ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Νοέμβρη 2009
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕ ΕΛΑΣΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Αναδεικνύουν την ανικανότητα του καπιταλισμού να εξασφαλίσει το δικαίωμα όλων στην εργασία

Το τελευταίο διάστημα, οι εργαζόμενοι με stage έχουν καταφέρει να ξαφνιάσουν πολλούς. Χρόνια όμηροι των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, με άθλιες αμοιβές των 500 ευρώ το μήνα και χωρίς καν ασφαλιστική κάλυψη, σήκωσαν κεφάλι. Μέσα σε λίγο καιρό «τα παιδιά των stage» βρέθηκαν να συντονίζουν τη δράση τους και να προβάλλουν την απαίτηση μόνιμης και σταθερής εργασίας με πλήρη δικαιώματα για όλους, χωρίς όρους και προϋποθέσεις. Να οργανώνουν απεργιακές κινητοποιήσεις πανελλαδικής εμβέλειας και να απαντούν σε κάθε νέο εμπόδιο που βάζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η ηγεσία της ΓΣΕΕ και τα αστικά μέσα μαζικής ενημέρωσης για να τους αποθαρρύνουν: «Ο αγώνας μας συνεχίζεται. Την επόμενη φορά θα είμαστε πιο πολλοί».

Οι κινητοποιήσεις τους δεν είναι τελικά κάτι το αναπάντεχο, αλλά εκφράζουν τη συσσωρευμένη αγανάκτηση και οργή για το καθεστώς χρόνιας πολιτικής και εργασιακής ομηρίας που βιώνουν χιλιάδες εργαζόμενοι στο Δημόσιο, τις βάρβαρες εργασιακές συνθήκες που επικρατούν στον ιδιωτικό Τομέα. Τα «παιδιά των stage» είναι η κορυφή του παγόβουνου.

Αφορμή για το ξέσπασμα ήταν η απόφαση της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ: Κατάργηση των stage στο Δημόσιο, απόλυση όλων των εργαζομένων σε αυτά και γενίκευσή τους στον ιδιωτικό τομέα. Στη διάλυση της αυταπάτης συντέλεσε και η στάση της ηγεσίας της ΓΣΕΕ. Δικαιώνοντας το ρόλο της ως εκφραστής του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού έσπευσε, σχεδόν απνευστί, να στηρίξει την κυβερνητική απόφαση.

Την περασμένη Πέμπτη, η κυβέρνηση προχώρησε ένα βήμα ακόμα. Στην πρόταση που δημοσιοποίησε για τις προσλήψεις στο Δημόσιο, έκανε καθαρό ότι το καθεστώς ομηρίας παραμένει. Την ίδια μέρα, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Θ. Πάγκαλος, δήλωνε ότι η Ελλάδα έχει σήμερα τριπλάσιους δημοσίους υπαλλήλους από εκείνους που χρειάζεται, αποκαλύπτοντας τους συγκαλυμμένους στόχους που προωθούνται. Η δραματική συρρίκνωση του μόνιμου προσωπικού στο δημόσιο τομέα και η «ορθότερη» αξιοποίηση των ελαστικών και προσωρινών μορφών εργασίας, βρίσκονται στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης.

Θυσία στο βωμό του κέρδους

Οι σχεδιασμοί αυτοί υποτάσσονται στις σημερινές ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου. Μία από αυτές τις ανάγκες είναι ένα πιο «μικρό» κράτος. Ενα κράτος που, από τις αρχές της δεκαετίας του '90, ξεπουλά σταδιακά και τμηματικά στρατηγικούς τομείς της οικονομίας στους μεγάλους πολυεθνικούς επιχειρηματικούς ομίλους, ιδιωτικοποιεί και εμπορευματοποιεί κοινωνικά αγαθά, αναθέτει την παροχή υπηρεσιών σε ιδιωτικές εταιρείες. Ετσι, η δράση του μεγάλου κεφαλαίου διεισδύει και επεκτείνεται σε κάθε τομέα που μπορεί να του αποφέρει κέρδος. Ταυτόχρονα, το κράτος παίζει το ρόλο του ρυθμιστή και στην κατεύθυνση αυτή απαιτείται μια μικρή και ευέλικτη Δημόσια Διοίκηση, η οποία πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά θα εξυπηρετεί τις ανάγκες του κεφαλαίου. Διαφορετικές ήταν οι ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι τη δεκαετία του '70. Το μεγάλο κεφάλαιο είχε ανάγκη από ένα κράτος που θα επενδύει στη δημιουργία υποδομών στην ενέργεια, στις τηλεπικοινωνίες, στα λιμάνια, στα ναυπηγεία, στην ύδρευση και σε άλλους στρατηγικούς τομείς (επενδύσεις που δεν μπορούσαν να γίνουν από το μεγάλο κεφάλαιο στις τότες συνθήκες). Οι κρατικοποιήσεις και η διεύρυνση του ρόλου του κρατικού καπιταλιστικού επιχειρηματικού τομέα δημιούργησε θέσεις πλήρους απασχόλησης για χιλιάδες εργαζόμενους. Ετσι, στον καπιταλισμό, που εγγενές χαρακτηριστικό του είναι η γέννηση και η αναπαραγωγή της ανεργίας, οι μόνιμες θέσεις εργασίας εξαρτώνται, κυρίως, από το ρόλο που καλείται κάθε φορά να παίξει το αστικό κράτος, πάντα με στόχο την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των αναγκών του κεφαλαίου.

Στις σημερινές συνθήκες, ανάγκη του κεφαλαίου αποτελεί και η μετατροπή του χρόνου εργασίας σε λάστιχο. Να μπορεί ο εργοδότης να ορίζει κάθε μέρα - αν είναι δυνατόν και ανά πάσα στιγμή - το χρόνο που θα απασχολήσει τον εργάτη, ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς. Παράλληλα, μεθοδεύεται το χτύπημα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, δηλαδή της στοιχειώδους προστασίας των εργαζομένων απέναντι στην εργοδοτική ασυδοσία. Και αυτά αποσκοπούν στην παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης που για το κεφάλαιο σημαίνει ακόμα μεγαλύτερα κέρδη. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι στην υλοποίηση αυτού του στόχου συμβάλλει και η απόφαση της κυβέρνησης για την προώθηση των stage στον ιδιωτικό τομέα. Η εργοδοσία θα μπορεί να χρησιμοποιεί «μαθητευόμενους» εργαζόμενους χωρίς δικαιώματα, με εξαιρετικά χαμηλούς μισθούς, ανασφάλιστους ή ημι-ανασφάλιστους, στη θέση εργαζομένων που λόγω των δικαιωμάτων τους «κοστίζουν» πιο πολύ. Η όποια απαίτηση εγείρουν τα σωματεία σε ένα χώρο δουλειάς για αυξήσεις θα αντικρούεται από τον εργοδότη με το σκεπτικό ότι «τα stage κάνουν την ίδια δουλειά και κοστίζουν πιο λίγο».

Μόνο η σύγκρουση μπορεί να επιλύσει την αντίφαση

Ολα τα παραπάνω σηματοδοτούν την ένταση της αντεργατικής επίθεσης τη στιγμή που η εξαθλίωση και η φτώχεια μεγαλώνουν. Οι όλο και μεγαλύτερες ανάγκες των εργαζομένων είτε ικανοποιούνται μερικώς είτε καθόλου. Η αντίφαση εντείνεται από το γεγονός ότι η επιστημονική γνώση, η εφαρμοσμένη τεχνολογία, οι δυνατότητες εξέλιξης και ανάπτυξής της, η παραγωγικότητα της εργασίας έχουν ήδη δημιουργήσει τους όρους για την επίλυση του προβλήματος. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται στην Επίκαιρη Ερώτηση του ΚΚΕ για τη μόνιμη και σταθερή δουλειά, που συζητήθηκε την περασμένη Παρασκευή στη Βουλή: «Ανεξάρτητα, όμως, και από τη συγκυρία της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, η πραγματικότητα αναδεικνύει ότι οι επιστημονικές - τεχνικές δυνατότητες και η παραγωγικότητα της εργασίας, με την αλματώδη πρόοδο που σημειώνουν, επιτρέπουν σήμερα λιγότερες ώρες εργασίας, καλύτερες αμοιβές και περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Επιτρέπουν την εφαρμογή του 7ωρου, 5ήμερου, 35ωρου, με πλήρη ασφάλιση και αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων. Τη μονιμοποίηση των χιλιάδων εργαζομένων που δουλεύουν με το καθεστώς των STAGE, την κατάργηση κάθε ελαστικής μορφής απασχόλησης, τόσο στο Δημόσιο, όσο και στον Ιδιωτικό τομέα, διασφαλίζοντας το δικαίωμα κάθε ανθρώπου και ιδιαίτερα του νέου, να έχει μόνιμη σταθερή εργασία με δικαιώματα και ταυτόχρονα ελεύθερο χρόνο για ουσιαστική μόρφωση και ψυχαγωγία». Και το κείμενο καταλήγει: «Με βάση τα παραπάνω, ρωτάται ο πρωθυπουργός: "Γιατί η κυβέρνηση αρνείται να λύσει τα πιο πάνω ζητήματα των εργασιακών σχέσεων των εργαζομένων;"».

Η απάντηση ήταν η αναμενόμενη. Ο καπιταλισμός όχι μόνο δεν μπορεί να κάνει πράξη τις δυνατότητες αυτές αλλά τις ποδηγετεί, βάζει φρένο στην εφαρμογή και ανάπτυξή τους. `Η, όπως ο ίδιος ο πρωθυπουργός είπε: «Θα υπάρχουν περίοδοι που θα υπάρχουν περισσότεροι άνεργοι. Δεν μπορούμε να μιλάμε για τη μονιμότητα όλων. Αυτό δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο». Δεν υπάρχει πουθενά στον καπιταλιστικό κόσμο, θα προσθέταμε.

Ο αγώνας για το δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή εργασία πρέπει να γίνει υπόθεση όλων των εργαζομένων. Μέσα και από τον αγώνα αυτό προβάλλει η ανάγκη της ανασυγκρότησης του εργατικού κινήματος. Ορος απαραίτητος για να δοθεί ενιαία απάντηση στην ενιαία και ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου και των πολιτικών του εκφραστών. Για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να προχωρήσουν ένα ακόμα βήμα παραπέρα, να περάσουν στην αντεπίθεση. Αμφισβητώντας αυτό που τους στερεί το δικαίωμα στη δουλειά, τον καπιταλισμό. Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για τη λαϊκή εξουσία και οικονομία όπου το δικαίωμα αυτό αποτελεί προϋπόθεση για την εξυπηρέτηση των αναγκών της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.


Χρήστος ΜΑΝΤΑΛΟΒΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ