Αυτό το παράλογο συμπέρασμα έβγαλε όποιος είχε την ατυχία να παρακολουθήσει το λόγο του κ. Σημίτη ως πρωθυπουργού, στη δήθεν κορυφαία συζήτηση περί προϋπολογισμού.
Εμοιαζε με κακό γυμνασιόπαιδα που διαβάζει την ανορθόγραφη έκθεση ιδεών του με θέμα «Τι κατάφερα τη χρονιά που πέρασε και τι δεν μπορώ να κάνω από δω κι εμπρός». Εκθεση με αποδέκτες βαθμολογητές τα νομισματοπιστωτικά θηρία, τις ευρωδυνάμεις του νεοφιλελεύθερου κεντροαριστερισμού και τα κοράκια της ελεύθερης αγοράς που πέφτουν πεινασμένα στα πολύτιμα απομεινάρια - ψαχνά του εξαρθρωμένου κράτους.
Ηταν ο χειρότερος Σημίτης που γνώρισε στο πρωθυπουργικό βήμα η χώρα. Η μόνη συντεταγμένη παράγραφος περί του κατορθώματος του ευρώ, πνίγηκε στην οίηση και την υπερβολή. Γιατί, όπως και να το κάνουμε σύντροφοι, είναι κομμάτι δύσκολο να δει κι ο φανατικότερος οπαδός του κ. Σημίτη, το ευρώ ως Παρθενώνα, ως έπος του '40 και της Εθνικής Αντίστασης μαζί, πορεία του Ομήρου από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια και ίσως άλμα ισάξιο με το πάτημα της σελήνης από ανθρώπινο ποδάρι.
Λόγος απελπισμένος, ασύνδετος και μηρυκαστικός του ανούσιου χωρίς όραμα ή στόχο, αλλά και χωρίς την έστω, σωτήρια σε επίπεδο επικοινωνίας, απολογιστική ευπρέπεια. Αφασικός πολιτικά έχει ακουστεί πολλές φορές ο κ. πρωθυπουργός. Αναίτια ασήμαντος όμως όπως την Παρασκευή τα μεσάνυχτα του 2001, πρώτη φορά αυτό χαρακτηρίστηκε με τόση έμφαση και εμφανή τα αδιέξοδα σημάδια του πολιτικού πανικού.
Η αποστροφή του λόγου του «εμείς βοηθάμε τους αδύναμους της κοινωνίας», ήχησε σα φιλανθρωπία του Κακοφωνίξ εξοργιστική, για τον αντιλαϊκότερο προϋπολογισμό που γνωρίσαμε εδώ και χρόνια. Και δε σώθηκε με το κουδούνισμα των ευρωνομισμάτων στα πλαστικά σακουλάκια.