Πέμπτη 8 Ιούνη 2023
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ
Με Γκοντάρ αυτήν τη βδομάδα

«Μια Παντρεμένη Γυναίκα»
«Μια Παντρεμένη Γυναίκα»
Κινηματογραφική βδομάδα με 7 ταινίες, που σχεδόν καμία δεν μας κρατάει το ενδιαφέρον. Προτιμότερο είναι να συναντηθούμε με επανεκδόσεις ή ταινίες που έχουμε αγαπήσει κατά τη διάρκεια της χρονιάς και θα τις βρούμε σε κάποιο θερινό κοντά μας. Παράλληλα το διαχρονικό «Ταινιόραμα 2023», στον κινηματογράφο «Αστυ», συνεχίζεται μέχρι και τις 21 Ιούνη, με δύο ταινίες κάθε μέρα, παλιότερες αλλά και πιο πρόσφατες, με ένα εισιτήριο. Για πληροφορίες μπορείτε να απευθυνθείτε στην ιστοσελίδα του κινηματογράφου, https://www.amafilms.gr.

Ετσι, προτιμάμε να δώσουμε βάση σε μια λιγότερο γνωστή ταινία του Ζαν Λικ Γκοντάρ παρά στις χολιγουντιανές κομεντί του κιλού που και αυτήν τη βδομάδα μάς βασάνισαν δεόντως με την «πρωτοτυπία» των θεμάτων τους... Ετσι, «Mafia Mamma» της Κάθριν Χάρντγουικ και «Να σου Γνωρίσω τους Γονείς μου» του Μάικλ Τζέικομπς μένουν «μετεξεταστέες» για Σεπτέμβρη...

Μια Παντρεμένη Γυναίκα / Une Femme Mariee / 1964 / 95 λεπτά

Ενα 24ωρο μιας γυναίκας παντρεμένης, κατά τη διάρκεια του οποίου μοιράζεται τον χρόνο της ανάμεσα στον εραστή της και στον σύζυγό της. Το ερωτικό παιχνίδι θα διακοπεί όταν η Σαρλότ θα διαπιστώσει ότι είναι έγκυος. Οι σκέψεις της Σαρλότ πλέον δεν καθοδηγούνται από το ερώτημα ποιος είναι ο πατέρας, αλλά ποιος είναι ο καταλληλότερος πατέρας για το παιδί της.

Μια γυναίκα παντρεμένη ζει το παρόν, χωρίς να σκέφτεται τις συνέπειες των πράξεών της. Αναζητεί, μάταια, την ταυτότητα και την «απελευθέρωσή» της, επηρεασμένη στο έπακρο από τις «επιταγές της εποχής» της. Η γυναίκα αντικατοπτρίζει τη γαλλική κοινωνία των αρχών του 1960, που βγαίνοντας από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έχει μπει σε μια φάση ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης, αφήνοντας τα πάντα πίσω της, με βιασύνη να προχωρήσει, χωρίς συμπεράσματα, χωρίς όνειρο. Ο Γκοντάρ μιλάει ανοιχτά για τη μνήμη και τη λήθη, αγωνιά για το παρόν και το μέλλον...

Αποτυπώνει εύγλωττα την ψεύτικη απελευθέρωση που τάζει το σύστημα στις γυναίκες, για να μας δείξει ότι η απελευθέρωση, συνολικά για την κοινωνία, στο πλαίσιο της σαπίλας είναι ανεπίδοτο γράμμα. Πιο συγκεκριμένα, η Σαρλότ βρίσκεται ανάμεσα σε συμπληγάδες, αλλά δεν μπορεί να αποκωδικοποιήσει αυτό που της συμβαίνει. Είναι δέσμια ενός συστήματος που θέλει να την καλουπώσει στο σχήμα του και την βομβαρδίζει συνέχεια με προσταγές εν είδει διαφήμισης. Της κάνει πλύση εγκεφάλου, στοχεύοντας κυρίως στα πιο μύχια ανθρώπινα ένστικτα, ανάμεσά τους και εκείνα της σεξουαλικότητας. Η Σαρλότ αντιλαμβάνεται τη σεξουαλική απελευθέρωση στην πιο «ταπεινή» της μορφή, με ορούς «μοιχείας». Δεν μπορεί να αντιληφθεί τα βαθύτερα αίτια της καταπίεσης. Θεωρεί ότι εάν «ορίζει το σώμα της», επαναστατεί. Αλλά δεν ορίζει ούτε καν το σώμα της, το ορίζουν τα πρότυπα ομορφιάς, το ορίζουν οι κατάπτυστοι νόμοι απαγόρευσης των αμβλώσεων, το ορίζει η ίδια η κοινωνία. Το ορίζει η «ανάπηρη» ελευθερία που της τάζουν ο εραστής και ο σύζυγος, που είναι κι αυτοί θύματα του ίδιου συστήματος, γεμάτοι προκαταλήψεις και στερεότυπα, αμέτοχοι στο κοινωνικό γίγνεσθαι, δέσμιοι του ατομισμού και της πρόσκαιρης απόλαυσης. Μοιραίοι και άβουλοι αντάμα... Και τότε έρχεται η κορύφωση του δράματος. Εκεί που η Σαρλότ πρέπει να επιλέξει, χωρίς όμως να έχει ουσιαστικά επιλογή. Την ίδια στιγμή που «επαναστατεί», αναίμακτα και αναιμικά, η «διαιώνιση του είδους» τής χτυπά την πόρτα. Αν και φαίνεται να προβληματίζεται επιφανειακά, εντούτοις δεν φαίνεται να οδηγείται σε αδιέξοδο, επιλέγει ησυχία, τάξη και ασφάλεια... Είναι άραγε τυχαία η επιλογή της; Είναι σε θέση να κάνει επιλογές χωρίς να σκέφτεται, χωρίς να ορίζει τον δρόμο που θέλει να ακολουθήσει στη ζωή της, χωρίς καν να γνωρίζει ποια πραγματικά είναι; Ρητορικό ερώτημα.

Ο Γκοντάρ επιλέγει συνειδητά να κάνει κοινωνικό κινηματογράφο - δοκίμιο, που όχι μόνο αναδεικνύει την εποχή αλλά θέτει και φιλοσοφικά ερωτήματα, προβληματίζοντας τον θεατή. Χρησιμοποιεί γι' αυτόν τον σκοπό όλα τα μέσα. Ποίηση του Γκιγιώμ Απολλιναίρ, θέατρο του Ρακίνα, κινηματογράφο του Αλέν Ρενέ και τον ίδιο τον Ρότζερ Λίνχαρντ σε κομβικό ρόλο, εκπροσωπώντας τη γενιά του πολέμου και τη γαλλική διανόηση της εποχής. Πραγματικά οι σκηνές του Λίνχαρντ θέτουν τις βάσεις για την κατανόηση της ταινίας. Είναι αποκαλυπτικές των βαθύτερων νοημάτων που θέλει να περάσει, υποδόρια αλλά συνάμα φωναχτά. Επιλέγοντας τις δίκες για το Αουσβιτς, που λάμβαναν χώρα στη Φρανκφούρτη εκείνη την περίοδο, προσπαθεί να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου τόσο για τη συλλογική μνήμη, που μετατρέπεται σε λήθη για τις επόμενες γενιές, όσο και για το πολεμικό τραύμα που μένει ανοιχτό και δυστυχώς πάντα επίκαιρο, αφού το σύστημα ναι μεν το τινάζει από πάνω του σαν σκόνη στο πέτο του σακακιού του, αλλά είναι ικανό να το γεννήσει ξανά. Η ταινία απαγορεύτηκε από την επιτροπή λογοκρισίας και βγήκε στους κινηματογράφους ύστερα από διαπραγματεύσεις μηνών.

Black Stone / Σπύρος Ιακωβίδης / 2023 / 87 λεπτά

Δύο κινηματογραφιστές πέφτουν τυχαία πάνω στην Χαρούλα, μια απελπισμένη, υπερπροστατευτική Ελληνίδα μάνα, η οποία αναζητεί τον γιο της, δημόσιο υπάλληλο που κατηγορείται για απάτη. Η Χαρούλα ξεκινάει μαζί με τον γιο της και έναν Ελληνοαφρικανό ταξιτζή για να τον φέρει πίσω στο σπίτι. Τότε έρχεται αντιμέτωπη για πρώτη φορά με το ποιος είναι πραγματικά.

Πραγματικά μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες που παρακολουθήσαμε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης αυτήν τη χρονιά. Ο σκηνοθέτης προσπαθεί να σατιρίσει το δυσλειτουργικό Δημόσιο, την ελληνική οικογένεια και την Ελληνίδα μάνα μέσα στην ίδια ιστορία, χρησιμοποιώντας τα στοιχεία του ντοκιμαντέρ... Ουσιαστικά μας δείχνει τους πρωταγωνιστές να απευθύνονται στην κάμερα, νομίζοντας ότι συμμετέχουν σε ριάλιτι. Αυτό ως τέχνασμα ναι μεν βοηθάει να ειπωθούν όσα δύσκολα λέγονται με άλλο τρόπο, αλλά έχει μπει τόσο πολύ η αισθητική τύπου ριάλιτι στις ζωές μας που οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες...

Ενώ έχει πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως το πόσο αβοήθητη είναι η ελληνική οικογένεια από το κράτος, πόσα τραβάει μια γυναίκα στις μέρες μας και πόσο καθοριστικός είναι ο ρόλος της στην οικογένεια, η ατμόσφαιρα και η κινηματογράφησή της ακροβατούν πολύ έντονα μεταξύ κωμωδίας και δράματος, με αποτέλεσμα να μη γίνεται κατορθωτό τίποτα από τα δύο. Να υπογραμμίσουμε ως πολύ θετικό στοιχείο της ταινίας το σπάσιμο των στερεοτύπων για τους μετανάστες και όσους γεννήθηκαν εδώ από μετανάστες γονείς, αφού παίζουν καθοριστικό ρόλο τόσο στη διάρκεια όσο και στο χάπι εντ... Μια πρώτη ταινία με τίμιες προθέσεις, που χρειαζόταν αρκετή δουλειά ακόμα για να βρει την κατηγορία της.

Master Gardener / Πολ Σρέιντερ / 2022 / 111 λεπτά

Ο Νάρβελ Ροθ είναι ο μεθοδικός φροντιστής των κήπων μιας έπαυλης. Οταν η εργοδότριά του του ζητάει σαν χάρη να προσλάβει ως βοηθό την ατίθαση ανιψιά της, τότε ανοίγουν οι πύλες του χάους στον μέχρι πρότινος δωρικό βίο του μοναχικού άντρα, επαναφέροντας φαντάσματα του βίαιου παρελθόντος από τα οποία πίστευε ότι είχε απαλλαγεί.

Αν υπάρχει κάτι στο οποίο είναι μάστορας ο Σρέιντερ, αυτό είναι η ατμόσφαιρα στις ταινίες του. Εχει τον τρόπο να κάνει τον θεατή να παρακολουθεί με ενδιαφέρον αινιγματικές προσωπικότητες, ακόμα κι όταν αργεί λίγο παραπάνω στους χρόνους του. Η ιστορία είναι ενδιαφέρουσα από μόνη της, αφού ασχολείται με τη ρατσιστική βία της Αμερικής και τους προστάτες της. Η έπαυλη θυμίζει αμερικανικό νότο, με όλα τα παρελκόμενα... Δυστυχώς, στις σύντομες κριτικές παρουσιάσεις δεν επιτρέπεται να ειπωθεί οτιδήποτε ρίχνει κλεφτές ματιές στο σενάριο. Πάντως, ο Σρέιντερ είναι ιδιαίτερα καλός στις ιστορίες του υποκόσμου και στις μεταστροφές των ηρώων του. Το μόνο αρνητικό του είναι οι παρατεταμένοι χρόνοι. Στη συγκεκριμένη ιστορία τού το συγχωρούμε για μία και μόνη σκηνή, εκεί που ο ήρωας γονατίζει μπροστά στην... Δεν λέμε άλλα. Θα καταλάβετε.

Ενα Ομορφο Πρωινό / Un Beau Matin / Μία Χάνσεν-Λοβ / 2022 / 112 λεπτά

Η Σάντρα, μία νεαρή διερμηνέας που μεγαλώνει μόνη την οκτάχρονη κόρη της, επισκέπτεται τακτικά τον άρρωστο πατέρα της, που σιγά σιγά χάνει το μυαλό του... Την ίδια περίοδο η Σάντρα επανασυνδέεται με τον Κλεμάν. Οι δύο τους ξεκινούν μια παθιασμένη σχέση, που λειτουργεί ως αντίδοτο για εκείνη, καθώς βιώνει ολοένα και πιο επώδυνα την κατάρρευση του πατέρα της. Για πόσο όμως;

Η Μία Χάνσεν-Λοβ εξερευνά κυρίως τα ζητήματα των ανθρώπινων σχέσεων, μέσα από μια αυτοβιογραφική σκοπιά. Και εδώ, όπως και στην προηγουμένη ταινία της, το «Νησί του Μπέργκμαν», εξερευνά τις σχέσεις των ζευγαριών και πόσο σημαντικός είναι ο σύντροφος ώστε να μπορεί ο άνθρωπος να εξισορροπεί τις δυσκολίες και τα προβλήματα της ζωής. Παρατηρούμε πως ένας άνθρωπος ζει ταυτόχρονα δύο αντιφατικά συναισθήματα, τη ζωή και τον θάνατο. Ενώ κάνει πολύ καλή δουλειά στους ηθοποιούς της και στην κινηματογράφησή της, οι αφηγήσεις της δεν βγάζουν πουθενά, κάνει έναν κινηματογράφο παρατήρησης που τελικά αφήνει τον θεατή μετέωρο.


Π. Α.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ