(...) Ταξιδευτή πασπαλισμένε αλάτι/ με ξένο αλέτρι όργωσες τη θάλασσα/ τώρα θα το κατάλαβες γιατί/ το δάκρυ ο ιδρώτας κι η γέψη της είν' όμοια/ πίσω απ' το πολυχρώματο φουστάνι της εγέρασες/ με το βαρύ νερό της στην περπατησιά σου/ ένα κοχύλι δεν κυρίεψες/ όμως στο χώμα που ν' αγαπήσεις σού 'πεφτε/ τη χλόη ράντισε ψιλή ψιλή βροχούλα.