Πολλά γράφονται, και ακόμα περισσότερα συζητιούνται τελευταία στο παρασκήνιο, σχετικά με τον κομβικό ρόλο της αμερικανο-ΝΑΤΟικής βάσης στη Σούδα και την περαιτέρω ενίσχυσή της, για πρόσθετη υποστήριξη των επιχειρήσεων και αποστολών των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οπως φαίνεται, η κυβέρνηση σχεδιάζει την πολυετή ανανέωση της διμερούς συμφωνίας - αντί της ετήσιας ανανέωσης, όπως γινόταν μέχρι τώρα, δείγμα κι αυτό της «βρώμικης δουλειάς» που αναλαμβάνει να κάνει η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ σε όλα τα επίπεδα - και αυτό που παζαρεύει για λογαριασμό της εγχώριας αστικής τάξης είναι τα στρατιωτικά και πολιτικά ανταλλάγματα: Από την παροχή κάποιας στρατιωτικής ενίσχυσης από πλευράς των Αμερικανών, μέχρι τη συνολικότερη και άλλου τύπου «αναβάθμιση» της Ελλάδας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια στην περιοχή, ή κάτι καλύτερο σε ό,τι αφορά τη διευθέτηση του κρατικού χρέους, ακόμα και την έλευση εδώ κάποιων σημαντικών αμερικανικών επενδύσεων.
Οποιες και αν είναι οι ακριβείς λεπτομέρειες των παζαριών και των σχεδιασμών τους, επιβεβαιώνεται ότι η ανανέωση της συμφωνίας για τη Σούδα δεν είναι «μια ακόμα συμφωνία», αλλά κορωνίδα της προσπάθειας της κυβέρνησης να χωθεί με τα μπούνια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια, για να αναβαθμίσει το ρόλο της εγχώριας αστικής τάξης στην περιοχή. Επιδίωξη που με τη σειρά της αφορά την παράλληλη επιδίωξη - στρατηγικό στόχο του κεφαλαίου για μετατροπή της χώρας σε «ενεργειακό και διαμετακομιστικό κόμβο», πύλη εισόδου στην ΕΕ, ως βασικό στοιχείο της προσπάθειας δημιουργίας προϋποθέσεων για καπιταλιστική ανάκαμψη.
Η προσπάθεια αυτή έχει πολλές και ποικίλες εκφράσεις. Οπως είναι για παράδειγμα η προσπάθεια της κυβέρνησης να εμφανιστεί ως «δύναμη σταθερότητας» στην περιοχή και να επιβεβαιώσει τη χρησιμότητά της ως δίαυλος και «γέφυρα» μεταξύ ΝΑΤΟ και ΕΕ από τη μια, και «μετριοπαθών μουσουλμανικών κρατών» από την άλλη, όπως η Ιορδανία, ο Λίβανος ή και η Αίγυπτος, για να στοιχηθούν αμεσότερα στα ευρωατλαντικά προτάγματα. Πρωτοβουλίες σαν τη «Διάσκεψη για την Ασφάλεια και τη Σταθερότητα», που ολοκληρώνεται σήμερα στη Ρόδο, εντάσσονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο.
Οπως και η πρεμούρα της κυβέρνησης να φανεί ότι η ίδια μπορεί να καλύψει το «κενό» της Τουρκίας σε πολλαπλά επίπεδα - αν συνεχιστεί η «ψύχρα» των ευρωατλαντικών στις σχέσεις με την κυβέρνηση Ερντογάν - για την υλοποίηση των σχεδίων του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Ενα από αυτά τα παραδείγματα είναι η παραμονή της ΝΑΤΟικής αρμάδας στο Αιγαίο, που η κυβέρνηση στηρίζει σθεναρά στα όργανα του ΝΑΤΟ, όπως τη Σύνοδο που ξεκινά την Πέμπτη στις Βρυξέλλες, με την Τουρκία να αντιδρά, για τους δικούς της λόγους.
Ολα αυτά βέβαια πλάι στις συνεχείς και κοινές ασκήσεις και συνεκπαιδεύσεις των αμερικανικών και άλλων ΝΑΤΟικών Ενόπλων Δυνάμεων με επίκεντρο την Ελλάδα, την υποστήριξη με πλοία και αεροσκάφη, προσωπικό και εξοπλισμό, αποστολών και επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ σε Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Μεσόγειο και Αφρική, τη διαθεσιμότητα να μετατραπεί η χώρα σε κόμβο συγκέντρωσης και διάχυσης κατόπιν στους «συμμάχους» πληροφοριών κ.ο.κ.
Τίποτε από τα παραπάνω δεν εγγυάται ασφάλεια και «σταθερότητα» για το λαό. Αντίθετα, η επικίνδυνη πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση - και ομονοούν όλα τα αστικά κόμματα σε στρατηγική σύμπλευση για τα συμφέροντα του κεφαλαίου - στο όνομα της «γεωστρατηγικής αναβάθμισης», εκθέτει τον ελληνικό λαό σε μεγάλους κινδύνους, για λογαριασμό των συμφερόντων της ελληνικής αστικής τάξης και των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων.
Ο μύθος ότι η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ εξασφαλίζει τα κυριαρχικά δικαιώματα, την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή, έχει καταρριφθεί από πλήθος γεγονότων, μεταξύ των οποίων η διατήρηση της κατοχής στην Κύπρο για 43 χρόνια και η επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης και του κράτους της, το οποίο ως μέλος του ΝΑΤΟ παραβιάζει συστηματικά τα ελληνικά σύνορα, εκτοξεύει απειλές κατά της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας, φτάνοντας μέχρι το σημείο της αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λοζάνης, που έχει καθορίσει τα σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα και άλλες γειτονικές χώρες.
Οι στόχοι του κεφαλαίου για «γεωστρατηγική» αναβάθμισή του στην περιοχή - η «άλλη όψη» της άγριας αντεργατικής επίθεσης που βιώνει ο λαός - είναι εχθρικοί και επικίνδυνοι για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα.
Η εργατική τάξη, ο λαός πρέπει να σταθεί απέναντι στα σχέδια του κεφαλαίου και την εμπλοκή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς στην περιοχή. Να παλέψει και να απαιτήσει: Καμιά συμμετοχή στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και επεμβάσεις, την επιστροφή όλων των στρατιωτικών αποστολών από το εξωτερικό. Καμιά αλλαγή των συνόρων και των συνθηκών που τα καθορίζουν. Εξω το ΝΑΤΟ από το Αιγαίο, τη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Να κλείσει η βάση της Σούδας και όλες οι ξένες στρατιωτικές βάσεις και στρατηγεία. Οχι στις πολεμικές δαπάνες για τις ανάγκες του ΝΑΤΟ.
Να συγκρουστεί με το κεφάλαιο και την εξουσία του, την αιτία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και του ιμπεριαλιστικού πολέμου, για την αποδέσμευση από όλες τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τους οργανισμούς, με την εξουσία και την οικονομία στα χέρια του λαού.