«Λοιπόν, άκου: Πήγα, προχτές, στο ΙΚΑ, να πάρω τα λεφτά, ποια λεφτά, θα σου εξηγήσω αμέσως. Η γυναίκα μου έπαθε θρομβοφλεβίτη στο ένα πόδι. Της είπε ο γιατρός να φορέσει κάλτσες λαστιχένιες, γιατί, χωρίς κάλτσες, λίγο άμα σταθεί όρθια, το ποδάρι μελανιάζει ολόκληρο. Πάμε στο φαρμακείο, παίρνουμε τις κάλτσες, 70 ευρώ και κάτι ψιλά το ...μαλλί. Φύλαξε την απόδειξη, μου λέει ο φαρμακοποιός. Πήγαινέ τη, μαζί με το βιβλιάριο, στο ΙΚΑ, για να πάρεις πίσω τα λεφτά σου. Πηγαίνω τα χαρτιά στο ΙΚΑ, μου λεν, σε 15 μέρες. Ξαναπάω σε 15 μέρες, μου λεν, πρέπει να έρθει η ίδια, να πάρει τα λεφτά. Βρε χρυσέ μου, του λέω, η γυναίκα είναι με το ποδάρι τέζα, απάνω στα μαξιλάρια... "Ε, τότε", μου λέει, "φέρε την ταυτότητά της και τη δική σου, για να τα πάρεις". Ξαναπάω με τις δυο ταυτότητες, γράφει, ξαναγράφει ο αρμόδιος τρία-τέσσερα χαρτιά, με βάζει υπογράφω, και με στέλνει στον ταμία. Εκείνος μου ακουμπάει απάνω στο γκισέ εφτά ευρώ, ένα τάλιρο χάρτινο και ένα δίφραγκο σε κέρμα, και μου λέει, "εντάξει". Τι εντάξει, ρε φίλε, του λέω, εβδομήντα ευρώ έδωσα. Μήπως έκανε λάθος ο αρμόδιος, και ξέχασε να βάλει το μηδέν πίσω απ' το εφτά; "Οχι", μου λέει, "δεν έκανε λάθος. Τόσα χορηγεί το ΙΚΑ για κάλτσες". Μου άναψαν τα λαμπάκια. Βρε άνθρωπέ μου..., του λέω, "στοπ!", μου κάνει, με την παλάμη μπροστά στα μούτρα μου. "Εχουμε και δουλιά. Τα παράπονά σου, στο διευθυντή". Πάω στο διευθυντή, σηκώνει τους ώμους. "Τι μου τα λες εμένα;". Σε ποιον να τα πω; "Στους αρμόδιους". Και ποιοι είναι οι αρμόδιοι; "Ο κύριος Στεφανής, ο κύριος Χριστοδουλάκης, και, πάνω απ' όλους, ο κύριος Σημίτης, ο πρωθυπουργός". "Τώρα μάλιστα...", είπα από μέσα μου, και έριξα πέντε φάσκελα, προς την κατεύθυνση των υπουργείων και του Μεγάρου Μαξίμου».