Η υπόθεση της «17 Νοέμβρη», τόσο κατά την περίοδο της δράσης της, όσο και το τελευταίο δεκαοχτάμηνο, αποτέλεσε εφαλτήριο για την προώθηση μέτρων περιστολής των δημοκρατικών ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων, καταστολής του λαϊκού κινήματος. Ολα αυτά στο όνομα της αντιμετώπισης της «τρομοκρατίας».
Η υπόθεση «17Ν» εξελίχθηκε μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον, που σφραγίζεται από τις επιλογές της αμερικανικής «αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας» με την ψήφιση τρομονόμων, τρομοσυμφωνιών, συμφωνιών για δικαστική συνδρομή και έκδοση υπόπτων, μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ. Μια περίοδος που σφραγίζεται από τη λειτουργία του κολαστηρίου του Γκουαντανάμο ως συμβόλου του παγκόσμιου «αντιτρομοκρατικού» στρατιωτικού νόμου.
Ως εγχώριο υποπροϊόν της διεθνούς «τρομοκρατίας» η υπόθεση της «17Ν» χρησιμοποιήθηκε για να τεθεί και στον ελληνικό λαό το δίλημμα: Ασφάλεια, ή ελευθερίες;
Εξάλλου, το κλίμα της αστυνομοκρατίας, που θα εξελιχθεί σε καθεστώς «Ολυμπιακού στρατιωτικού νόμου», είναι πλέον καθημερινά αισθητό. Η δολοφονική μανία των «ειδικών φρουρών» κατά του 22χρονου Ηρ. Μαραγκάκη είναι μια ακόμη απόδειξη των ακραίων συνεπειών μιας λογικής που κυριαρχεί στους μηχανισμούς ασφαλείας.
Και όλα αυτά σε συνδυασμό με τη συστηματική προσπάθεια κυβέρνησης, Ευρωπαϊκής Ενωσης και ΗΠΑ να δημιουργήσουν μια «γκρίζα» ζώνη μεταξύ τρομοκρατίας και μαζικού κινήματος με προφανή στόχο να τεθεί στο στόχαστρο των τρομονόμων ο «εσωτερικός εχθρός».