Στις 31 του Οκτώβρη του 2004 είχε συντελεστεί, σε αυτήν τη μικρή χώρα ανατολικά της Αργεντινής, μία αλλαγή: Μετά από 170 χρόνια, η Ουρουγουάη είχε για πρώτη φορά μία κυβέρνηση, που δεν είχε συσταθεί από τα δεξιά κόμματα Κολοράδο (Εγχρωμοι - Κόκκινοι) ή το Εθνικό (Λευκοί). Αυτά τα δύο κόμματα είχαν κατέβει στις εκλογές του 2004 χωριστά, ωστόσο κανένας από τους υποψηφίους τους δεν κατάφεραν να περάσουν σε έναν δεύτερο γύρο, οπότε και θα ένωναν τις δυνάμεις τους, καθώς ο Ταμπαρέ Βάσκες, που ανήκει στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, στα πλαίσια του Ευρέος Μετώπου, πέτυχε το 50,5 % των ψήφων από τον πρώτο γύρω. Στις βουλευτικές εκλογές το Μέτωπο εξασφάλισε την απόλυτη πλειοψηφία, κερδίζοντας 52 από τους 99 βουλευτές, καθώς και στη Γερουσία με 17 από 31 γερουσιαστές, ενώ το Μάη του 2005 σημείωνε άνοδο και στις δημοτικές εκλογές.
Οι προσδοκίες για την «αριστερή» κυβέρνηση ήταν τότε τόσο μεγάλες, όση και η ακολουθούμενη απογοήτευση. Ικανοποιημένοι ήταν όσοι είχαν διαβάσει και πάρει στα σοβαρά το ταξικά ουδέτερα ισορροπημένο εκλογικό πρόγραμμα 2004. Ομως, καθώς η κυβέρνηση προχώρησε σε κάποιες, λίγες θετικές αλλαγές στην κοινωνική πολιτική και στο εργατικό δίκαιο, ο κυβερνητικός συνασπισμός «Ευρύ Μέτωπο» των 20 οργανώσεων, μέσα στα τέσσερα τελευταία χρόνια, είχε λίγες απώλειες, όπου αποχώρησαν παράλληλα με μεμονωμένα άτομα μόνο μια ολοκληρωμένη ομάδα, η Λαϊκή Συνέλευση, που κατηγόρησε την κυβέρνηση για συνέχιση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής των προκατόχων της. Ωστόσο, συνεχώς εκφραζόταν δυσαρέσκεια για αποφάσεις του Προέδρου Βάσκες όπως π.χ. για την αποπληρωμή του εξωτερικού χρέους προς το ΔΝΤ και ιδιώτες πιστωτές, για το βέτο του σε διευκολύνσεις για τη διακοπή της κύησης και για την άρνησή του να άρει το νόμο αμνηστίας, που θέσπισαν οι στρατιωτικοί μετά το τέλος της δικτατορίας το 1985. Για την άρση του παραπάνω νόμου θα διεξαχθεί σήμερα, κόντρα στην προεδρική βούληση, και ένα δημοψήφισμα.
Οπως όλα δείχνουν, ο Χοσέ Μουχίκα, πρώην αντάρτης Τουπαμάρο, που βρέθηκε κρατούμενος για 14 ολόκληρα χρόνια σε φυλακές τόσο της δικτατορίας όσο και της «δημοκρατίας», αναδεικνύεται σε άξιο διάδοχο του Βάσκες, αν και ο τελευταίος είχε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας κάποιες ενστάσεις ως προς τις προεκλογικές δηλώσεις του Μουχίκα, π.χ. για την απίστευτη κορόνα που εκτόξευσε «Η Κούβα καταρρέει σε κομμάτια λόγω γήρατος». Ομως, τις προσπάθειες για καταδίκη των υπολειμμάτων της δικτατορίας, ο Μουχίκα, ακολουθώντας την τακτική του Ταμπαρέ Βάσκες, τις θεωρεί «θέμα, που δεν ενδιαφέρει τις μάζες» και κατά συνέπεια άξιο κριτικής. «Απαιτώ ανθρώπινα δικαιώματα για αυτούς που είναι ζωντανοί» λες και πρόκειται για μία αντιπαράθεση για την υπόσχεση σωτηρίας των ψυχών της εκκλησίας και όχι για το δίκαιο αίτημα απονομής δικαιοσύνης των συγγενών των δολοφονημένων αγωνιστών. Ακόμα, ο Μουχίκα, καθώς και ο υποψήφιος του Μετώπου για την Αντιπροεδρία, Ντανίλο Αστόρι, που διετέλεσε υπουργός Οικονομίας εφαρμόζοντας μια συντηρητική πολιτική, σε συνάντησή τους με τον Σύνδεσμο Βιομηχάνων τόνιζαν ότι κανείς δεν μπορεί καλύτερα από μία δεύτερη κυβέρνηση του Μετώπου να εγγυηθεί την κοινωνική ειρήνη, σπεύδοντας να τους διαβεβαιώσουν ότι θα αναθεωρήσουν ολόκληρο το εργατικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος στην απεργία, καθώς διαπιστώνουν ιδιαίτερη ωρίμανση του συνδικαλιστικού κινήματος(!). Αν, ωστόσο, πάρουμε υπόψη τα όσα διαβάσαμε, στις 10 του Οκτώβρη, στην εφημερίδα «Juventud», όπου, όπως αναφέρεται, πρώην ανώτατα συνδικαλιστικά στελέχη στην Υγεία και σε άλλους κρατικούς τομείς, διώκουν εργαζόμενους, τους αρνούνται την τήρηση των συλλογικών συμβάσεων και τους εκπαραθυρώνουν από τις συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, τότε μάλλον για σήψη πρόκειται και όχι ωρίμανση του συνδικαλιστικού κινήματος. Παράλληλα, ο Μουχίκα επισήμανε στους βιομηχάνους ότι «γνωρίζω πως η ιδιοκτησία είναι ιερή και έχει μία σχεδόν μυθολογική αξία», ενώ για το δικαίωμα στην απεργία τόνισε ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί με διαπραγματεύσεις που θα διεξαχθούν, αν χρειαστεί, μέχρι Δευτέρας Παρουσίας!
Τελικά, αν κανένα από τα κόμματα δεν πετύχει, σήμερα, την απλή πλειοψηφία, (50+1), τότε οι δύο πρώτοι υποψήφιοι θα αναμετρηθούν στις 29 του Νοεμβρίου σε έναν δεύτερο γύρο.
Η αστική Ελλάδα επιχειρεί αναδιάρθρωση και αναμόρφωση σύμφωνα με τα προωθημένα διεθνή καπιταλιστικά πρότυπα. Ανεξαρτήτως των πρακτικών αποτελεσμάτων του εγχειρήματος και των συγκεκριμένων μορφών που ουδείς γνωρίζει ακριβώς, αυτό καθεαυτό χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο στάδιο εξέλιξης του ελληνικού καπιταλισμού.
Η πορεία του υπήρξε σαφής από τις αρχές του 1990 με το δόγμα της «διείσδυσης» στα Βαλκάνια που συνόδευσε την ανατροπή των Λαϊκών Δημοκρατιών. Οι κυβερνήσεις Σημίτη έβαλαν την αστική Ελλάδα στο σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην Ευρωζώνη της ΟΝΕ (Οικονομική Νομισματική Ενωση). Αυτό σήμανε την επιπρόσθετη κι έξω από κάθε όριο υπερεκμετάλλευση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων με κύρια αιχμή την εργατική δύναμη.
Η υπερσυσσώρευση υπεραξίας έγινε ο απαραίτητος όρος για την επεκτατική πολιτική του ελληνικού κεφαλαίου στα Βαλκάνια. Στην πενταετή διακυβέρνηση Κ. Καραμανλή το ξεζούμισμα εξάντλησε και την τελευταία ικμάδα λαϊκής αποταμίευσης προσώπων και οργανισμών. Το αστικό οικονομικό σύστημα άγγιξε τα όριά του. Μια νέα δομική αναδιάρθρωση κι αναμόρφωση έγινε αναγκαία προϋπόθεση στη συνέχιση υψηλών ρυθμών υπερσυσσώρευσης για επιπλέον επενδυτικούς «διεισδυτικούς» σκοπούς και τη στήριξη των υπαρκτών. Εδώ λειτουργεί ο αναγκαστικός νόμος του κεφαλαίου που δεν ορίζει στάση: `Η θα πάει μπρος ή θα καταρρεύσει. Αυτή η εξέλιξη έχει καθοριστικές επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική, στην ασφάλεια και στις διεθνείς σχέσεις. Το ανοιχτό μέτωπο του τριγώνου Ελλάδα - Τουρκία - Κύπρος αναμένεται να έχει σημαντικές αλλαγές από την πλευρά τουλάχιστον της ελληνικής κυβέρνησης με συμφωνία, όπως φαίνεται, της κυπριακής. Το ενδιαφέρον δείχνει να επικεντρώνεται στην αποδοχή από μέρους της Τουρκίας ενός αυτόνομου ανεξάρτητου ενιαίου καπιταλιστικού κυπριακού κράτους των δύο κοινοτήτων. Οι πάλαι ποτέ ελληνοτουρκικές εγγυήσεις να μετατραπούν σε ευρωενωσιακή εγγύηση του κράτους - μέλους και να υπαχθεί στο ΝΑΤΟικό οργανισμό. Η αποδοχή από την Τουρκία να έχει ως αντίκρισμα την υποστήριξή της στην αξιολόγησή της το Δεκέμβρη για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στα άμεσα οικονομικά κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ. Αυτό εντάσσεται στη γενικότερη πορεία σύμπραξης του ελληνικού με τον τουρκικό καπιταλισμό.
Κεφαλαιοκρατική «διείσδυση» και συνοριακή «διάχυση» είναι οι δυο πλευρές της πολιτικής του ελληνικού καπιταλισμού. Πάνω σ' αυτή τη βάση πολιτεύεται κι ενεργεί στην ευρύτερη περιοχή. Μ' αυτό το μέτρο μετράει τον πατριωτισμό του κι απ' αυτό θα προκύψουν τα όποια νεότερα. Μ' αυτό μετράει και τις όποιες αντιστάσεις του έναντι του ισχυρού συμμαχικού παράγοντα της ευρωατλαντικής συμμαχίας, όπως και τους όποιους αναμενόμενους συμβιβασμούς του. Η ελληνική μεγαλοαστική τάξη μπήκε στο λαβύρινθο της επεκτατικής πολιτικής του «ιμπέριουμ» ως περιφερειακή δύναμη Βαλκανίων.