Η συνέχεια δόθηκε στη Βουλή, στη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, από τα πιο επίσημα χείλη: Από τον πρωθυπουργό, Γιώργο Παπανδρέου. Δεν είναι τυχαίο ότι στο κλίμα της αταξικής «εθνικής ομοψυχίας», ο πρωθυπουργός στη δευτερολογία του επιφύλαξε γλυκόλογα για τα κόμματα που σιγοντάρουν την εφαρμογή της αντιλαϊκής πολιτικής. Από την άλλη, δεν έκρυψε την δυσαρέσκειά του για το ΚΚΕ, την πολιτική του και την πάγια υπεράσπιση των εργατικών δικαιωμάτων και διεκδικήσεων. Επιχειρώντας να συκοφαντήσει το ΚΚΕ, που χαλάει τη «σούπα» της συναίνεσης, είπε χαρακτηριστικά: «Αξιοπερίεργη είναι η στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, που με το καλημέρα εξήγγειλε τόσες κινητοποιήσεις όσες δεν έκανε τα τελευταία πέντε χρόνια».
Ο πρωθυπουργός δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να συνεχίσει τον εκβιασμό στις λαϊκές συνειδήσεις που ο ίδιος και το ΠΑΣΟΚ έχτισαν ως αξιωματική αντιπολίτευση, «όποιος δεν είναι με το ΠΑΣΟΚ, είναι με τη ΝΔ». Και έριχναν λάσπη στο ΚΚΕ, μιλώντας για «αριστερό ψάλτη της δεξιάς» κ.λπ.
Εκείνο που ενοχλεί την κυβέρνηση είναι ότι το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα που δεν «τσιμπάει» στα κελεύσματα περί «ομοψυχίας», και καλεί και το λαό να μην «πατήσει τη μπανανόφλουδα» της συναίνεσης, να μη χάσει χρόνο, να οργανώσει την πάλη του για την απόκρουση της αντιλαϊκής πολιτικής.
Το ΠΑΣΟΚ έγινε κυβέρνηση παίρνοντας, όπως λέει, ισχυρή λαϊκή πλειοψηφία με 160 βουλευτές και υποστηρίζει ότι έχει και φιλολαϊκή πολιτική. Αλλά δεν έχει. Φέρνει καταιγίδα αντιλαϊκών μέτρων. Φοβάται την ανάπτυξη του ταξικού εργατικού, του λαϊκού κινήματος. Και χτυπά το ΚΚΕ. Γιατί ξέρει ότι είναι το μόνο κόμμα που μπορεί να συμβάλει στην οργάνωση των αγώνων, όπως έκανε και επί ΝΔ. Η πολιτική του, η συνεπής αντιμονοπωλιακή του στρατηγική είναι η μόνη κάθετα αντίθετη στην πλουτοκρατία. Με δεδομένα τα αντιλαϊκά μέτρα φοβάται τη δυναμική της. Και προετοιμάζει το έδαφος, ενάντιά του.
Γι' αυτό και η ενασχόλησή τους στο άτυπο Υπουργικό Συμβούλιο της περασμένης Πέμπτης με το ΚΚΕ, όπου υπουργοί της κυβέρνησης, με πρώτους τον Μ. Χρυσοχοΐδη, τον Α. Λοβέρδο και την Α. Διαμαντοπούλου, ζήτησαν ούτε λίγο, ούτε πολύ, να διαμορφώσει η κυβέρνηση ενιαίο μέτωπο απέναντί του.
Η αγωνία της κυβέρνησης, που επικαλείται το εκλογικό ποσοστό του 44% για να πιστοποιήσει τη σταθερότητα και τη δήθεν φιλολαϊκή πολιτική της, είναι εμφανής. Στοχοποιώντας το ΚΚΕ στοχοποιεί το εργατικό λαϊκό κίνημα, δείχνοντας καθαρά ότι φοβάται τις λαϊκές αντιδράσεις που αναπόφευκτα θα γεννήσει η θύελλα που έρχεται σε όλα τα μέτωπα. Με την επίθεση στο ΚΚΕ ευελπιστεί ότι θα καταφέρει να περιορίσει τη δράση του και πολύ περισσότερο τη δράση του ταξικού κινήματος. Η άλλη είναι επιδίωξη να δοθεί ελκυστικό περιεχόμενο στην αστική δημοκρατία κόντρα στο σοσιαλισμό.
Αυτό προσπάθησε να κάνει ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Θ. Πάγκαλος, ο οποίος στη συζήτηση των προγραμματικών δηλώσεων, σημείωσε στην ομιλία του, απευθυνόμενος στο ΚΚΕ: «Εμείς θέλουμε ένα σύστημα το οποίο θα στηρίζεται στη συνεχή διεύρυνση των ελευθεριών. Οι ελευθερίες του ελληνικού λαού, τα ατομικά του δικαιώματα έχουν κατακτηθεί με ποτάμια αίματος. Ποτάμια αίματος που χύθηκαν για την εθνική ολοκλήρωση σε πολέμους και αγώνες εναντίον άλλων λαών και στην πρόσφατη εποχή ποτάμια αίματος που χύθηκαν για να ανατραπούν ολοκληρωτικές ιδεολογίες. Το κοινωνικό μας και οικονομικό καθεστώς γίνεται αποδεκτό από την τεράστια πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Το κοινωνικό και οικονομικό μας καθεστώς, που είναι η προϋπόθεση της δημοκρατικής ελευθερίας και των ατομικών δικαιωμάτων για κάθε πολίτη, προβλέπει ένα μικτό οικονομικό σύστημα. Χωρίς μικτό οικονομικό σύστημα, με μονοπώλιο από μια κρατική οικονομία, ελευθερίες δεν υπάρχουν, ατομικά δικαιώματα δεν υπάρχουν και επομένως δημοκρατία δεν υπάρχει».
Το σοσιαλισμό χτυπά ως αντιδημοκρατική κοινωνία, γιατί εκεί αναφέρεται όταν μιλάει για «μονοπώλιο από μια κρατική οικονομία» και όταν ευθυγραμμιζόμενος με την εκστρατεία συκοφάντησης του σοσιαλισμού αναφέρεται σε «ολοκληρωτικές ιδεολογίες». Βέβαια, το «μικτό σύστημα» που επικαλείται η σοσιαλδημοκρατία δεν είναι τίποτα διαφορετικό από αυτό που ζούμε σήμερα, τον καπιταλισμό στην κρατικομονοπωλιακή του βαθμίδα. Απλά, η σοσιαλδημοκρατία διαχρονικά έχει δείξει ικανότητα και δείγματα γραφής για το πώς μπορεί να υιοθετεί συνθήματα και «τσιτάτα» που φαίνονται προοδευτικά ή αντι-συντηρητικά, για να εγκλωβίσει το λαό, για να εμποδίσει τη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών στρωμάτων. Στην ουσία χτυπά ως αντιδημοκρατική κοινωνία τη σοσιαλιστική, για να υπερασπίσει την καπιταλιστική ιδιοκτησία η οποία καταργείται στο σοσιαλισμό. Τη δημοκρατία και την ελευθερία των καπιταλιστών να εκμεταλλεύονται ξένη εργασία θέλει να ενισχύσει, συκοφαντώντας τη συνειδητή συμμετοχή στην οικοδόμηση αυτής της σοσιαλιστικής κοινωνίας από την εργατική τάξη και το λαό της με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα. Μια κοινωνία που δε μιλά για αναδιανομή πλούτου ανάμεσα σε ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και εργάτες, αφού όλος ο παραγόμενος πλούτος ανήκει στο λαό. Αυτό ξορκίζει.
Το ΚΚΕ είναι ο αντίπαλος της πλουτοκρατίας, ως η οργανωμένη πρωτοπορία της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, που προβάλλει τη διέξοδο της ταξικής πάλης για να αλλάξει χέρια η εξουσία. Και για να υπερασπίσουν τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού, ισχυρίζονται ότι «προϋπόθεση της δημοκρατικής ελευθερίας και των ατομικών δικαιωμάτων για κάθε πολίτη» είναι η «μικτή οικονομία».
Οταν όμως μιλάει η σοσιαλδημοκρατία - όπως και τα άλλα αστικά κόμματα - για «δημοκρατία» και «ατομική ελευθερία», ως κριτήριο θέτουν τη «δημοκρατία» της τάξης τους, δηλαδή τη διαιώνιση του συστήματος εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων από την πλουτοκρατία. Οταν μιλούν για «ατομική ελευθερία» εννοούν την ατομική ελευθερία του καπιταλιστή, να έχει στην κατοχή του τα μέσα παραγωγής, να εκμεταλλεύεται τους εργατοϋπάλληλους, να αυξάνει την κερδοφορία του. Αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της «ελευθερίας» και των «δικαιωμάτων» που ευαγγελίζονται.
Ο καπιταλισμός, είτε στη σοσιαλδημοκρατική, είτε στη νεοφιλελεύθερη διαχειριστική του έκδοση, αναγνωρίζει ως «ελευθερία» και «δημοκρατία»:
Είναι προφανές ότι αυτή η «δημοκρατία» και η «ατομική ελευθερία» δεν αφορά τους πάντες. Είναι δημοκρατία και ατομική ελευθερία για την πλουτοκρατία, αλλά είναι καταπίεση και εκμετάλλευση για τους εργαζόμενους, για τα λαϊκά στρώματα, για την πλειοψηφία του λαού. Αυτό ακριβώς θέλουν να συγκαλύψουν η πλουτοκρατία και οι πολιτικοί της υπηρέτες, με προεξάρχουσα τη σοσιαλδημοκρατία που ιστορικά παίζει πιο αποτελεσματικά το ρόλο να εγκλωβίζει λαϊκές δυνάμεις.
Από τη σκοπιά του «δίκιου» των εργοδοτών, των επιχειρηματιών, του κεφαλαίου, ξεδιπλώνεται η επίθεση της πλουτοκρατίας και των μηχανισμών της κατά του ΚΚΕ. Γιατί το ΚΚΕ είναι το μόνο Κόμμα που ξεκάθαρα διακηρύττει ότι «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη». Σε αυτό το σημείο στοχεύουν οι επιθέσεις. Γι' αυτό και στα επιχειρήματά τους έχουν τη συκοφάντηση του σοσιαλισμού, τη συκοφάντηση του ρόλου και της στάσης του Κόμματος, την άσκηση πίεσης προς το ΚΚΕ για να υποχωρήσει από τη στρατηγική του. Την πλαγιοκόπηση του Κόμματος για να αλλάξει πολιτική συμμαχιών, να αποκηρύξει δηλαδή την ταξική πάλη, την επανάσταση, το σοσιαλισμό.
Είτε με συκοφαντίες, είτε με προβοκάτσιες, είτε με παρεμβάσεις - εμπόδια στη δράση του ΚΚΕ και ωμές επιθέσεις, το μέτωπο της πλουτοκρατίας και των κομμάτων της σε βάρος του Κόμματος παραμένει κλιμακούμενα ανοιχτό. Τους το ξαναλέμε σε όλους τους τόνους: Μάταιος ο κόπος τους να χτυπήσουν το ΚΚΕ και το κίνημα, να αμαυρώσουν το σοσιαλισμό και τις κατακτήσεις του. Η 91χρονη πορεία του ΚΚΕ το επιβεβαιώνει και η επεξεργασμένη, δοκιμασμένη στρατηγική του Κόμματος αποτελεί τη μεγαλύτερη εγγύηση γι' αυτό.