Αντιγράφοντας τις παραδόσεις της άγριας Δύσης και τις συνταγές των καουμπόικων ταινιών «σπαγγέτι», ο πλανητάρχης φόρεσε τις ψηλοτάκουνες μπότες των γελαδάρηδων, και ακολουθώντας το πρότυπο επικήρυξης καταζητουμένων από τους κεφαλοκυνηγούς της εποχής, διακήρυξε μπροστά στις κάμερες παραπλάνησης: WANTED ALIVE OR DEAD.
Τον θέλω, δηλαδή, ζωντανό ή νεκρό, διέταξε υπονοώντας μάλλον το δεύτερο, για τον παλιό συνεργάτη και σημερινό ορκισμένο εχθρό. Αποκάλυψε έτσι, ότι μάλλον στη δολοφονία - πολτοποίηση του Οσάμα Μπιν Λάντεν αποβλέπει η κινητοποίηση, σε πρώτη φάση, της τεράστιας πολεμικής αρμάδας και όσων «εστιασμένων χειρουργικών» πληγμάτων θα ακολουθήσουν.
Γιατί όμως, τους εξυπηρετεί καλύτερα να είναι νεκρός, εάν συλληφθεί, αντί της προσαγωγής του στην όποια Δικαιοσύνη, χωρίς μάλιστα, μέχρι της στιγμής τα αδιάσειστα στοιχεία ενοχής; Γιατί φοβούνται, προφανώς, ότι πολλά γνωρίζει για τις παλιές συμμαχίες και πολλά μπορεί να αποκαλύψει για κοινά οικονομικά συμφέροντα, ανομολόγητες αντισοβιετικές συμπράξεις, στρατόπεδα, εξοπλισμούς, που στρέφονται τώρα εναντίον τους.
Ετσι έκαναν και με τον υποτιθέμενο δολοφόνο του Κένεντι που πυροβολήθηκε μπροστά στο σερίφη και τους φρουρούς του, αλλά και με όσους «εξαφανίστηκαν» διαδοχικά, από τους εμπλεκόμενους στη σκοτεινή εκείνη υπόθεση.
Λίγο μετά τον πλανητάρχη, βγήκε και ο ερωτύλος εκείνος του «οβάλ γραφείου» και δήλωσε ότι και αυτός είχε διατάξει τη δολοφονία ηγετών, πρώην συμμάχων και μετέπειτα εχθρών, αλλά η... ευγενική αυτή επιχείρηση απέτυχε, όπως και τόσες άλλες απόπειρες που έγιναν κατά της ζωής του Κουβανού ηγέτη που αποδείχτηκε εφτάψυχος επαναστάτης και βεβαίως, κατά του Αραφάτ.
«Ζωντανός ή νεκρός», λοιπόν, ο Οσάμα; Την απάντηση θα δώσει η Ιστορία που άρχισε με την ομιχλώδη, ακόμη, ως προς την προέλευσή της, τρομοκρατική αεροεπιδρομή στο Μανχάταν και την Ουάσιγκτον και εξελίσσεται στο «δεκαετή πόλεμο» των αλληλεγγύως συμμέτοχων της «Νέας Τάξης».
Γιώργος Κ. ΤΣΑΠΟΓΑΣ