Κυριακή 11 Φλεβάρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Βλέπε Φράνσις Μπέικον, άκου Σοστοκόβιτς

Μεσάνυχτα, γύριζα στην άδεια Αθήνα. Μόλις είχα δει, μαζί με φίλους, μια ταινία με τη ζωή του ζωγράφου Φράνσις Μπέικον και σκεφτόμουν πόσο δίκιο είχε όταν έλεγε: «Η τέχνη σήμερα έχει γίνει ένα είδος παιχνιδιού, με το οποίο ξεχνιέται κανείς. Βέβαια, μπορείς να πεις πως πάντα ήταν έτσι, όμως σήμερα είναι αποκλειστικά έτσι. Και νομίζω ότι ως προς αυτό έχουν αλλάξει τα πράγματα κι ότι το συναρπαστικό τώρα είναι ότι θα γίνουν πιο δύσκολα για τον καλλιτέχνη, γιατί, για να είναι καλός, θα πρέπει να εμβαθύνει πραγματικά στο παιχνίδι».

Από κάπου ακούστηκε ένα μουσικό κομμάτι του Σοστακόβιτς, που ταίριαζε τόσο πολύ με τα λόγια του Μπέικον, ώστε δεν ξέρεις αν πρέπει να λυπηθείς που δε συναντήθηκαν ποτέ οι δυο τους.

Αυτό συμβαίνει συχνά μέσα στα όρια της Ιστορίας: Πρόσφατα οι ιστορικοί ανακάλυψαν ότι την εποχή που ο Αρθούρος Ρεμπώ διάβαζε στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου, ο Κάρολος Μαρξ μελετούσε απέναντί του...

Τώρα η μουσική του Σοστακόβιτς δυναμώνει. Θυμάμαι, όταν διάβαζα τα Απομνημονεύματά του, πόσο καλά φώτιζε, στο σκηνικό της ζωής του, τις καταστάσεις που είχαν σημαδέψει την ψυχή του. Δεν περιγράφει τα πράγματα με τον τρόπο που θα τα πλησίαζε ένας ιστορικός, ο οποίος μπορεί να μας δώσει από το χειρουργείο του τα κομμάτια μιας ζωής και να είναι έτσι. Οχι. Εδώ η ζωή προσεγγίζεται με άλλο τρόπο. Καλύτερα όμως μισή αλήθεια, η οποία να είναι πληρωμένη με τη γεύση της, με τις αντιφάσεις της, όπως ακριβώς η ίδια η ζωή. Απομονωμένος μέσα στη φύση, ο Σοστακόβιτς εκμυστηρεύτηκε στους αναγνώστες του τις πιο μύχιες σκέψεις, και με αξεπέραστη λυρική ειλικρίνεια εκθείασε τα απλά ανθρώπινα αισθήματα, χωρίς να ξεχνάει και τις δυσκολίες της εποχής.

Ενας από τους βιογράφους του παρατήρησε κάποτε πως στον Σοστακόβιτς δεν άρεσε να μιλά για τον εαυτό του ή για τα έργα του, γιατί θεωρούσε ότι τα πάντα είχαν ήδη ειπωθεί στη μουσική του. Γι' αυτό ίσως κι ο ίδιος μιλάει περισσότερο για τις αγάπες του παρά για τον εαυτό του: «Αγαπώ πολύ τον Τσέχοφ. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω όχι μόνο τα διηγήματα και τα θεατρικά του, αλλά και τις σημειώσεις και τα γράμματά του. Αν ήμουν υποχρεωμένος να γράψω μια διατριβή για κάποιον συγγραφέα, θα διάλεγα τον Τσέχοφ. (...) Ποιοι είναι οι πιο αξιόλογοι συνθέτες και ποια τα καλύτερα έργα σοβαρής μουσικής: Αυτές οι ερωτήσεις με προβληματίζουν πάντοτε. Κάποτε με είχε ρωτήσει ένας Γάλλος δημοσιογράφος: Αν ήταν να πάτε σ' ένα ερημονήσι και μπορούσατε να πάρετε μαζί σας ένα πικάπ και έξι μονάχα δίσκους, ποιους θα διαλέγατε; Δεν μπόρεσα να του απαντήσω. Η μουσική έχει μεγάλη ποικιλία, αντανακλά, κάθε φορά, διαφορετικές σκέψεις και συναισθήματα. Ο Μούσοργκσκι διαφέρει εντελώς από τον Σοπέν, το ίδιο και ο Κόρσακοφ από τον Μπετόβεν. Αλλά εκτιμούμε και τον ηρωικό στωικισμό του Μπετόβεν και τη δύναμη του Μούσοργκσκι και τις λυσίπονες ανάλαφρες μπαλάντες και πολωνέζες του Σοπέν».

Είχα φτάσει στην αγορά της οδού Αθηνάς. Σκεφτόμουν ότι ο πολιτισμός της Δύσης μοιάζει πια μ' ένα απέραντο κρεοπωλείο. Κοιτούσα τη φωτογραφία με το έργο του Μπέικον και θυμήθηκα πάλι τα λόγια του: «Είναι γεγονός πως είμαστε από κρέας και επίσης πως είμαστε δυνάμει σφαχτάρια. Πάντοτε μπαίνοντας μέσα σ' ένα κρεοπωλείο, με εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν είμαι εγώ στη θέση ενός από τα σφαγμένα ζώα».

Η φωτογραφία αρχίζει να βγάζει μουσική. Είναι η Εβδομη συμφωνία του Σοστακόβιτς, στην πρώτη παγκόσμια, στην αίθουσα του Οίκου των Συνδικάτων της Μόσχας, με την Ορχήστρα του Θεάτρου Μπολσόι και της Ραδιοφωνίας. Είμαστε στα 1942. Ακριβώς όπως σήμερα.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ