Πίκρα έχουν οι αγρότες και θυμό. Πολύ θυμό. Δεν είναι περαστικοί από τον κάμπο, τις ραχούλες. Από πολύ μακριά έρχονται και το ξέρουν. Σκυφτοί στη γη, να συλλέξουν την τροφή. Σκυφτοί στη γη να την καλλιεργήσουν, να την θερίσουν. Ολες τις εποχές του έτους. Ολες τις εποχές του έτους πεινάει ο άνθρωπος.
Τους διώχνουν από κείνο που είναι. Το βύζαξαν με το πρώτο τους το γάλα. Αυτοί που θρέφουν τον κόσμο, δυστυχούν. Πεισματάρηδες δεν τα παρατάνε.
Εφυγαν από τα σπίτια τους, τα χωράφια τους, όχι γιατί δεν είχαν πώς να περάσουν την ώρα τους. Τούτη η εποχή είναι της ετοιμασίας. Σ' ενάμιση μήνα θ' αρχίσει η σπορά του καλαμποκιού, του μπαμπακιού. Σε λιγότερο χρόνο, του τριφυλλιού. Πρέπει να τελειώσει το κλάδεμα των μήλων, των ροδάκινων. Τα εργαλεία πρέπει να γρασαριστούν, να επιδιορθωθούν. Ολα να 'ναι έτοιμα. Προέχει να πέσει το λίπασμα τώρα, που είναι η γης υγρή και υπόγεια άρχισε η ετοιμασία να βγει στο φως η άνοιξη.
Μας παγίδεψαν, λένε πια οι αγρότες. Ευκολόπιστοι, μήτε ήχο χτιστών άκουσαν, μήτε τείχη να φτιάχνονται τρόγυρά τους είδαν. Δεν απελπίζονται. Αν απελπίζονταν, θα 'χε τελειώσει χιλιάδες χρόνια πριν η πορεία της ανθρωπότητας. Το χαλάζι κατάστρεψε αμέτρητες φορές την παραγωγή. Ο λίβας τα σπαρτά τους. Η παγωνιά τον ανθό, την ώρα που δένει. Δεν τα παράτησαν. Ξανά σπορά, καλλιέργεια. Η ζωή δε σταματά.
Μένουμε στο πόστο μας, είπαν. Οπως οι παππούδες των παππούδων μας στο Κιλελέρ. Το δίκιο μας κανείς δεν μπορεί να μας το σκοτώσει. Ο,τι θέλουν ας κάνουν. Η άνοιξη θα 'ρθει.