Διαστάσεις γενικευμένης λεηλασίας των λαϊκών αποταμιεύσεων έχει προσλάβει η πολιτική επιτοκίων, που ακολουθούν οι τραπεζίτες, για τις καταθέσεις ταμιευτηρίου. Αξιοποιώντας τις δυνατότητες που τους προσφέρονται από την εφαρμοζόμενη πολιτική... «εμπλουτίζουν» με ρυθμούς γεωμετρικής προόδου τις -γνωστές και από το παρελθόν- μεθόδους συνδυασμένης υφαρπαγής. Κύριος στόχος, ανέκαθεν και τώρα, οι μισθοί και συντάξεις της εργατικής τάξης και τα εισοδήματα των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Το θέμα, βέβαια, με τα επιτόκια των καταθέσεων, όπως παρουσιάζεται από τα Μέσα Ενημέρωσης, δε δείχνει να είναι φοβερό και τρομερό. Πολύ περισσότερο, όταν απευθύνεται στο μεμονωμένο τραπεζικό πελάτη - αποταμιευτή. Για αποταμιεύσεις 500.000 δραχμών, σου λέει, όταν πέφτει το επιτόκιο κατά μία μονάδα, η απώλεια τόκων είναι της τάξης του πεντοχίλιαρου. Ωστόσο, η εικόνα είναι διαμετρικά αντίθετη. Και για τους αποταμιευτές συνολικά, τους μεγάλους ζημιωμένους της όλης ιστορίας και για τις τράπεζες, που καταβροχθίζουν αστρονομικά ποσά.
Ο υπολογισμός, των ζημιών και των κερδών είναι εύκολος. Το σύνολο των καταθέσεων που υπάρχουν στις τράπεζες -και οι οποίες κατά τεκμήριο αποτελούν λαϊκές αποταμιεύσεις, μια και οι οικονομικά «τρανοί» επιλέγουν άλλες τοποθετήσεις- είναι περίπου 23 τρισεκατομμύρια δραχμές. Αρα, για κάθε μονάδα μειωμένου επιτοκίου, οι τραπεζίτες δίνουν λιγότερους τόκους κατά 230 δισεκατομμύρια δραχμές. Δηλαδή, για κάθε μονάδα που μειώνεται το επιτόκιο καταθέσεων, οι αποταμιευτές χάνουν, από τις αποταμιεύσεις τους, 230 δισεκατομμύρια. Μέσα στο 2000, τα επιτόκια καταθέσεων μειώθηκαν από το 8,5% στο 4%, δηλαδή κατά 4,5 μονάδες. Ετσι, χοντρά - χοντρά το συνολικό ποσό που τσέπωσαν οι τραπεζίτες (4,5Χ230), είναι ήδη πάνω από 1 τρισεκατομμύριο δραχμές! Με δυο λόγια: Μόνο από το κούρσεμα των λαϊκών αποταμιεύσεων, επιτεύχθηκε μια αυτόματη ανακατανομή εισοδημάτων 1 τρισεκατομμυρίου δραχμών, από τα λαϊκά στρώματα, προς τα θησαυροφυλάκια των τραπεζών.
Η άλλη πλευρά του νομίσματος «πολιτική επιτοκίων», στον τομέα των χορηγούμενων δανείων, έχει κι αυτή τους κερδισμένους και τους χαμένους της. Είναι και πάλι οι ίδιοι. Από τη μια οι τράπεζες που διατηρούν τα επιτόκια των καταναλωτικών δανείων σε επίπεδα τριπλάσια του πληθωρισμού. Από την άλλη, οι εργαζόμενοι, που στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πολιτικής λιτότητας, εξωθούνται στον τραπεζικό δανεισμό, προκειμένου να τα φέρουν βόλτα. Το αποτέλεσμα είναι ανατριχιαστικό. Μόνο μέσα στην τελευταία πενταετία τα χρέη από καταναλωτικά δάνεια αυξήθηκαν κατά 275% και ήδη έφτασαν τα 1,53 τρισεκατομμύρια δραχμές!
Βέβαια, «κλέφτης» και υπόλογος για τους εργαζόμενους στις σημερινές συνθήκες, δεν είναι μόνο οι τράπεζες. Είναι αθροιστικά όλοι οι συντελεστές που συναποτελούν το καθεστώς της γενικευμένης αφαίμαξης των λαϊκών εισοδημάτων και καταχτήσεων, που έχει επιβληθεί. Είναι η πολιτική της διογκούμενης ανεργίας και καθημερινής ανασφάλειας. Ο «μονόδρομος» της εισοδηματικής λιτότητας για τους εργαζόμενους. Της μείωσης των τιμών και της παραγωγής για τους αγρότες, της οικονομικής συρρίκνωσης και περιθωριοποίησης των ΕΒΕ. Είναι η συνεχής αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης όλων αυτών, για την εξασφάλιση των φοροαπαλλαγών του κεφαλαίου. Η συστηματική υποβάθμιση και υπονόμευση των κοινωνικών και ασφαλιστικών καταχτήσεων. Το ψαλίδισμα των δικαιωμάτων στην υγεία, τη μόρφωση, την πολιτιστική ανάπτυξη. Η αμφισβήτηση των δημοκρατικών ελευθεριών. Είναι, κοντολογίς, η ίδια πολιτική των μονοπωλίων και η προσπάθεια της ολιγαρχίας για μεγαλύτερη και ληστρικότερη εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ