Δεν την γνώριζα. Είχε εκδώσει το ποιητικό της βιβλίο, Τρία Κλικ Αριστερά, και ο εκδότης, Θανάσης Καστανιώτης, της είχε δώσει τη διεύθυνσή μου. Την γνώρισα ύστερα από μερικούς μήνες σ' ένα ταξίδι μου στην Αθήνα. Μικροσκοπική, με ένα έξυπνο μουτράκι, μαύρα κοντά μαλλιά και μαύρα διαπεραστικά μάτια. Με κάλεσε σπίτι της, να γνωρίσω τη μητέρα της και την κόρη της. Τρεις γενιές, που δεν μπόρεσα να τις ξεχωρίσω.
Στην ταινία Ρεμπέτικο είχε συναρπάσει, όπως και η ερμηνεία της Βίκυ Βανίτα, που παρουσίαζε την τραγουδίστρια Εσκενάζυ. Στην Αμερική τα τραγούδια που ακούγονται στην ταινία τα ονόμασαν ελληνικά μπλουζ, ενώ σ' ένα ταξίδι μου στην Κωνσταντινούπολη, είπαν ότι το ζεϊμπέκικο ξαναγύρισε με τους Ελληνες στην Τουρκία, και οι ουρές στους κινηματογράφους έστριβαν το τετράγωνο.
Η ίδια δεν έχω τη δυνατότητα να προσδιορίσω τις αιτίες, αλλά υποθέτω πως όταν ο κάθε εργαζόμενος προσπαθεί περισσότερο να λύσει το προσωπικό του δικαίωμα στην εργασία, και όχι το ομαδικό, όταν διαπραγματεύεται με τις τράπεζες την υποθηκευμένη του περιουσία - συνήθως το σπίτι που κατοικεί με την οικογένειά του - και όχι την ανθρώπινη ανάγκη να ζει κάτω από ένα κεραμίδι και να προστατεύεται από τις καιρικές συνθήκες, όταν πεθαίνει από την έλλειψη εθνικής υγειονομικής προστασίας και η ζωή του εξαρτάται από το προσωπικό του συμβόλαιο με κάποια ασφαλιστική εταιρεία, και όλα αυτά, που είναι κοινές, ανθρώπινες αναζητήσεις μιας οργανωμένης κοινωνίας, η μαζική εξέγερση αργεί.
Στην Καλιφόρνια, μια εργαζόμενη γυναίκα, με τέσσερις θυγατέρες, έχασε πενήντα χιλιάδες δολάρια, που είχε επενδύσει σε μια εταιρεία απατεώνων, τις οποίες είχε εισπράξει από την αμερικανική κυβέρνηση για το θάνατο του γιου της στο Ιράκ.
Ισως εκείνος ο σκοτωμένος στρατιώτης και πολλοί συνάδελφοί του να ανήκαν στο προλεταριάτο της Αμερικής που ήθελε να συναντήσει η Γώγου. Είχε βρει μια δουλειά.