Κυριακή 3 Σεπτέμβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΑΙΔΕΙΑ

ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ
ΣΤΑ ΦΙΛΟΞΕΝΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ

(της χώρας του Λένιν)

ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ νιφάδες του χιονιού έπεφταν κιόλας τη φθινοπωρινή εκείνη μέρα στη Μόσχα. Στο μεγάλο, στο κεντρικό της νοσοκομείο, ύστερα από δίμηνη παραμονή, είχε φθάσει πια η ώρα της εξόδου. Η γιατρίνα χειρουργός, η Βέρα Σερκέβγνα, χτυπούσε στη γραφομηχανή της τις τελευταίες γραμμές στο ιστορικό, αυτό θα μας έδιναν να πάρουμε μαζί μας.

ΔΙΠΛΑ μας η Ζώγια, η Ελληνίδα γιατρίνα, που βοηθούσε στα διαδικαστικά, στα μεταφραστικά και όλα τ' άλλα. Συχνά τυχαίνει να ξεπερνάς όλα τα δύσκολα, να τα αντιμετωπίζεις ψύχραιμα και να μπλοκάρεσαι, να λιγοψυχάς στα μικρά και στα ασήμαντα. Είχαν έτσι περάσει, χωρίς ταλαντεύσεις, επώδυνες εξετάσεις και χειρουργεία. Αυτό που κύρια μας στήριξε ήταν η αμέριστη φροντίδα που έδειξε η ιατρική ομάδα, που ακούραστα δούλευε, προσφέροντας στους Σοβιετικούς πολίτες, αλλά και σε ξένους που τύχαινε να έχουν ξαφνικά την ανάγκη τους. Κι ένα τέτοιο ήταν και το δικό μας.

Η ΖΩΓΙΑ μ' είχε ενημερώσει πως πριν τους αποχαιρετήσουμε θα είχαμε δημόσια επιστημονική παρουσίαση του περιστατικού στο μεγάλο αμφιθέατρο του νοσοκομείου. Προχωρήσαμε στο αμφιθέατρο, όπου οι άσπρες μπλούζες του επιστημονικού προσωπικού είχαν πάρει θέση για να παρακολουθήσουν την επιστημονική ανακοίνωση, που θα έκανε η χειρουργός Βέρα.

Η ΒΕΡΑ ξετύλιγε το περιστατικό, όπως το αντιμετώπισε σ' όλες τις φάσεις. Διάβαζε, σημείωνε στο μεγάλο πίνακα του αμφιθέατρου, σχεδίαζε και εξηγούσε κι έδινε απαντήσεις, κάποιες φορές με καλούσε να μιλήσω για να δώσω αποδείξεις της φωνής μου.

ΜΟΝΟΛΕΚΤΙΚΕΣ, άτονες, σβησμένες οι απαντήσεις. Η Βέρα επέμενε κι είχε δίκιο, αλλά ένας παραλυτικός κρύος ιδρώτας μπλόκαρε την απάντηση. Κάποια στιγμή, στην επίμονη πρόσκληση να μιλήσω, στη γλώσσα μου βέβαια (η Ζώγια θα το μετάφραζε), υπερνικώντας, τόλμησα μεγαλόφωνα να πω τις δυο κουβέντες που επίμονα ζητούσε η Βέρα. Αλλά εκείνο, που άκουσαν με ενδιαφέρον, ήταν η ερώτησή μου στη γιατρό μου, αν θα μπορούσα, γυρίζοντας στην πατρίδα, να μπω στη θάλασσα να κολυμπήσω.

ΟΛΟΦΑΝΕΡΑ χαρούμενη και χαμογελαστή για την ερώτηση, που δυνατά, όπως χρειαζόταν, διατύπωσα, έσπευσε να μου δώσει τη δική της απάντηση με τα δικά της αξέχαστα λόγια: «Και βέβαια να πας στη θάλασσα να κολυμπήσεις, όπως όταν ήσουν παιδί. Στην πατρίδα σου έχετε καλοκαίρι...».

ΗΤΑΝ επώδυνη η γνωριμιά στην καρέκλα του νοσοκομείου, όταν αναγκαστικά και για αρκετή ώρα με τα σύνεργά της έκοβε ό,τι χρειαζόταν για να προχωρήσει στη βιοψία. Αλλά και ήταν απέραντη η χαρά σου, όταν κάποια στιγμή, ύστερα από μερικές μέρες αγωνίας και αναμονής, σου έλεγε χαρούμενη: δεν έχουμε καρκίνο, δεν έχουμε σάρκωμα...

ΓΥΡΙΖΕΙΣ σ' αυτήν τη μακρινή χρέωση ζωής, καθώς ετούτο τον καιρό αναζητάς την πλατιά γαλάζια θάλασσα. Γυρεύεις ν' αφουγκραστείς τον παφλασμό στ' ακρογιάλι. Θυμάσαι τη Βέρα, τότε που σε ξυπνούσε με τη φωνή της λέγοντας: Καλημέρα... στη γλώσσα μας βέβαια.

ΚΑΙ πέρα απ' όλα, νιώθεις τη μεγάλη χώρα του Λένιν, που έδωσε τα πάντα για την ευτυχία του ανθρώπου. Θυμάσαι πως κι εσύ κι άλλοι πολλοί από ξένες χώρες βρήκαν σ' αυτήν πρόθυμα, συντροφικά τη βοήθειά της.

Η ΓΙΑΤΡΙΝΑ, που «έφυγε» πρόωρα από τη ζωή, όταν άφησε πια το νυστέρι ήταν χαρούμενη γιατί έκανε το χρέος της, στη μεγάλη δοκιμασία του πολέμου παρτιζάνα, αλλά κι αργότερα, γιατρίνα, βοηθώντας τον άνθρωπο, το Σοβιετικό πολίτη. Στους Ελληνες συντρόφους, που την είδαν συνταξιούχο, έβλεπαν στο πρόσωπό της τη βαθιά ικανοποίηση. Η αξέχαστη Βέρα, από τη Μελιτόπολη, με μακρινές ρίζες ελληνικές.

ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ το δικό της «καλημέρα» που μας ξύπνησε από τη βαθιά νάρκωση. Τα δικά της λόγια, που μ' άνοιγαν τη θάλασσα, με την προτροπή της να κολυμπήσω σαν να 'μουν παιδί.


Του
Νίκου ΚΑΡΑΝΤΗΝΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ