Ηρθε μια γερόντισσα, σίγουρα πιο μεγάλη στα χρόνια απ' το νεκρό, υποβασταζόμενη από δυο νεότερους και βοηθούμενη από μια μπαστούνα στο ένα της χέρι. Στο βασανισμένο και γερασμένο πρόσωπό της ήταν ζωγραφισμένη η αταλάντευτη απόφαση να προσκυνήσει. Στα μάτια τα κατακόκκινα από το κλάμα, φαινότανε πως θα 'τανε τάμα ζωής για ζωντανόν για πεθαμένον. Κι ύστερα ένας παππούς, ένας παλιός αντάρτης, με τ' αγγόνι στο χέρι -ήταν δεν ήταν 7-8 χρονών - σκύβει και του λέει: «Αγγιξε τούτη την κόκκινη σημαία πάνω στο φέρετρο, άγγιξε τούτη τη γελαστή φωτογραφία, άγγιξε τούτα τα λουλούδια. Σ' όλη σου τη ζωή να θυμάσαι πως εδώ μέσα κείτεται ένας μεγάλος επαναστάτης, ένας μεγάλος αγωνιστής, ένας μεγάλος Ανθρωπος του Λαού...!».
«Ηχήστε οι σάλπιγγες. /Καμπάνες βροντερές δονείστε σύγκορμα τη χώρα πέρα ως πέρα.../ Βογκήστε τύμπανα πολέμου./ Οι φοβερές σημαίες ξεδιπλωθείτε στον αέρα.../ Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά όλη η Ελλάδα».
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά όλη η Ελλάδα. Ακουμπά στεφανωμένη η Δόξα και η Ιστορία... Τα ξερονήσια και τα μπουντρούμια, το αίμα που χύθηκε, οι αγώνες που έγιναν και οι αγώνες που θα 'ρθουν.
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά όλη η Ελλάδα.
Το δίκιο που χτυπήθηκε, το μεροκάματο που κόπηκε, η καταπίεση και η εκμετάλλευση που αυγάτεψε... Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η ΕΛΠΙΔΑ.
Θα ραντίσουμε με λίπασμα, από μόχθο, ιδρώτα και αίμα, τις βαθιές σου ρίζες ν' απλώσουν κι άλλο, έτσι που δυο και τρεις αγκαλιές αντάμα να σφίγγουν τον κορμό σου. Θα φροντίσουμε εμείς γι' αυτό. Να 'σαι σίγουρος!