Από το οικοδόμημά του, ποιητικό, πεζογραφικό, θεατρικό και στιχουργικό, μπορεί το τελευταίο να είναι το πιο δημοφιλές, ωστόσο η ποίηση κρατά τα θεμέλιά του.
Ισως, η μεγάλη έκτασή του να λειτουργεί απαγορευτικά στους σημερινούς καιρούς της εύκολης και γρήγορης ανάγνωσης, υπό τις ταχύτητες του διαδικτύου.
«Το προλεταριάτο εντάσσεται στις επαναστατικές οργανώσεις για να ανατρέψει και αυτό που υπάρχει και ν' αντισταθεί σ' αυτό που έρχεται», εμφατικά είχε πει σε συνέντευξή του.
Ομως, να καταθέσουμε μία σκέψη. Το ογκώδες έργο, αν και ορισμένες φορές λειτουργεί εις βάρος της λυρικής συμπύκνωσης, οπότε η κάθε λέξη υπηρετεί το απόσταγμα, ωστόσο έχει το θετικό ότι αποτυπώνει τη μακρά οδυνηρή αφήγηση της μεταπολεμικής ελληνικής Ιστορίας. Προς αυτήν την κατεύθυνση λειτουργεί το σύμπαν του Δημήτρη Χριστοδούλου: Να αποτυπώσει το διαρκές άλγος, την ανεπούλωτη πληγή, το έλλειμμα δικαιοσύνης.
Το απόσπασμα από τους «Πρόμαχους» (1965) είναι χαρακτηριστικό:
«Και μια μέρα εκείνο το παλικάρι στη μάχη που δόθηκε κοντά στον τόπο Αγιος Χαράλαμπος ήτανε άρρωστο και είπε στους συντρόφους του: "Σκοτώστε με να μη με πιάσουν ζωντανό". Αλλά αυτοί δεν πρόλαβαν και λυπήθηκαν. Κι εκείνο το καημένο, από μακριά τού έριξαν οι Γερμανοί και το χτύπησαν αλλά δεν πέθανε. Τον σηκώσανε και τον κατεβάσανε στο χωριό και τον έριξαν σα σκυλί καταμεσής στην πλατεία του χωριού μισοπεθαμένο. Τον σκέπασαν μ' ένα τσουβάλι κι όταν νύχτωσε αγγάρεψαν ένα χωριανό, χτυπήσανε τη νύχτα την πόρτα του και του λένε: "Ελα να σηκώσεις τον αντάρτη αυτόν να πας να τον θάψεις στα χωράφια".
Αυτό το Σαββατοκύριακο, θα εστιάσουμε στον υπό διαμόρφωση ποιητή, καθώς μας δίνεται μια πρώτης τάξης αφορμή: Η έκδοση της ποιητικής ανθολογίας στον ογκώδη τόμο με τον τίτλο «Δημήτρης Χριστοδούλου. Ποιήματα - Ανθολογία» (εκδόσεις «Μετρονόμος»), επ' αφορμή των στρογγυλών εκατό χρόνων από τη γέννησή του.
Την ανθολόγηση υπογράφει ο ποιητής Ηλίας Γκρης και το επίμετρο ο Θεοδόσης Πυλαρινός, ομότιμος καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Το βιβλίο θα βρεθεί, την ερχόμενη βδομάδα, στις προθήκες των βιβλιοπωλείων.
Η επιλογή έγινε από τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές:
1954 - 1964: «Νυχτοφύλακες» (η πρώτη ποιητική συλλογή του), «Πελταστές», «Εκ του συστάδην», «Εστίες αντιστάσεως», «Μετά το ανακλητικό», «Παραμεθόρια», «Πάροδος», «Επί ευρέος μετώπου».
1965 - 1975: «Δελφοί», «Πρόμαχοι», «Αιχμές», «Μετοικεσία», «Ο Οδυσσέας στην πλατεία», «Μνημόνιο».
1977 - 1988: «Πετρέλαια», «Νετρόνια», «Ελλάδα μπάϋ ντέϋ», «Ντισκοτέκ», «Ο δρόμος για τα καθαρά», «Πλάγιος άνεμος», «Το ρολόι του Κηρρύστου», «Ούλαφ Πάλμε», «Ο ποιητής κι ο έβενος».
1958 - 1990: «Ανέκδοτα ποιήματα», δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά ή βρέθηκαν στα κατάλοιπά του.
«Με λογισμό κι όνειρο», αυτό το απόσπασμα στίχου από τους ανολοκλήρωτους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», που αποτυπώνει την αισθητική προσέγγιση του Διονυσίου Σολωμού στους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του ελληνικού λαού, κανοναρχεί και τη συγγραφική συνείδηση του Δημήτρη Χριστοδούλου, αυτού του φύσει και θέσει αντιφασίστα προοδευτικού δημιουργού. Ολη η ποίησή του βγαίνει κατευθείαν από τα ορυχεία των πρωτογενών παραγωγών, των εργατών.
«Η ποίηση δεν παράγεται μόνο από την έμπνευση, παράγεται κι από τον κοινωνικό περίγυρο», υποστηρίζει στο αυτοβιογραφικό ντοκιμαντέρ «Μονόγραμμα» (1986, ΕΡΤ Αρχείο). Και συνεχίζει, περιγράφοντας το εγχείρημά του: «Από την εποχή που θα ξεκολλήσω από τα όρια της πρώτης επαφής με τον ποιητικό, με τον μουσικό, με τον θεατρικό λόγο, αρχίζει μία παράλληλη κίνηση. Εχει τον εξής χαρακτήρα: Κοινωνική δράση, κοινωνική πραγμάτωση, κοινωνικό γεγονός. Και από την άλλη πλευρά το καλλιτεχνικό γεγονός. Μα τι είναι; Είναι η μετατροπή όλων των εντυπώσεων σε μια κατάσταση εποπτείας και υπέρβασης».
Ολίγα βιογραφικά για τη διαμόρφωση του Δημήτρη Χριστοδούλου, γιατί χωρίς αυτά η κατάθεσή του στα ελληνικά γράμματα θα παρέμενε αφώτιστη.
Ενας δρόμος του Μεταξουργείου, με τα χαμόσπιτα των Μικρασιατών προσφύγων, η οδός Πλαταιών, όπως όλοι οι δρόμοι της Αθήνας, κάτω από την Ομόνοια. Σ' αυτόν παίζει και διαμορφώνεται, αυτό το πανύψηλο και λυγερόκορμο φτωχόπαιδο, το οποίο γεννιέται στις 4 Απρίλη 1924.
Μπροστά στα μάτια του έχει πολύ σκοτάδι από τον κάματο των ταλανιζόμενων εργαζομένων χωρίς αύριο, αλλά που μοναδικά ζούνε το σήμερα με αλληλεγγύη, γι' αυτό οι κινήσεις τους εκπέμπουν τόσο εκτυφλωτικό φως.
Τα πρωινά και τα απογεύματα εργάζεται σε βιβλιοπωλείο επί της οδού Πεσμαζόγλου στην Αθήνα και τα μεσημέρια που παραμένει κλειστό, πέφτει με τα μούτρα στα βιβλία, με άτακτο κι άναρχο τρόπο. Τα βράδια, τον περιμένει, μετά τον κάματο της μέρας, το νυχτερινό σχολείο των εργατικών νέων.
Χωρίς δεύτερη σκέψη, μπαίνει στις τάξεις της ΕΠΟΝ και μέσα από αυτές θεριεύει, γίνεται αετός, αποκτά ταξική συνείδηση. Τον συλλαμβάνουν οι ναζί και τον οδηγούν στα υπόγεια της Μέρλιν, όπου ανηλεώς τον βασανίζουν.
Αλλά δεν λυγίζει, δεν οπισθοχωρεί, 20 ετών, μέσα στη ρώμη του, τον βρίσκουμε στα οδοφράγματα, τις μέρες του ηρωικού Δεκέμβρη του 1944, ανάμεσα στους μαχητές του ΕΛΑΣ, επί της πλατείας Κάνιγγος.
Δίνει μάχες σώμα με σώμα, τον συλλαμβάνουν, τον οδηγούν στου Γουδή, κι από κει με συνοπτικές διαδικασίες τον επιβιβάζουν στο καράβι του εκτοπισμού.
Στη Βόρεια Αίγυπτο, οι Βρετανοί δολοφόνοι αποικιοκράτες έχουν στήσει το στρατόπεδο συγκέντρωσης Ελ Ντάμπα. Πίσω από το σύρμα, καίγεται τη μέρα και ξεπαγιάζει τις νύχτες.
Η έρημος μεταμορφώνεται σε αφιλόξενο ορίζοντα, καθώς στενεύει κάθε δευτερόλεπτο την αετίσια ματιά του νεαρού κομμουνιστή. Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, επιστρέφει στην Ελλάδα κι έχοντας το μυαλό του στην Τέχνη, δίνει εξετάσεις και περνάει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου.
Περνάει από στρατοδικείο, κατηγορούμενος για ανυποταξία, ενώ τον έχουν παρασημοφορήσει! Τελικά δεν εκτελείται, λόγω του τραυματισμού του. Ομως, την ερχόμενη βδομάδα, θα συνεχίσουμε το αφιέρωμά μας στον Δημήτρη Χριστοδούλου.
ΥΓ: Ο Γιάννης Φέρτης (1938 - 2024), ένας μοναδικός αστερισμός του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. «Μερικές φορές μ' άρεσε να φεύγω τη νύχτα, όταν τελείωνα το θέατρο και να βρίσκομαι στα βουνά τα ξημερώματα, να βλέπω το χάραμα και να μαζεύω αγριολούλουδα, μικρά ματσάκια με μίσχους για να μη διαταράσσω την αρμονία της φύσης», είχε πει. Αυτός ο άνθρωπος.