Κυριακή 7 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Πατριδογνωμόνιο
Η κόκκινη κουρτίνα

Εκλεινα τα εννιά μου χρόνια όταν αποκτήσαμε το πρώτο μεγάλο ραδιοπικάπ στο σπίτι, πληρωμένο με δόσεις. Ο ήχος του πολύ πιο καλός, εντυπωσιακός για τα παιδικά μου αυτιά, από κείνο το προπολεμικό ραδιόφωνο - το βασικό μου παιχνίδι ήταν άλλωστε να ξεχωρίζω τα σήματα και τις γλώσσες στα βραχέα - που είχε φέρει ο πατέρας μου από την Τσεχοσλοβακία, στο ταξίδι της επιστροφής από τη ναζιστική ομηρία.

Η γιαγιά μάς έβαζε ν' ακούμε από τις 9 παρά τέταρτο έως τις 9 και τέταρτο, δυο εκπομπές θεατρικές (;) που μας προετοίμαζαν για ύπνο. Θυμάμαι ακόμα τους τίτλους, «Ο ιστός της αράχνης» και «Πράκτωρ 055». Ηταν τα αντικομμουνιστικά ραδιοσήριαλ της εποχής. Κακογραμμένα και καλοπαιγμένα, ασκούσαν πάνω μας, ακόμα και στη γιαγιά που χήρα με τρία κορίτσια στο Αγρίνιο έζησε την κατοχή μέσα στο επιταγμένο σπίτι της, μοιραζόμενη το ράδιό της με τους γειτόνους, μια εντελώς αντίθετη γοητεία. Οι... «εχθροί» μας ήταν πιο οικείοι και πιο γοητευτικοί. Δεν καταλαβαίναμε γιατί ο... ιστός τους ήταν κακός. Η γιαγιά, καθόλου αριστερή, δεν έκανε ποτέ σχόλια. Μισοκοιμόταν ξύνοντας τις πλάτες της αδερφής μου κι εμένανε, που είχα το κακό συνήθειο να ρωτάω.

Θυμάμαι μια μέρα, λοιπόν, που τη ρώτησα τι ξέρει για τους κομμουνιστές. Η γιαγιά τούς έλεγε αντάρτες και για να καταλάβω πώς είναι αυτοί οι άνθρωποι, μου υπέδειξε τους δυο που μπαινόβγαιναν στο σπίτι μας. Τον Αποστόλη, τον τραπεζικό και κιθαρωδό, παιδικό φίλο της μάνας μας και τον Μπάμπη τον Κλάρα, τον αδερφό του Αρη. Ετσι ξέραμε πως τον... ιστό δεν το ύφαιναν τέρατα, αλλά άντρες γλυκείς και προσιτοί.

Αντί απάντησης για τη φύση του κομμουνιστή, η γιαγιά είπε μια ιστορία. «Οταν μπήκαν οι Γερμανοί επιτάξανε απ' το σπίτι το πιάνο, τις κουρτίνες και δυο βάζα, ασημένια, του προπάππου. Τα πήγαν στη λέσχη αξιωματικών, το σπίτι των Παπαστραταίων απέναντι. Υστερα ήρθαν οι αντάρτες στο Αγρίνιο και απελευθερώθηκε η πόλη. Μπήκαν στη λέσχη. Πήγαν να πάρουν τα πράγματα των Γερμανών. Τότε ο Αποστόλης ο Γεωργούλας τους είπε: Το πιάνο είναι της χήρας με τα τρία κορίτσια. Κι οι κουρτίνες και τα βάζα. Οι αντάρτες τα έφεραν στο σπίτι μας», είπε η γιαγιά.

Τις έχω ακόμα τις κουρτίνες. Κι η ξαδέρφη μου το πιάνο. Το βαθύ τους κόκκινο μας λέει πολύ περισσότερα απ' όσα θα νόμιζε κανείς, σήμερα, 85 χρόνια γενεθλίων του ΚΚΕ. Αλλωστε τον πατέρα μας τον ελευθέρωσαν οι Ρώσοι, τη μουσική τη γύρισαν και τη σεβάστηκαν οι κόκκινοι στο σπίτι της μάνας μας. Ετσι εξηγούνταν εμπειρικά και χωρίς καθοδήγηση καμιά, γιατί εμείς, παιδιά, στη δεκαετία του '60, περιμέναμε στο ραδιοσήριαλ να γλιτώσει ο ιστός της αράχνης απ' το κυνηγητό και γιατί ο πράκτορας 055 μας φαινόταν και ολίγον ηλίθιος...

Σε άνιση μάχη κι αγώνα... και σήμερα.

Οταν μου το σιγοψιθύρισε ο πατέρας μου για πρώτη φορά το καλοκαίρι του '63, μου είπε να μην το τραγουδάω φανερά πουθενά, ειδικά στο σχολείο. Τότε όλα ήταν αθώα κόκκινα. Σεμνά κι απόκρυφα. Σήμερα καρπίζουν μέσα μου σαν την ανθρωπιά, την αλληλεγγύη, τη συντροφικότητα, την καθαρή γενναιόδωρη θυσία όσων προηγήθηκαν στον κόκκινο δρόμο. Τις κουρτίνες τις έχω διπλωμένες, σαν σημαία. Ιερές. Μόνο που δεν είναι πια ανεξήγητος ο ιστός, ούτε ο πραγματικός εχθρός. Χρόνια πολλά στο Κόμμα, σύντροφοι. Να ζει και να παλεύει σαν τ' άγρια βουνά. Τη μικρή μου ιστορία τη χαρίζω σαν κεράκι εμπειρίας ασυνείδητης παιδικής ευφορίας στη δυνατότητα που έχω να γιορτάζω κι εγώ σήμερα, καταμεσής του πραγματικού αντιλαϊκού ιστού της αράχνης του καπιταλισμού, και να λέω Χρόνια Πολλά στο Κόμμα μας.


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ