Πέμπτη 15 Φλεβάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΡΕΠΟΡΤΑΖ

ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Οι εφιάλτες ενός ανέργου

Εκλαιγε μ' αναφιλητά γιατί ήξερε ποιος ήταν πριν. Τώρα ήταν άνεργος μακράς διαρκείας. Ακουγε πως αυξήθηκε το κατά κεφαλήν εισόδημα κι ανατρίχιαζε. Ενιωθε σαν τα «σκυλιά» της Ανταρκτικής στους πάγους: «Αστε αυτό το σκυλί», μην ασχολείστε - χάνεται. Τ' άλλα σέρνουν το άροτρο (έλκηθρο) της παραγωγής. Κάθε μήνα στο ταμείο ανεργίας, πέντε χρόνια τώρα, μήπως και βρεθεί κάποια δουλιά. Πατούσε τα πλήκτρα, σύμφωνα με τις οδηγίες του computer. Τίποτε.

Πρόβλημα, άλλοτε η ηλικία, άλλοτε η ειδικότητα. Το ίδιο και για τους άλλους του καφενείου στο Πέραμα. Εργάτες ειδικευμένοι - ανειδίκευτοι είχαν όλοι το ίδιο πρόβλημα. Και στα χρόνια αυτά δεν είχε κολλήσει κανένα ένσημο από δουλιές που έκανε, είτε εκτός Αθηνών - είτε εκτός της Βιομηχανικής Ζώνης και Ναυπηγοεπισκευαστικής στο Πέραμα. Από το πρωί καρτέρι στην πιάτσα του καφενείου για ό,τι εργασία βρισκόταν. Και το νοίκι απλήρωτο. Οι άνθρωποι έδειχναν κατανόηση. Βιοπαλαιστές ήταν. Στο Εθνικό Παρατηρητήριο της ανεργίας του ΟΑΕΔ, τον καλούσαν για συνέντευξη: Μάζευε χαρτιά, δικαιολογητικά και δε συμμαζεύεται. Πτυχία - προϋπηρεσίες - σεμινάρια μια ζωή. Ζύγιζαν όσο ένας αδύνατος άνθρωπος - δίχως καλή διατροφή και θαλπωρή.

Παλαιότερα, όταν ήταν στέλεχος, ντυνόταν σεμνά για να μην προκαλεί. Τώρα για να «ξεγελάσει» το σύστημα, ήταν πάντοτε ντυμένος με καλά ρούχα, όσα του είχαν απομείνει. Η τσάντα του πάντα δερμάτινη και το πρόσωπο γελαστό. Της υποκρισίας καμώματα. Ετσι, κέρδιζε κανένα μεροκάματο. Το βράδυ διαλυμένος και την άλλη μέρα τα ίδια. Δίχως χρόνο δικό του. Ακουμπισμένος στο τηλέφωνο περίμενε: δουλιές, σαν διορθωτής σε έντυπα - μηχανογραφικές εργασίες, στον Πειραιά «εκτελωνιστής». Ακουγε πως υπάρχουν νέες θέσεις εργασίες - υπερκέρδη τραπεζών - νέες συνθήκες εργασίας και προσαρμογής - συνθήκη Αμστερνταμ, που κατέληγαν στον ίδιο παρονομαστή: 2 εκατομμύρια στη χώρα μας, στα όρια της φτώχειας και εκατόν εξήντα χιλιάδες άστεγοι, κι άλλα βάσανα που δεν είχαν τελειωμό.

Ολα στα πλαίσια της ΕΕ. Προσπαθούσε να αναλύσει όλον αυτόν τον κόσμο της «ευημερίας», σαν να ήταν λογικό διάγραμμα ενός Η/Υ. Κατέληγε στην ίδια αρχή και στο ίδιο τέλος: Ανθρωπος και εκμετάλλευση. Ετσι, δεν υπήρχε κανένα κενό λογικής, όπως λένε οι αναλυτές συστημάτων πληροφορικής. Και τα εφιαλτικά όνειρα πολλαπλασιάζονταν: Τον καλούσαν, λέει, αξιωματικοί (εξουσία, δηλαδή) να τους παραδώσει όλα τα όπλα του, (εργασιακά δικαιώματα). Αλλοτε, έβλεπε πως ήταν αδιάβαστος κι ας είχε διαβάσει τουλάχιστον πεντακόσια βιβλία θεμελιώδη, για να μην τον περιπαίζει το σύστημα, όπως έλεγε ο Μοντεσκιέ, κι είχε πάντοτε την υπερηφάνεια των πληβείων, όπως έλεγε ο Μαρξ για τους εργαζόμενους.

Και παρότι είχε εφιάλτες, το πρωί ξυπνούσε, κι ήταν έτοιμος για ρήξεις με το σύστημα. Σκεφτόταν πως αυτοί του καπιταλισμού και της εκμετάλλευσης, χαίρονται με τις «κηδείες των ανέργων» (γιατί έχουν την πρώτη ύλη εφεδρική για τα κέρδη τους). Αλλά αύριο ξημερώνει μια ξεχωριστή μέρα, έλεγε. Για τους αγώνες μας. Μια άλλη αλληλεγγύη των ανέργων και της κοινωνίας ήταν η ελπίδα του. Το καταφύγιο στην ταξική οργάνωση τον ενίσχυε. Η ίδια η επιβίωσή του.


Παναγιώτης ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ