Νέα κομμάτια προστίθενται συνεχώς στο παζλ του ενδοϊμπεριαλιστικού καυγά: οξύνονται οι αντιθέσεις των ΗΠΑ με τη Γερμανία, οι αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΕΕ, οι αντιθέσεις μέσα στην ίδια την αστική τάξη κάθε χώρας. Τελευταίο κομμάτι του παζλ είναι η προωθούμενη διαδικασία ελέγχου των «υπερβολικών πλεονασμάτων» της Γερμανίας από την Κομισιόν, με το σκεπτικό ότι αυτά επιβαρύνουν τις καπιταλιστικές οικονομίες του «νότου» και των υπόλοιπων χωρών της ΕΕ. Η στιγμή που έρχεται αυτή η εξέλιξη μόνο τυχαία δεν είναι. Χαρακτηριστικά, το γερμανικό πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δεν ξεπέρασε τώρα, για πρώτη φορά, το 6% του ΑΕΠ -ποσοστό που θεωρητικά αποτελεί όριο για την έναρξη αυτής της διαδικασίας- αλλά δεν έχει πέσει καθόλου κάτω από αυτό ήδη από το 2007. Αντιθέτως, η συγκεκριμένη διαδικασία έρχεται να προστεθεί στις κόντρες που εκφράστηκαν μέσα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για το βασικό επιτόκιο δανεισμού, στις επικρίσεις του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών εναντίον της Γερμανίας επίσης για τα πλεονάσματά της, αλλά και στη «δημόσια ακρόαση» της τρόικας (της ΕΕ και της ΕΚΤ για την ακρίβεια, αφού το ΔΝΤ αρνήθηκε να συμμετάσχει) από επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου σε σχέση με τα «προγράμματα στήριξης» χωρών της ΕΕ.
Στο επίκεντρο αυτής της αντιπαράθεσης, που διαπερνά ένα μεγάλο μέρος καπιταλιστικών κρατών, βρίσκεται η διαμάχη μεταξύ των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κέντρων, των διαφόρων αστικών τάξεων, των διαφόρων τμημάτων του κεφαλαίου για το πώς θα επιμεριστούν οι απώλειες από την καταστροφή κεφαλαίου που συνεπάγεται η καπιταλιστική κρίση, αλλά και το πώς θα βρεθούν «στον αφρό» των ανακατατάξεων που επιταχύνονται από αυτήν.
Οπως συμβαίνει πάντοτε όμως σε αυτές τις περιπτώσεις, η αντιπαράθεση αυτή, που εκφράζεται έντονα και στην Ελλάδα, δεν παρουσιάζεται με τον πραγματικό της χαρακτήρα, ούτε από τον αστικό Τύπο, ούτε από τα κόμματα της αστικής διαχείρισης. Ντύνεται πότε με το μανδύα των «καλών» και των «κακών» καπιταλιστών, άλλοτε με το επιχείρημα των «ικανών» διαπραγματευτών που μπορούν να την εκμεταλλευτούν και των «υποτακτικών» που «δε θέλουν και δεν μπορούν».
Κάπως έτσι τοποθετήθηκε και πριν λίγες μέρες ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή (υποψήφιος πρόεδρος της Κομισιόν για να μην ξεχνιόμαστε...), εστιάζοντας μάλιστα στην ακρόαση της τρόικας από το Ευρωκοινοβούλιο, αποκρύπτοντας την ουσία των αντιπαραθέσεων, συσκοτίζοντας το γεγονός ότι όλα τα αντιλαϊκά μέτρα έχουν συναποφασιστεί από τους τωρινούς «αντιπαρατιθέμενους» στην ΕΕ πολύ πριν την κρίση, εφαρμόζονται παντού -με ή χωρίς τρόικα- και με το ίδιο το Ευρωκοινοβούλιο μάλιστα να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθησή τους.
Οι διαφορές που εκφράζονται διεθνώς, αλλά και στην ελληνική αστική τάξη και τα κόμματά της είναι υπαρκτές, αλλά δεν αφορούν τα λαϊκά συμφέροντα, δε στοχεύουν και δεν μπορούν να ανακόψουν τον αντιλαϊκό κατήφορο. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο μια μαχητική λαϊκή αντιπολίτευση, με ισχυρό ΚΚΕ, και με στόχο να γίνει ο λαός πρωταγωνιστής, κυρίαρχος στην οικονομία και την εξουσία.