Η απάντηση της ΕΕ στις ΗΠΑ, στο πλαίσιο του μονοπωλιακού ανταγωνισμού, στα οπτικοακουστικά έχει τα ίδια θύματα: Τους δημιουργούς και το κοινό
Το πραγματικό πρόβλημα της ΕΕ είναι «πόσο» σινεμά και «πόσα» κέρδη. Οι καπιταλιστικές τεχνοκρατικές «δεξαμενές σκέψης» της Ευρώπης βλέπουν την κινηματογραφική παραγωγή της ηπείρου να αυξάνεται, σε αναντιστοιχία όμως με το μερίδιο αυτής της παραγωγής στην «εσωτερική» αγορά. Εντός Ευρώπης λοιπόν και σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΠ, το 2008, παρήχθησαν στα κράτη μέλη της ΕΕ 1.145 ταινίες, κατά 112 περισσότερες από το 2007. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές ταινίες απέσπασαν το 28,4% της ευρωπαϊκής αγοράς, έναντι του 63,2% των ταινιών από τις ΗΠΑ και μόλις ...1,6% των ταινιών από όλο τον υπόλοιπο πλανήτη! Αν συνυπολογιστεί μάλιστα ότι το 6,8% των ταινιών που διανεμήθηκαν το 2008 στην Ευρώπη ήταν συμπαραγωγές με τις ΗΠΑ, τότε το μερίδιο των ΗΠΑ μεγαλώνει ακόμη περισσότερο.
Ως προς τις συμπαραγωγές είναι χαρακτηριστικό ότι το 2008, στην πρώτη 20άδα των ταινιών που «έκοψαν» τα περισσότερα εισιτήρια στην Ευρώπη, συγκαταλέγονται επτά συμπαραγωγές, εκ των οποίων μόνο μία(!) μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών, πέντε μεταξύ ΗΠΑ - Βρετανίας και μία μεταξύ ΗΠΑ - Γερμανίας. 'Η αλλιώς, οι ΗΠΑ συμμετείχαν συνολικά στις 6 από τις 7 συμπαραγωγές που έκαναν τα περισσότερα εισιτήρια σε ευρωπαϊκούς κινηματογράφους το 2008. Οι 12 από τις 20 ταινίες του παραπάνω καταλόγου ήταν παραγωγής αποκλειστικά των ΗΠΑ...
Αντιστοίχως στην Ολλανδία, ο συνολικός αριθμός των ταινιών που διανεμήθηκαν μέσω της εμπορικής διανομής ήταν 334. Το 45% από αυτές προήλθαν από τις ΗΠΑ, 33% από την Ευρώπη (εκτός των Κάτω Χωρών) ενώ οι εγχώριες παραγωγές απέσπασαν το 10.4% (συμπεριλαμβανομένων των συμπαραγωγών). Σε επίπεδο κερδών, οι ταινίες από τις ΗΠΑ πήραν σχεδόν το 70% της «πίτας», με τις μη-ολλανδικές ευρωπαϊκές ταινίες να περιορίζονται στο 12.3%.
Σε επίπεδο εισιτηρίων, το πρώτο εξάμηνο του 2009, παρατηρήθηκε αύξηση κατά 3,8% στις πέντε κυριότερες κινηματογραφικές «αγορές» της ΕΕ, σε σχέση με το 2008. Σε αυτό το διάστημα «κόπηκαν», περίπου, 348 εκατομμύρια εισιτήρια σε Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, Ισπανία και Ιταλία, ενώ αύξηση παρατηρείται και σε άλλα κράτη - μέλη.
Στην Ιταλία σημειώθηκαν πάνω από 99 εκατομμύρια «περάσματα» στις αίθουσες (κατά 0.3% λιγότερα από το 2008), με ακαθάριστα έσοδα 623 εκ. ευρώ (συν 4.95% σε σχέση με το 2008), σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία του 2009 από τη «Cinetel», που έλεγξε το 85% των αιθουσών της χώρας. Αυτή η «σταθερότητα», παρά τη οικονομική κρίση, αποδίδεται στις τρισδιάστατες ταινίες, ιδιαίτερα κατά την άκρως κερδοφόρα περίοδο του Δεκεμβρίου λόγω εορτών. Ωστόσο σημειώνεται, ότι «αυτές οι ταινίες, εντούτοις, διεύρυναν μόνο το χάσμα μεταξύ των multiplex (σ.σ. πολυκινηματογράφοι), που προβάλλουν τις υπερπαραγωγές, και των κινηματογράφων μονής οθόνης, οι οποίοι προσφέρουν κυρίως ταινίες δημιουργών».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το περσινό καλοκαίρι, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Σκηνοθετών (FERA) εξέδωσε ανακοίνωση διαμαρτυρίας για τις προθέσεις της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι να προχωρήσει σε «πετσόκομμα» κατά 25% των δαπανών για τον πολιτισμό. Ειδικότερα η FERA σημείωνε ότι ο ιταλικός κινηματογράφος απειλούνταν με μια μείωση κατά ένα πέμπτο της επιχορήγησης του 2009, διακινδυνεύοντας σοβαρά, μεταξύ άλλων, και την «παραγωγή και διανομή των υψηλής ποιότητας ανεξάρτητων ιταλικών ταινιών».
Αναλόγως, τον περασμένο Νοέμβρη, το βουλγαρικό υπουργείο Πολιτισμού έδωσε κατά 57% λιγότερα χρήματα από όσα επιβάλλει η νομοθεσία της χώρας για την παραγωγή ταινιών, αν και το ποσό που καταγράφηκε στον κρατικό προϋπολογισμό του 2010 για τον κινηματογράφο είναι 5 εκ. ευρώ, έναντι 4,2 εκ. ευρώ που δόθηκαν το 2009. Η FERA σχολίασε: «Αυτό το ποσό είναι πολύ λιγότερο από αυτό που προβλέπει ο νόμος για τον κινηματογράφο, αλλά σε κατάσταση οικονομικής κρίσης, αυτή η δευτερεύουσα αύξηση είναι μια επιτυχία για τη βουλγαρική και ευρωπαϊκή ταινία»...
Ολα αυτά εντός ΕΕ. Διότι για τις αγορές των τρίτων - εκτός ΕΕ - χωρών, το «βατερλό» του ευρωπαϊκού σινεμά είναι δεδομένο. Αν και δεν υπάρχουν άμεσα στοιχεία γι' αυτό, ωστόσο υπάρχουν έμμεσα. Ετσι, το Χόλιγουντ «αποχαιρέτησε» το 2009 με νέο ρεκόρ κερδοφορίας. Σύμφωνα με τον ιστότοπο «The Hollywood Reporter» τα έξι μεγαλύτερα στούντιο των ΗΠΑ «τσέπωσαν» το 2009 συνολικά 10,7 δισ. δολάρια, υπολογίζοντας μόνο τις εισπράξεις εκτός ΗΠΑ και Καναδά! Πρόκειται για ρεκόρ όλων των εποχών, που «μεταφράζεται» σε αύξηση 7% έναντι του 2008 και 11% έναντι του 2007. Η σχεδόν κατά 20% αύξηση των κερδών των αμερικανικών κινηματογραφικών μονοπωλίων σε μια τριετία αποτελεί ρεκόρ από μόνη της. Η «FOX» έρχεται πρώτη με 23% της παγκόσμιας αγοράς. Ακολουθούν: «Sony» 21%, «Warner Bros» 17%, «Disney» 16%, «Παραμάουντ» 12%, «Γιουνιβέρσαλ» 11%.
Ενώ λοιπόν τα λογιστικά «τεφτέρια» έχουν πιάσει «φωτιά» και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού, η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Σκηνοθετών (FERA) - με μέλη της 26 επαγγελματικές ενώσεις από 29 χώρες - ετοιμάζει μια σύνοδο για τις 28 Ιανουαρίου στις Βρυξέλλες, με θέμα «Οραματιζόμενοι το σινεμά στην ψηφιακή εποχή: Δημιουργικότητα και νέος τρόπος διανομής».
Η κινητικότητα των σκηνοθετών πάνω στο ζήτημα της ψηφιακής διανομής σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων, αφού η σχετική αγορά αρχίζει να γιγαντώνεται, με την τεχνολογία να προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Παρενθετικά να πούμε, ότι η αγορά των «Blu-ray» (σσ. «Μπλου - ρέι», ψηφιακός δίσκος με υπερπολλαπλάσια χωρητικότητα από αυτήν του DVD και με καλύτερη οπτική απόδοση) παρουσίασε το 2009 άνοδο κατά 123% σε σχέση με το 2008, που μεταφράζεται σε πωλήσεις 8,4 εκ. δίσκων. Γεγονός που, σύμφωνα με τη βρετανική ένωση των εταιριών βίντεο, έδωσε «ανάσα» στην αγορά της λεγόμενης «οικιακής διασκέδασης». Τα μονοπώλια προσδοκούν άνοδο των σχετικών πωλήσεων τη νέα χρονιά υπολογίζοντας και στις πωλήσεις τηλεοράσεων HD (υψηλής ευκρίνειας) που μπορούν να υποστηρίξουν τη φόρμα του Blu-ray. Σε αυτό υπολογίζουν ότι θα βοηθήσει και η μετάδοση του παγκοσμίου κυπέλλου ποδοσφαίρου τον Ιούνη στη Ν. Αφρική με σήμα υψηλής ευκρίνειας.
Βέβαια, η χοντρή «μπάζα» αναμένεται από την ψηφιακή εκμετάλλευση του κινηματογράφου. Γι' αυτό και η FERA θέτει ως γενικό στόχο της συνόδου την «ενίσχυση της αξίας των Ευρωπαίων σκηνοθετών» ως «δημιουργών ταινιών». Βέβαια και η ίδια η ομοσπονδία είναι μέσα στις αυταπάτες και τις αναπαράγει. Συγκεκριμένα, θεωρούν ότι για να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος χρειάζεται η «στήριξη» των ευρωπαϊκών οργάνων ώστε να... «ενθαρρύνουν» την ευρύτερη διανομή των ευρωπαϊκών ταινιών «σε όλα τα μέσα» (σ.σ. εννοείται με κάθε τεχνολογική φόρμα) και να «ενισχύσουν» τις οικονομικές απολαβές των εργαζομένων στα οπτικοακουστικά «για όλη την εμπορική εκμετάλλευση των εργασιών τους». «Η ευρωπαϊκή ενιαία αγορά που ακολουθείται από την Επιτροπή πρέπει όχι μόνο να χτιστεί για τους καταναλωτές αλλά και για τους δημιουργούς», λέει η FERA σε ένα «κρεσέντο» αφέλειας(;) για το τι πραγματικά είναι η ΕΕ.
«Σήμερα, αυτή η ενιαία αγορά δεν υπάρχει για τους εργαζόμενους στα οπτικοακουστικά», συμπεραίνει η ομοσπονδία, προσθέτοντας ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ένα «εναρμονισμένο και διαφανές σύστημα ανταμοιβής», που να εξασφαλίζει τους δημιουργούς. Και ζητούν να διανέμεται η δουλειά τους σε όλη την Ευρώπη και με κάθε «πλατφόρμα» διανομής, υπογραμμίζοντας όμως την ανάγκης τους... να πληρώνονται γι' αυτό.
Θεωρεί επίσης ότι «μια ευρωπαϊκή δημόσια συζήτηση σε αυτό το ζήτημα θα ενθαρρύνει έναν μόνιμο διάλογο μεταξύ των Ευρωπαίων σκηνοθετών, άλλων επαγγελματιών του κινηματογράφου, των πολιτών και των οργάνων της ΕΕ (...) όσον αφορά στην οπτικοακουστική πολιτική της ΕΕ και τον αντίκτυπό της σε εθνικό επίπεδο (...)».
Την ώρα που η FERA προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, δηλαδή την ελεύθερη δημιουργία προς όφελος δημιουργών και κοινού με την καπιταλιστική αγορά, οι εταιρείες εξακολουθούν να λειτουργούν με το μόνο κριτήριο που ξέρουν: το κέρδος τους. Μια χαρακτηριστική περίπτωση του πως αντιλαμβάνονται τη «στήριξη» του ευρωπαϊκού κινηματογράφου οι Ευρωπαίοι παραγωγοί, είναι οι εν εξελίξει διαπραγματεύσεις των Σουηδών παραγωγών της επιτυχημένης, εμπορικά, τριλογίας του «Μιλένιουμ» που βασίστηκε στα αστυνομικά μυθιστορήματα του Στιγκ Λάρσον. Η «Sony» «μυρίστηκε» χρήμα και θέλει να μεταφέρει, όπως έχει γίνει πολλάκις στο παρελθόν από τις ΗΠΑ, τα σενάρια της «τριλογίας» στο Χόλιγουντ, όχι ως «μια νέα έκδοση των σουηδικών ταινιών αλλά ως μια νέα ερμηνεία των βιβλίων του Λάρσον».
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι πως σε κάθε περίπτωση, αυτός που κερδίζει είναι το κεφάλαιο του οπτικοακουστικού, ο ίδιος ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός. Για τους δημιουργούς, δεν (πρέπει να) έχει καμία απολύτως σημασία αν θα τους εκμεταλλευθεί το ευρωπαϊκό ή το αμερικανικό μονοπώλιο ή και τα δύο... σε «συμπαραγωγή». Αυτό που οφείλουν καταρχήν στους εαυτούς τους, είναι η πάλη κατά της εμπορευματοποίησης του κινηματογράφου και της τέχνης γενικότερα από όπου κι αν προέρχεται, του αστικού κράτους συμπεριλαμβανομένου.