Πιστοποιητικό ότι τα διπλώματα που χορηγεί (μετά από 10 εξάμηνα ενιαίων σπουδών και πτυχιακή εργασία) αντιστοιχούν σε 300 πιστωτικές μονάδες (ects) και είναι επιπέδου μάστερ, αποφάσισε να δίνει στο εξής το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) σε όσους αποφοίτους του το ζητήσουν. Ουσιαστικά, αυτό το πιστοποιητικό θα αναγνωρίζεται προς το παρόν μόνο στο εξωτερικό, αλλά θα λειτουργεί ως μέσο πίεσης προς την κυβέρνηση προκειμένου να θεσμοθετήσει και εντός Ελλάδας τα πενταετή πτυχία ως ισότιμα με μάστερ.
Στην ουσία, πρόκειται για μια κίνηση που ...πατώντας πάνω στην αγωνία χιλιάδων πτυχιούχων για την επαγγελματική τους προοπτική και το μέλλον τους, σπέρνει συντεχνιακές αυταπάτες στους νέους μηχανικούς και στρώνει το δρόμο για την πλήρη εφαρμογή των κατευθύνσεων της Μπολόνια. Εξάλλου, η επίκληση των 300 πιστωτικών μονάδων και της λογικής της Μπολόνια είναι το βασικό επιχείρημα των διοικήσεων των Πολυτεχνείων προκειμένου να πείσουν την κυβέρνηση να αναγνωρίσει τα πτυχία τους ως μάστερ.
Η Μπολόνια, που επικαλούνται, υπαγορεύει το σπάσιμο των ενιαίων πενταετών σπουδών σε δυο κύκλους. Επιπλέον, η εφαρμογή αυτών των ευρωκατευθύνσεων (που στα λόγια υποτίθεται ότι τις αντιπαλεύει το ΕΜΠ) ισοπεδώνει όλους τους τίτλους σπουδών και τα πτυχία, καθιστώντας τους επιχειρηματίες ως τους τελικούς και βασικούς κριτές κάθε τίτλου σπουδών. Σ' αυτόν τον κυκεώνα είναι μεγάλη αυταπάτη να πιστεύει κανείς ότι με μια νομοθετική ρύθμιση μπορεί να σώσει τα πτυχία μιας επιστήμης όταν όλα συνολικά τα πτυχία παίρνουν την κατηφόρα...
Με μια μακροσκελή ανακοίνωση ο πρόεδρος του ΤΕΙ Αθήνας, Δ. Νίνος, εκφράζει την ενόχλησή του για τις δηλώσεις του πρύτανη του Πολυτεχνείου Κρήτης, Ι. Γρυσπολάκη, ο οποίος είπε ότι το επίπεδο σπουδών στα Πολυτεχνεία και τα ΤΕΙ είναι διαφορετικό. Χαρακτηρίζοντας συντεχνιακή τη νοοτροπία του πρύτανη, ο Δ. Νίνος τον ρωτά μεταξύ άλλων: «Το ακαδημαϊκό έτος 2008 - 2009 όπως και το προηγούμενο 2007 - 2008, στα ΤΕΙ της χώρας πραγματοποιήθηκαν 13 - 15 εβδομάδες διδασκαλίας ανά εξάμηνο σπουδών. Πόσες εβδομάδες διδασκαλίας πραγματοποιήθηκαν τα αντίστοιχα ακαδημαϊκά έτη στο Πολυτεχνείο Κρήτης;». Ουσιαστικά, δηλαδή, υπονοεί ότι το επίπεδο σπουδών στα ΤΕΙ δεν υπολείπεται των πανεπιστημίων, επειδή στα ΤΕΙ τα τελευταία χρόνια γίνεται περισσότερος χρόνος μάθημα. Αυτό, μάλιστα, είναι κριτήριο! Εκτός και αν θέλει να υπονοήσει ότι τα ΤΕΙ δεν υπολείπονται των πανεπιστημίων επειδή εκδηλώνονται λιγότερες κινητοποιήσεις απ' ό,τι στα πανεπιστήμια!
Αλλο επιχείρημά του είναι ότι η υψηλότερη βάση εισαγωγής στο ΤΕΙ Αθήνας είναι στο 19,5, λες και το επίπεδο των σπουδών στο ίδρυμα το καθορίζουν οι επιδόσεις των μαθητών της Γ' Λυκείου στις πανελλήνιες...!
Και στη συνέχεια θέτει το ερώτημα: «Γιατί θα πρέπει να ισχύουν πάντοτε δυο μέτρα και δυο σταθμά, όταν τίθεται το ζήτημα της χρηματοδότησης και της αξιολόγησης των ΤΕΙ έναντι των πανεπιστημίων;». Φυσικά δεν μπορεί κανείς να μην του αναγνωρίσει το δίκαιο του ερωτήματος, μπορεί όμως να θέσει στον πρόεδρο του ΤΕΙ Αθήνας το ερώτημα: Ποιοι ήταν άραγε εκείνοι που το 2001 πανηγύριζαν για την υποτιθέμενη «ανωτατοποίηση» και έσπερναν αυταπάτες στον κόσμο των ΤΕΙ...;