Η περίπτωση του ιστορικού κτιρίου της οδού Ζαλοκώστα 7 στην Αθήνα και η θέση του ΚΚΕ
Πέρα από τα αρχιτεκτονικά του χαρακτηριστικά που διασώζουν ένα κομμάτι της αστικής ανάπτυξης του μεσοπολέμου σε μια πόλη που καταστρέφεται καθημερινά, το κτίριο αυτό «φέρει» και μια ιδιαίτερη ιστορική κληρονομιά. Το υπόγειό του χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της κατοχής ως τόπος βασανιστηρίων, ενώ προπολεμικά είχε διαμορφωθεί ως καταφύγιο με ειδική προφύλαξη από αέρια. Σύμφωνα, επίσης, με μαρτυρίες, το κτίριο επικοινωνεί με παλιά στοά, η οποία χρησιμοποιήθηκε από το ΕΑΜ κατά την επιχείρηση ανατίναξης του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» το Δεκέμβρη του 1944, όταν είχε μετατραπεί σε έδρα της «κυβέρνησης» Παπανδρέου και των Αγγλων κατακτητών.
Σήμερα ανήκει στο Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, το οποίο, το 2003 ήθελε να το κατεδαφίσει, κάτι που τελικά αποφεύχθηκε. Το θέμα είναι ότι το υπουργείο Πολιτισμού επί σειρά ετών αδιαφορούσε για την «τύχη» του κτιρίου και δεν προχωρούσε στην κήρυξή του ως διατηρητέου. Αυτό τελικά επετεύχθη μόλις το 2008, οπότε χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό κτίριο. Κι όμως, μόλις τέσσερις μήνες μετά, τον περασμένο Απρίλη, ο υπουργός Πολιτισμού αποφασίζει να ξαναστείλει το θέμα στο συμβούλιο για να εξετάσει «τον προσδιορισμό του εύρους του χαρακτηρισμού (κέλυφος, υπόγειος χώρος κ.λπ.)». Δηλαδή, να επαναπροσδιοριστεί τι ακριβώς χαρακτηρίζεται από το κτίριο.
Δεν είναι η πρώτη φορά που το υπουργείο Πολιτισμού επιτίθεται σε αυτό που θα έπρεπε να προστατεύει. Το 2006, π.χ. το Ε' Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας ακύρωσε την πράξη του ΥΠΠΟ του 2004, με την οποία είχε εγκριθεί μελέτη για πλήρη εσωτερική αναδιάταξη (γκρέμισμα ορόφων κ.λπ.) του ιστορικού κτιρίου της πλατείας Κλαυθμώνος, επί των οδών Σταδίου 32 και Κοραή 2 που χτίστηκε το 1860 και που είχε κηρυχτεί διατηρητέο από το 1984. Με την απόφαση του ΥΠΠΟ προβλεπόταν το γκρέμισμα τεσσάρων ορόφων και η δημιουργία εσωτερικά έξι χαμηλοτάβανων ορόφων, κατά τη γνωστή τακτική. Το ΣτΕ ανέφερε ότι στα διατηρητέα κτίρια επιτρέπονται μόνο ορισμένες επεμβάσεις για στατικούς και λειτουργικούς λόγους. Είναι ανεπίτρεπτο, όμως, οι επεμβάσεις αυτές να αλλοιώνουν το γενικό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα και τις βασικές αρχές της αρχιτεκτονικής σύνθεσης των κτιρίων.
Ανάλογη επίθεση έχουν υποστεί και τα «Ξενία». Τα περισσότερα έχουν περάσει στη διαχείριση της Εταιρείας Τουριστικών Ακινήτων του υπουργείου Τουρισμού, η οποία ουσιαστικά προωθεί την εκποίησή τους. Οταν το 2008 στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων συζητιόταν η κήρυξη πέντε εξ αυτών, προέκυψε ότι η Διεύθυνση Νεότερης και Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟ, πρότεινε στο ΚΣΝΜ την κήρυξη ως μνημείου μόνο του κελύφους των κτιρίων και όχι του εσωτερικού τους. Δηλαδή μια «μισή» κήρυξη που στην πράξη θα σήμαινε ολόκληρη καταστροφή, αφού, ειδικά με τον τρόπο που είναι χτισμένα τα «Ξενία», δεν «υπάρχει» κέλυφος με τη στενή έννοια του όρου. Αρα οποιαδήποτε αλλαγή του εσωτερικού τους θα σήμαινε συνολική αλλοίωση. Ο στόχος είναι πάλι το κέρδος, αφού οι αλλαγές στο εσωτερικό τους παραπέμπουν σε ξενοδοχειακές μονάδες που οι αρχιτέκτονες χαρακτήρισαν ως «μικρές "Μεγάλες Βρετανίες"» και όχι ως «μοτέλ» που απευθύνονταν στα μικρά και μεσαία εισοδήματα.
Η πολιτική ουσία αυτών των ζητημάτων αναδείχθηκε στην πρόσφατη Ερώτηση του ΚΚΕ προς τους υπουργούς Πολιτισμού, Εμπορικής Ναυτιλίας και Αιγαίου, με αφορμή την «περίεργη» αναπομπή του θέματος του κτιρίου της Ζαλοκώστα για «επανεξέταση». Οι ερωτώντες κομμουνιστές βουλευτές (Εύα Μελά, Λιάνα Κανέλλη, Διαμάντω Μανωλάκου και Βέρα Νικολαΐδου) σημειώνουν ότι το σκεπτικό της κήρυξης του κτιρίου δίνει ακριβώς ιδιαίτερο βάρος «στο μνημειακό ιστορικό των υπογείων, αλλά και στο κέλυφος του κτιρίου, που αποτελεί ένα από τα ελάχιστα εναπομείνατα δείγματα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της εποχής του μεσοπολέμου». Συνεπώς, «αναρωτιέται κανείς για το πραγματικό νόημα αυτής της αναπομπής».
Για το ΚΚΕ, βέβαια, το ερώτημα είναι ρητορικό. Επισημαίνει ότι «τα διατηρητέα κτίρια αποτελούν πολύτιμα δείγματα της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς και μπορούν να επαναχρησιμοποιούνται με εκσυγχρονισμό της εσωτερικής τους δομής χωρίς να καταστρέφονται τα εξωτερικά ή εσωτερικά αρχιτεκτονικά ή ιστορικά τους στοιχεία (...)». Αφού αναφέρει και την ιστορική διάσταση του κτιρίου, το ΚΚΕ προσθέτει ότι «η πολιτιστική μας κληρονομιά και η ιστορική μνήμη του λαού δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να μπαίνουν στην "Προκρούστεια κλίνη" στο όνομα της όποιας εμπορικής εκμετάλλευσης. Μάλιστα, οφείλει η Πολιτεία να παίρνει όλα εκείνα τα μέτρα, ώστε τα περιουσιακά στοιχεία των Ταμείων να αποδίδουν τα μέγιστα προς όφελος των εργαζομένων. Ενα όφελος που δεν έχει οικονομική μόνο διάσταση». Αναφερόμενο δε στις «ειδικές ρυθμίσεις» του ΥΠΕΧΩΔΕ που είδαμε παραπάνω, στην Ερώτηση σημειώνεται ότι με αυτές, «τα όποια διασωθέντα κηρυγμένα κτίρια της Αθήνας "αξιοποιήθηκαν" αφού φορτώθηκαν με εφιαλτικές προσθήκες και καταστράφηκε ολόκληρη η εσωτερική δομή τους (...)».
Ακόμη και αν το ΚΣΝΜ δεν ενδώσει στις κυβερνητικές πιέσεις και εμμείνει στην αρχική κήρυξη ολόκληρου του κτιρίου, το θέμα της... «διατήρησης διά των προσόψεων» μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο εντός ενός πλαισίου πάλης που θα στοχεύει στην κατάργηση της μετατροπής της πολιτιστικής κληρονομιάς σε εμπόρευμα.