Κυριακή 5 Φλεβάρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Πατριδογνωμόνιο
S.M.S.: Πατέρα μ' ακούς, το ξέρω!

Πάνε δέκα χρόνια, ακριβώς σα σήμερα. Ξημερώματα Κυριακής, 5 του Φλεβάρη 1996, που ήρθα στο φτωχικό σου διαμέρισμα στην Ιπποκράτους. Ησουν πεθαμένος, στον ύπνο σου. Είχε πανσέληνο. Κι εγώ δέκα λεπτά σου έδινα το φιλί της ζωής να σ' αναστήσω, να 'ρθεις το μεσημέρι να φάμε, να ξεφοβηθείς «για μας» μετά την τραγωδία στα Ιμια.

Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, εγώ δεν είμαι στο Γεράκι να σου κάνω ένα μνημόσυνο, ρε πατέρα, να δω το κυπαρίσσι που σε σκιάζει τώρα που ξανάγινες χώμα κι άσπρα οστά καθαρισμένα από τις έγνοιες του κόσμου τούτου. Ο άλλος είναι μέσα μου και στην αδερφή μου και σ' όσους σ' αγάπησαν και σε θυμούνται ολοένα και συχνότερα. Είμαι δω και κοιτάω ένα δάσος από κεραίες, κινητά, κατασκόπους, πλήθος από χρήσιμους ηλίθιους που κατρακυλάνε στης ζωής την κατηφόρα. Την ώρα που πέθαινες η Κατερίνα γένναγε την Ελένη-Μυρτώ. Κι η ζωή ξανάπαιρνε όπως πάντα την ανηφόρα της σαν τον ήλιο κάθε αυγή. Μ' ακούς, το ξέρω! Πέθανες φοβισμένος για το μέλλον. Το δικό μας σήμερα ίσως σε πρώτη δεκαετή «αναφορά», που σου στέλνω απ' την εφημερίδα με το σφυροδρέπανο που έκρυβες ανάμεσα στα «ΝΕΑ», να σε δικαιώνει. Ομως, δεν το συγχωρνάω που δεν πρόλαβα να σε ξεφοβίσω. Να σου πω πως τα θεριά που σε σέρνανε στα ναζιστικά στρατόπεδα δε βγήκαν τυχαία παγανιά. Ξανά εναντίον μας είναι. Με τα μοντέρνα όπλα τους. Τις κουκούλες τους. Τις υψηλές αναλύσεις των ΜΜΕ τους. Τα μαύρα γιγάντια κέρδη τους. Τα πολυδιαφημισμένα τους στρατόπεδα. Δέκα χρόνια μετά το λυγμό σου που θυμάμαι στο τηλέφωνο μαζί με την απορία σου, «γι' αυτά παιδί μου τα χάλια πολεμήσαμε;», τώρα ο απορημένος σου λυγμός αυτός είναι ετεροχρονισμένα καταγεγραμμένος, σ' ένα κινητό αεικίνητης πατριδοκαπηλίας και τηλε-ψευδο-πολιτικής περηφάνιας.

Λίγο πριν απ' το μνημόσυνό σου οι Ευρωπαίοι που γνώρισες στις δόξες της αντιφασιστικής νίκης βγήκαν στο αντικομμουνιστικό κυνήγι. Θυμάσαι εκείνο το ρουφιάνο που σε κάρφωσε; Το δοσίλογο; Που τον είδες μια μέρα ξαφνικά και παρ' ολίγο να σταματήσει η καρδιά σου τριάντα χρόνια νωρίτερα; Τώρα, πατέρα, του στήνουνε αγάλματα. Του καταθέτουνε στεφάνια. Γιατί ανασταίνονται εκείνα «τα θύματ' αδέλφια εσείς»... που ψιθύριζες μυστικά. Και πολλαπλασιάζονται σε επόμενους ζωντανούς που σιγά σιγά συνέρχονται και οργανώνονται και βγαίνουν στον πόλεμο. Απέναντι στους φόβους σου. Αχ, μωρέ πατέρα, αυτά που έχω να σου πω για το φόβο και την ξεφτίλα που γίνεται ρυάκι και ποτάμι οργής κι όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά και τα παλικάρια αρχίζουν την πάλη εξ αρχής δεν ενδιαφέρουν κανένα κινητό και τον παρακολουθητή του.

Δε θα σε πενθήσω φέτος. Ούτε του χρόνου. Δεν προλαβαίνω απ' τις κηδείες όλων των ονείρων στη μικροαστική χλαπάτσα μιας ελευθερίας φυλακισμένης στις πιστωτικές κάρτες. Θα καθαρίσω ένα μήλο με το μαχαιροπίρουνο, όπως έλεγες ότι πρέπει να κάνουμε από σεβασμό στη φλούδα. Θα το βουτήξω σ' ένα ποτηράκι κρασί, θα το υψώσω και θα πιω στην υγειά σου. Ξέρω ότι μ' ακούς! Γι' αυτό μη φοβάσαι. Πάνε δέκα χρόνια που ξαναείδες τα θεριά και τους εφιάλτες σου. Οχι. Δεν έχω πρόβλημα με τη δουλιά - όπως έτρεμες - που πήγα με το ΚΚΕ. Τα θεριά έχουν πρόβλημα με τους κόκκινους. Βρυχώνται. Συσπώνται. Ξεμπροστιάζονται. Μου επιτρέπουν οι σύντροφοι να σε θυμάμαι όπως ήθελες να είσαι. Αφοβος. Δεν πρόλαβα να σε ξεφοβίσω. Αλλά δέκα χρόνια μετά δε φοβάμαι πια εγώ. Ξέρω. Η φλούδα στα σπουργίτια. Το κούτελο καθαρό. Θα στο στείλω και σε SMS για να γελάσεις...


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ