόνος. Κι είχαμε το λόγο μας. Τα σχολειά θα σταματούσαν δυο βδομάδες κι εμείς θα 'χαμε άλλα τρεξίματα. Μας καρτερούσαν οι ελιές κι έπρεπε να μπορέσουμε κι εμείς να βοηθήσουμε στο μάζεμά τους.

ΗΤΑΝ χρονιές, που οι θεόρατες ελιές, αυτές που καθώς έλεγαν φυτεύτηκαν στα χρόνια τα βενετσάνικα, κατάφορτες καρπό ήθελαν χέρια πολλά για το μάζεμά τους. Πολύς ο καρπός, αναγάλλιαζε του ξωμάχου η ψυχή να βλέπει τα δέντρα του να λυγίζουν και να προμηνάνε γερή σοδειά και μπόλικο το λάδι για το σπιτικό μας. Φτάνει βέβαια η ελιά να μαζευτεί και να μην την πάρουν τα νερά και πάνε χαμένες.

ΟΛΑ βέβαια πήγαιναν καλά αν ο καιρός ήταν μαλακός και δεν είχαμε κατακλυσμούς κι άγρια ξεροβόρια. Τότε ήταν σωστό μαρτύριο να κυνηγούν τα χέρια να μαζέψουν μια μια την ελιά μέσα στους αγκαθερούς βάτους παράξενα αγκαλιασμένες με τα κυκλάμινα.

ΕΠΡΕΠΕ ούτε μια μέρα να μην πάει χαμένη, λογαριάζαμε τον καιρό και με το πρώτο φως της μέρας παίρναμε το δρόμο για το λιοστάσι στις πλαγιές του βουνού.

ΜΑΖΙ μας και το προσφάι και απαραίτητη η ρέγκα με λάδι και ψωμί, καμιά φορά και τίποτε μαγειρευτό που απαιτούσε να πάρει ξαναζέσταμα. Είχαμε βέβαια και το απαραίτητο κρασί στη φλάσκα κι από κοντά και το νερό που συχνά δύσκολα τό 'βρισκες στα κοντινά πηγάδια, στερεμένα από πολλούς μήνες.

ΜΕ την ελιά και το λάδι είχαμε στενή πρώτη γνωριμιά καθώς η μεγάλη αυλή του σχολειού μας από τη μια πλευρά της ακουμπούσε πάνω σ' ένα παλιό λιτρουβιό, που τότε ακόμη εξακολουθούσε να δουλεύει με το τεράστιο λιθάρι που το γύριζε νύχτα - μέρα το άλογο.

ΟΙ ΞΩΜΑΧΟΙ κουβαλούσαν στο λιτρουβιό τις ελιές τους και περίμεναν να δουλευτούν και να πάρουν για το σπιτικό το λάδι τους. Λαχτάρα μεγάλη να τελειώσει και να δει πάνω στο τραπέζι του το λάδι του και να μην βρίσκεται στην ανάγκη να το δανείζεται από το γείτονα ή να το αγοράζει πανάκριβο από το μπακάλη. Είναι τότε που το λάδι μετριέται με τη σταγόνα. Είναι πασίγνωστη η φράση, που λέει: το τρως και σε τρώει. Οπως και με το ψωμί...

ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΟΥΣΑΜΕ από την αυλή όλη την «ιεροτελεστία», που γινόταν στο λιτρουβιό. Τα είχαμε όλα μπροστά στα μάτια μας όπως συχνά ακούγαμε και τις δυνατές κουβέντες τους ή τα λιανοτράγουδα που έλεγαν.

ΣΥΧΝΑ βρισκόμαστε κι εμείς, μαζί με τους λιτρουβιάρηδες πάνω στα λιοκόκκια που κρατούσαν γλυκιά ζεστασιά μέσα στο ξεροβόρι.

ΜΕΡΙΚΕΣ φορές μάς προσκαλούσαν να πάρουμε μαζί τους κολατσιό με το φρέσκο λάδι που μοσχομύριζε. Ψωμί ζεστό κι άσπρο λαχταριστό αλλά και μπόλικη πρέντζα (φέτα) και φυσικά ελεύθερα το λάδι, που το παίρναμε από το ποδόχι του λιοτρυβιού.

ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ στο σχολειό τέλειωνε κι εμείς καρτερούσαμε το λιτρουβιό να το φορτώσουμε με τα ασκιά και να τραβήξουμε νύχτα πια για το χωριό μας. Δύσκολη η μεταφορά και συχνά επικίνδυνη, όταν τύχαινε να ξαφνιαστούνε τ' άλογα και να αρχίσουν να τρέχουν αλαφιασμένα. Τότε χυνόταν το λάδι κι ήταν κάτι που το θεωρούσαν κακοσημαδιά για το σπιτικό γι' αυτό κι όλοι πρόσεχαν να μη στάξει ούτε μια σταγόνα.

ΤΟ ΦΡΕΣΚΟ δικό μας λάδι τώρα πια τροφοδοτούσε το τραπέζι μας και μαζί ετοίμαζε πρωί και βράδυ τηγανόψωμα ή τηγανίτες με μπόλικο το πετιμέζι μια κι η ζάχαρη ήταν απλησίαστη για την τσέπη μας.

ΑΝΑΔΡΟΜΕΣ και θύμησες από της ελιάς το μάζεμα, το καθημερινό αυτό βάσανο, που είχε φυσικά να κάνει και με του καιρού τα καπρίτσια. Τη μια οι γαρμπήδες με το βόγκο της θάλασσας να φτάνει πάνω στο χωριό και την άλλη η τραμουντάνα να παγώνει τα χέρια καθώς αναζητούσε την ελιά που ανταμώνει τα κυκλάμινα μέσα στις λιθιές και τα βάτα. Το ψωμί, η ελιά με το λάδι κι η «μαύρη ρώγα», μακρινές πρώτες της ζωής εμπειρίες πριν ανοίξει το σχολικό αλφαβητάρι.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ