«Ξενοιάσου», σου ψιθυρίζει γλυκά. «Αφήσου σ' εμένα. Μην παραξενεύεσαι και πίστεψέ με. Για χάρη σου θα κρατήσει πιο πολύ το καλοκαίρι, θα φέρω πιο γρήγορα την Ανοιξη». Γλυκός ο ψίθυρος, υπόσχεται. Υπουλος και απατηλός. Γλυκόλογα έλεγε κι η Κίρκη. Οι σύντροφοι του Οδυσσέα την πίστεψαν και δε γύρισαν ποτέ στην Ιθάκη. Δε θέλεις ν' αλλάξουν οι εποχές για να συντομεύσεις το ταξίδι. Θέλεις να 'ναι μακρύς ο δρόμος κι ας σε ταλαιπωρεί ο Αίολος, ας σε απειλούν οι Λαιστρυγόνες, ας κινδυνεύεις από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη. Κάνεις πως δεν ακούς τον ψίθυρο. Κι εκείνος γίνεται φωνή: «Σε σένα μιλάω. Το φτωχό που δεν έχεις για ν' αγοράσεις πετρέλαιο να ζεσταθείς και κινδυνεύεις να παγώσεις, αν ο ήλιος δε μείνει περισσότερο».
Καιρός μπαμπέσης. Ξεγέλασε τη χελώνα και δεν μπήκε ακόμα στη χειμερία νάρκη της. Κινδυνεύει πολύ, γιατί, τούτη την εποχή, περπατάει στη γη που ταΐζεται με μολυσμένα σπέρματα και ποτίζεται με δηλητήρια, που πάνω της κυκλοφορούν πεινασμένα τα σαρκοβόρα. Η χελώνα, όμως, πρέπει να ζήσει και στους σημερινούς πονηρούς καιρούς. Εστω κι αν χρειαστεί να συντομεύσει το χρόνο της σιγουριάς στη φωλιά του ύπνου της και να μακρύνει το δρόμο του ρίσκου στον ξύπνο της. Και θα ζήσει. Οχι μόνο γιατί ακολουθεί τη σωφροσύνη του «σπεύδε βραδέως», που την προφυλάσσει από πολλές κακοτοπιές, αλλά και γιατί την προστατεύει η Φύση και τη χρειάζεται ο Ανθρωπος.
Ας κλείσουμε, λοιπόν, τ' αυτιά μας όχι μόνο στις υποκριτικές, δήθεν οικολογικές, κραυγές των ισχυρών της Γης που καμώνονται πως αγωνιούν και νοιάζονται για το περιβάλλον - οι ίδιοι που ευθύνονται για τις οικολογικές καταστροφές, θυσιάζοντας τα πάντα στο βωμό του κέρδους - αλλά και στους ψιθύρους όλων εκείνων που μας λένε «οι καιροί ου μενετοί», για να μας αποθαρρύνουν ν' αγωνιζόμαστε για ένα υποφερτό παρόν κι ένα καλύτερο μέλλον...