Θα νόμιζε κανείς, περισσότερο καχύποπτος, ότι ανακινήθηκε το θέμα των ταυτοτήτων για να «τσιμενταριστεί» η βεβαιότητα της άλλης πλευράς, ότι κανένα άλλο ουσιαστικό πρόβλημα δεν πρόκειται να ανακινηθεί. Ακόμη και η απαράδεκτη, με την πιο επιεική έννοια, στάση ενός μεγάλου μέρους του αρχιερατικού ηγετικού πυρήνα και των μεθοδεύσεων που ακολούθησε, συμπεριλαμβανομένης της πρόκλησης των υπογραφών, θα μπορούσε να στηρίξει την υπόνοια, ότι οι κραυγές διαμαρτυρίας, ενός άκριτου κληρικαλισμού, αποβλέπουν στην αποτροπή άλλων μεταγενέστερων ουσιαστικών ρυθμίσεων.
Από την πλευρά της Εκκλησίας, οι ενέργειές της θα έπρεπε να εξυπηρετούν έμπρακτα τον αφορισμό ότι «δεν μπορείς να δουλεύεις σε δύο κυρίους», όχι με την περιοριστική έννοια του Μαμμωνά, αλλά με τη διεκδίκηση κοσμικών διεκδικήσεων, και παρέμβασης στο έργο της πολιτείας, πρακτική που η ίδια καταδικάζει, για παράδειγμα, στην περίπτωση του Ρωμαιοκαθολικού κρατισμού και των φονταμενταλιστικών φανατισμών.
Αλλωστε, να θυμίσουμε στους ζηλωτές εγκόσμιας εξουσίας, ότι πολλά άλλα φαίνεται ότι έχουν να κάνουν σε τομείς, όπως για παράδειγμα το «ξεμάτιασμα» χωριών, η άρση επιτιμίων, αφορισμών και εξορκισμών. Και αν θέλουν, ας συμπαρασταθούν στους αγώνες του λαού για όσα δεινά αντιμετωπίζει. Και με, το μαστίγιο, μάλιστα κατά των κακών δουλεμπόρων του κόσμου.