Οι Αμερικανοί εκμεταλλεύονται τις συναντήσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών για να δώσουν ώθηση στα νεοταξικά σχέδιά τους για την περιοχή, πολύ περισσότερο που λίγο μετά (μέσα στον Μάη) ακολουθεί ο τρίτος γύρος για το Κυπριακό, ενώ δεν παραβλέπουν ότι η εκλεκτή τους κυβέρνηση Σημίτη μόλις βγήκε από τις εκλογές και μπορεί να ικανοποιήσει «άνετα» τις επιθυμίες τους. Σε κάθε περίπτωση, ο ελληνικός λαός πρέπει να επαγρυπνεί, γιατί οι αποφάσεις του Ελσίνκι δεν είναι «κενό γράμμα»...
«Δε θέλουμε τους Αμερικανούς; Με γεια μας με χαρά μας, αλλά τότε ούτε αυτοί θα μας θέλουν! Μας συμφέρει όμως να μη μας θέλουν οι Αμερικανοί; Αρα με ποιο κόστος τους θέλουμε ή δεν τους θέλουμε; Αυτή είναι η ουσία του προβλήματος».
Ετσι, βάζει την ουσία του προβλήματος, ο Ι. Κ. Πρετεντέρης στο χτεσινό «Βήμα». Κι έχει από μια πλευρά δίκιο. Αλλωστε, αν βάλετε αντί της λέξης Αμερικανοί τη λέξη Τούρκοι ή τη λέξη Γερμανοί, θα διαπιστώσετε πολύ εύκολα ότι τα ίδια ακριβώς λέγονταν και πριν την Επανάσταση του 1821, στην πρώτη περίπτωση ή το 1939-40, στη δεύτερη. Ποτέ δεν έλειψαν οι κήρυκες της εθελοδουλίας και της υποταγής. Ο λαός μας, όμως, έδινε πάντα τη δική του αγωνιστική απάντηση και σ' αυτούς και στους κάθε λογής επίδοξους επικυρίαρχους.
Ακρως επικίνδυνη αναδεικνύεται για τα δικαιώματα των εργαζομένων, η πρακτική των μεγάλων πολυκαταστημάτων, στις περισσότερες περιπτώσεις πολυεθνικών συμφερόντων. Στη Θεσσαλονίκη, προχτές, μέρα αργίας για τους εργαζόμενους στα καταστήματα σύμφωνα με απόφαση της Νομαρχίας, τα μεγάλα αυτά καταστήματα έγραψαν την απόφαση «στα παλιά τους τα παπούτσια»..
Ωστόσο, η ασυδοσία των μεγαλεμπόρων βρήκε σύμμαχο το ίδιο το υπουργείο Εργασίας, που οι υπηρεσίες του άσκησαν πιέσεις για να μην εκτελεστεί η απόφαση της νομαρχίας, η οποία από την πλευρά της έχει ήδη προσφέρει τη δυνατότητα στους μεγαλοκαταστηματάρχες να λειτουργούν σε πολλές περιοχές την Κυριακή.
Το ωράριο εργασίας και άλλα δικαιώματα των εργαζομένων θίγονται άμεσα και χωρίς κανέναν ουσιαστικό έλεγχο από τις πολυεθνικές του χώρου, που απ' ό,τι φαίνεται αποτελούν την εμπροσθοφυλακή, τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Αθήνα, για να προχωρήσει η «ελαστικοποίηση» των εργασιακών σχέσεων και η «απασχολησιμότητα» στο εμπόριο.
Είναι γνωστό κι έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι η πολιτική της κυβέρνησης για τη ναυτιλία, που υλοποιείται από το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, είναι βαθιά αντιναυτεργατική, στηρίζει τα συμφέροντα των εφοπλιστών και επιφυλάσσει δυσάρεστες συνέπειες για τους εργάτες της θάλασσας.
Ωστόσο, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ακόμη και υποστηρικτές αυτής της πολιτικής να δέχονται τη θυσία της ανθρώπινης ζωής σαν... δικαιολογημένο κόστος για την υλοποίησή της!
Κι όμως, η άδεια που δίνει το ΥΕΝ σε εφοπλιστές της ακτοπλοΐας να στελεχώνουν τα πλοία τους με λειψό αριθμό ναυτεργατών θέτει σε άμεσο κίνδυνο τις ζωές τόσο των πληρωμάτων, όσο και των επιβατών. Αδειες, που στηρίζονται στην ύπαρξη και ισχύ, ακόμη και σήμερα, χουντικών νόμων και οι οποίες αποσκοπούν στην αποκόμιση των μεγαλύτερων δυνατόν κερδών από τους ακτοπλόους εφοπλιστές.
Δήμους δύο ταχυτήτων προωθεί η κυβέρνηση κι απ' ό,τι φαίνεται το θέμα θα απασχολήσει και το συνέδριο της ΚΕΔΚΕ στη Χαλκιδική. Σύμφωνα με όσα επεξεργάζονται οι κυβερνώντες, οι επιδόσεις των δήμων θα βαθμολογούνται στη βάση μιας σειράς οικονομικών δεικτών. Και οι μεν «καλοί» δήμοι θα επιβραβεύονται, ενώ οι «κακοί» θα τιμωρούνται, θα χρηματοδοτούνται, δηλαδή, με λιγότερα χρήματα. Κι όπως καταλαβαίνει ο καθένας, τα κριτήρια εξέτασης και βαθμολόγησης θα είναι προσαρμοσμένα στα πλαίσια της δημοσιονομικής και γενικότερα της κυβερνητικής πολιτικής.
Προφανώς, η αποκέντρωση που διατυμπανίζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, αφορά αποκλειστικά και μόνο τη διάχυση του αυταρχισμού της και προς τους δήμους την ακόμη μεγαλύτερη μετατροπή των τελευταίων, σε «μακριά χέρια» της αντιλαϊκής της πολιτικής...
Θα έλεγε κανείς ότι είναι σαν να μας περιέλουσαν με βενζίνη και να μας πέταξαν ένα σπίρτο, αλλά με δεδομένες τις τιμές των καυσίμων και ιδίως της βενζίνης - απαγορεύεται ακόμα και... η παρομοίωση.
Μια φορά, πάνω στην ώρα δημιουργήθηκε όλη αυτή η κατάσταση, έτσι για να καταλάβουμε τι σημαίνει ΟΝΕ και «Ζώνη του ΕΥΡΩ», αυτή για την οποία ο Παπαντωνίου μίλησε χτες με τα καλύτερα λόγια και την είπε «ιστορική στιγμή».
Δε λέμε, άμα είσαι χρηματιστηριακή εταιρία ή μεγάλη επιχείρηση ή μεγάλος όμιλος επιχειρήσεων ή, τέλος πάντων, κάτι τέτοιο και δουλιά σου είναι, μεταξύ άλλων, να παρακολουθείς τις ισοτιμίες και να κερδίζεις από αυτές επενδύοντας το (μεγάλο βέβαια) κεφάλαιό σου, καλά είναι.
Μόνο που (η τελευταία απογραφή πληθυσμού το λέει, δεν το λέμε εμείς) αυτή η χώρα έχει και.... άλλους κατοίκους εκτός από χρηματιστές, εφοπλιστές και βιομηχάνους. Μάλιστα -αν και μπορεί να εκπλήξει αυτό την κυβέρνηση- αυτοί οι «άλλοι κάτοικοι» αποτελούν και την πλειοψηφία του πληθυσμού!
«Θα υλοποιήσουμε το πρόγραμμά μας», δήλωσε επίσης χτες ο Παπαντωνίου αναφερόμενος στις ιδιωτικοποιήσεις του ΟΤΕ, της ΔΕΗ, του ΟΠΑΠ και γενικώς οποιουδήποτε δημόσιου οργανισμού. Το είχαμε υποσχεθεί προεκλογικά είπε.
Αλήθεια, μια και είναι πρόσφατη η προεκλογική περίοδος, θυμάται κανείς σας καμιά αφίσα, ή διαφήμιση του ΠΑΣΟΚ που να λέει «Ψηφίστε μας για να ιδιωτικοποιήσουμε το σύμπαν»;
Αλλα λέγανε τότε και αλλά προβάλανε...
Ετσι όπως πάνε, σε λίγο θα μας πούνε, ότι δεν μπορούνε να μην ιδιωτικοποιήσουν τον ΟΤΕ πχ, γιατί... φοβούνται τη λαϊκή αντίδραση!
Δεύτερον, την ευθύνη διεξαγωγής της έχει το νεοσύστατο στρατηγείο της Συμμαχίας στον Τύρναβο.
Και τρίτον, στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας θα στρατοπεδεύσουν, για πρώτη φορά μετά το 1897, επί ελληνικού εδάφους.
Και τα τρία αυτά νέα χαρακτηριστικά άπτονται της επιχείρησης πλήρους συμμετοχής της Ελλάδας στα σχέδια του ΝΑΤΟ στην περιοχή μας και της προσπάθειας «επίλυσης» όλων των εκκρεμοτήτων, στα πλαίσια της Συμμαχίας, ανάμεσα στη χώρα μας και στην Τουρκία, μαζί κι εκείνων που αφορούν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο. Ταυτοχρόνως, σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές «εκκρεμότητες», στην «επίλυσή» τους θα συμβάλει και η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, που πραγματοποιείται στις ΗΠΑ, υπό την εποπτεία και καθοδήγηση της Μ. Ολμπράιτ, η οποία ανοίγει το δρόμο για έναν εφ' όλης της ύλης διάλογο ανάμεσα στις δυο χώρες.