Κυριακή 28 Γενάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Τους διέσυρε ο σερ!

Ο άνθρωπος, ήταν φανερό, είχε πάθει υστερία. Χτύπαγε τα χέρια του στο στήθος, κλότσαγε τον τοίχο, έβγαζε αφρούς από το στόμα του. Γύρω του, όπως γίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, καθένας έκανε τους δικούς του συλλογισμούς, έδινε τις δικές του ερμηνείες. Από τα λεγόμενά του, βέβαια, δεν έβγαινε άκρη... Γιατί αυτά που έλεγε δεν είχαν κανέναν ειρμό! Μισόλογα ακούγονταν, κραυγές πες καλύτερα, πρόταση ολόκληρη δεν έκανε όση ώρα κράτησε η κρίση!

Ετσι, ο καθένας έκρινε ανάλογα με τα δικά του ενδιαφέροντα: «Για το χρηματιστήριο χτυπιέται, δεν τον βλέπετε, στα πρόθυρα της αυτοκτονίας είναι ο άνθρωπος», είπε ο ένας. «Ο Βενιζέλος τού τη βάρεσε με το ασυμβίβαστο», είπε τη δική του άποψη ο δεύτερος. «Μπα, θα 'χει παιδί στη Γιουγκοσλαβία», είπε ο τρίτος. «Ανεργος μωρέ είναι, φωνάζει από μακριά το πράμα», είπε ο τέταρτος.

Τα σχόλια δεν είχαν τέλος. Και ο άνθρωπος να αφρίζει. Και να φωνάζει ακαταλαβίστικα. «Γιατί την ίδια ώρα;»... «Στην εκκλησία ή στην γκαλερί;»... «Ο δήμαρχος φταίει!»... «Και αυτή η κότα τι ήθελε εκεί;»... «Η φούστα τού πάει καλύτερα!»... «Ακου δε ζηλεύει ο Βαρβιτσιώτης!»... «Ο Σαββόπουλος πάλι!». «Ρε, μπαγάσα Λαζόπουλε!», «Πού πάτε κυρία Λάτση;», «Θέλω και εγώ μοντέλο!», «Αδιαφορώ για τον πάπα!».

Τραγικό το θέαμα. Ευτυχώς, όμως, έστω και με τη γνωστή καθυστέρηση, τελικά έφτασε το ΕΚΑΒ. Πλησίασαν οι γιατροί, του χάιδεψαν το κεφάλι, του καθάρισαν τα χείλη, και, τέλος, του έκαναν τη σχετική ένεση. Σιγά - σιγά ηρέμησε ο άνθρωπος. Σιγά - σιγά άρχισαν να αποχτούν νόημα οι κουβέντες του.

«Σας ευχαριστώ... Λυπάμαι για την αναστάτωση... Δεν ήθελα να προκαλέσω ένα ακόμα χάος στην Αθήνα. Ξέρετε, όταν ο άνθρωπος αντιμετωπίζει διλήμματα, θολώνει ο νους του. Παρακαλώ ένα τσιγάρο... Τι ώρα είναι; Τι λέτε, πέρασε η ώρα, δεν προλαβαίνω»!

Αλλάζοντας εκείνος συμπεριφορά, άλλαξε και τη δική του το πλήθος. «Τι λέει, μωρέ ο άνθρωπος, μας δουλεύει»! «Χρήματα να δεις θα θέλει». «Μπα, παραχριστιανός είναι, καμιά αίρεση!», «Ρε, σταματήστε, κάτι λέει ο άνθρωπος».

«...Εντάξει, καμία αντίρρηση, να τον δεχτεί στο μέγαρο. Να του δώσει και πλακέτα, αν επιμένει. Ομως, ως εκεί, φτάνει. Δήμαρχος της Αθήνας είναι, λίγο αξιοπρέπεια δε βλάφτει! Είναι σοβαρά πράγματα να τρέχει πίσω από έναν ηθοποιό, να κουβαλάει μαζί του και την Μπουμπουλίνα, να γινόμαστε ρεζίλι των σκυλιών; Και καλά ο δήμαρχος τόσο μυαλό - και τέτοιο γούστο - έχει. Οι υπουργοί, όμως; Οι πολιτικοί; Οι «προοδευτικοί» τροβαδούροι; Ολος αυτός ο κουρνιαχτός!».

Τώρα το πλήθος άρχισε να διχάζεται. «Ρε, πολιτικολογεί ο τύπος!», «Καλά κάνει, ρε, αφού οι άλλοι πέρα βρέχει!», «Ρε, φίλε, μην τα ισοπεδώνουμε όλα, έτσι. Στη Γουλανδρή πήγε ο άνθρωπος, στο Λιόπεση ήθελες να πάει;». «Τα μάρμαρα, ρε, δε σκέφτεσαι τα μάρμαρα;».

« Αυτά σκέφτομαι, γι' αυτό αφρίζω! Τα μάρμαρα μελαγχολούνε, μη νομίζετε ότι δεν έχουν αισθήματα», είπε ήρεμα ο «δικός» μας, γιατί στο μεταξύ είχε επιδράσει η ένεση. «Τα μάρμαρα και μελαγχολούνε και ντρέπονται και οι άνθρωποι - ενίοτε - ντρέπονται, όταν βλέπουν όλο αυτό το στρας και το λαμέ να ξερογλείφονται πίσω από έναν τύπο, που σηκώνει τα χέρια του στα Προπύλαια, όπως ο Ηρακλής στις ιταλικές ταινίες. Δεν είναι εικόνα σοβαρής χώρας η εικόνα που παρουσιάζουμε. Μια βδομάδα τώρα, εδώ έφαγε ο Κόνερι, εκεί κατούρησε ο Κούγιας. Δεν είναι αυτή η Ελλάδα, που να πάρει ο διάολος. Δε θέλω να λένε πως και εγώ και αυτοί είμαστε Ελληνες. Πως και εγώ και αυτοί νοιαζόμαστε για την Ακρόπολη και την ιστορία. Δε θέλω να τους ξέρω...».

Μιλώντας, τα μάτια του άστραψαν. Αρχισε να παίρνει πάλι ανάποδες.

« Δεν μπορεί ένας γάμος ενός δικηγόρου και μιας μοντέλας να γίνεται ζήτημα. Ούτε μπορεί η κάθε Γιάννα να προκαλεί με τα δώρα της. Δεν μπορεί ο υπουργός Πολιτισμού να κάνει δηλώσεις, πόσο όμορφος είναι ο Κόνερι. Δεν μπορεί να τρέχουν τα κανάλια πίσω από τη Νατάσα, που στέκεται στη σειρά να χαιρετήσει τον σταρ. Δεν μπορεί να γίνεται όλο αυτό το νταβαντούρι και να μην πέφτει ένα γιαούρτι. Δεν μπορεί, ρε!».

Η συνέχεια δεν περιγράφεται. Ο άνθρωπος άρχισε να βρίζει προς κάθε κατεύθυνση. Δε γλίτωσε κανένας ένοχος από την οργή του. Και όταν οι γιατροί του «τράβηξαν» μια πιο ισχυρή, εκείνος πρόλαβε και τους φώναξε: «Δε θέλω ένεση, ρε, σάλιο θέλω να τους φτύσω»!


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ