ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Ιούλη 2000
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τα πάντα θυσία στο βωμό του κέρδους

Αποδοτική φάνηκε η «γκρίνια» των εκπροσώπων του μεγάλου κεφαλαίου, ότι τα αναπτυξιακά «κίνητρα» που απολαμβάνουν είναι... ανεπαρκή, καθώς η κυβέρνηση αποφάσισε να ενισχύσει τα ισχύοντα προκλητικά προνόμια με τα αντεργατικά μέτρα για την «ευελιξία της αγοράς εργασίας», αλλά και με 2,2 τρισ. από τα κονδύλια του Γ΄ ΚΠΣ

Παπαγεωργίου Βασίλης

Ηπρόσφατη δέσμευση της κυβέρνησης να προικοδοτήσει με 2,2 τρισεκατομμύρια δραχμές από τα κονδύλια του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ) τους Ελληνες βιομηχάνους και άλλους επιχειρηματίες, με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας που η ίδια η κυβερνητική πολιτική τη γεννάει, συνιστά μια καθαρή πρόκληση κατά των εργαζομένων αλλά και των ανέργων στη χώρα. Εν μέσω της κυβερνητικής αντεργατικής επέλασης, που στηρίζεται στο ψευδεπίγραφο επιχείρημα της αντιμετώπισης της ανεργίας, ο υπουργός Ανάπτυξης, Ν. Χριστοδουλάκης, σε μία φιέστα που οργάνωσε σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας την περασμένη Τετάρτη, δεσμεύτηκε ότι στην εξαετία από σήμερα μέχρι και το 2006 οι ελληνικές επιχειρήσεις - κυρίως οι μεγάλες - θα μοιραστούν έναν μποναμά ύψους 2,2 τρισεκατομμυρίων δραχμών, ως κίνητρο για να κάνουν πράξη το στόχο «ανταγωνιστικότητα - απασχόληση - τεχνολογία».

Επιχειρώντας να «χρυσώσει» το χάπι για το νέο μποναμά, που ετοιμάζεται να προσφέρει στο μεγάλο κεφάλαιο η κυβέρνηση, ο υπουργός είπε πως τα 2,2 τρισεκατομμύρια θα δοθούν στις επιχειρήσεις με την... προϋπόθεση ότι μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος (δηλαδή από τώρα μέχρι το 2006) οι επιχειρήσεις θα δημιουργήσουν 100.000 «διατηρήσιμες θέσεις απασχόλησης». Μια απλή διαίρεση μας δείχνει ότι με το νέο κανάλι πριμοδότησης των επιχειρήσεων (δηλαδή το Γ΄ ΚΠΣ), η κυβέρνηση Σημίτη επιδοτεί τους επιχειρηματίες - εκτός από τις επιχορηγήσεις, φοροαπαλλαγές και άλλα προνόμια που απολαμβάνουν με άλλους νόμους - με ποσό 22 εκατ. δρχ. για κάθε «νέα» θέση εργασίας...

Το τρίπτυχο «ανταγωνιστικότητα - απασχόληση - τεχνολογία», που αποτελούσε βασική αξίωση των βιομηχάνων, εμφανίζεται ως μία νέα «αναγκαιότητα» που επιβάλλεται από τις συνθήκες της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης» της οικονομίας και της «απελευθέρωσης» των αγορών. Σ' αυτά τα πλαίσια και σε συνθήκες «παγκοσμιοποίησης» οι Ελληνες βιομήχανοι - επιδιώκοντας να επιβιώσουν στο τοπικό και διεθνές στερέωμα - επιχειρούν να πετύχουν όλες εκείνες τις προσαρμογές, που φαινομενικά θα τους δώσουν τη δυνατότητα της αυτόνομης παρουσίας, ή και να ενταχθούν στα πλαίσια των μεγάλων πολυεθνικών σχηματισμών.

Βασική προϋπόθεση στα καπιταλιστικά δεδομένα είναι η προσαρμογή των επιχειρήσεων στο πλαίσιο λειτουργίας του μεγάλου πολυεθνικού κεφαλαίου. Ετσι οι Ελληνες βιομήχανοι, όταν διαπίστωσαν με σιγουριά ότι η Ελλάδα μπαίνει στην ΟΝΕ, ανήγαγαν τον όρο «ανταγωνιστικότητα» σε «νέο εθνικό στόχο». Είπαν λοιπόν ότι αφού επιτεύχθηκε ο πρώτος «εθνικός στόχος», δηλαδή η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, είναι η ώρα να θέσουμε ως «εθνικό στόχο» τη σύγκλιση της «ανταγωνιστικότητας» με τις ευρωπαϊκές οικονομίες.

Η επίτευξη του στόχου της ανταγωνιστικότητας - ένας στόχος που δεν έχει τέρμα αφού προσαρμόζεται στις κινήσεις του μεγάλου πολυεθνικού κεφαλαίου, που μπορεί να ελίσσεται ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες - προϋποθέτει κατά κύριο λόγο τη μείωση του κόστους παραγωγής, μεταφοράς και εμπορίας του κάθε προϊόντος, αλλά και μείωση του κόστους των υπηρεσιών. Η εφαρμογή εξελιγμένων μορφών τεχνολογίας στην παραγωγική διαδικασία είναι δεδομένο ότι μετά την ολοκλήρωση της απόσβεσης μειώνει το κόστος και συνεπώς ενισχύει την ανταγωνιστικότητα. Τίθεται όμως το ερώτημα: Είναι δυνατόν σε συνθήκες καπιταλιστικής παραγωγής η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας να συμβάλει στην αύξηση (δημιουργία) νέων θέσεων απασχόλησης;

Ενα μεγάλο ψέμα

Οι εξαγγελίες του υπουργού Ανάπτυξης ότι με την εφαρμογή του τρίπτυχου «ανταγωνιστικότητα - απασχόληση - τεχνολογία» θα προκύψουν 100.000 νέες θέσεις είναι ένα μεγάλο ψέμα. Οι εξαγγελίες για τις δήθεν 100.000 νέες θέσεις εργασίας τέθηκαν στο συγκεκριμένο τρίπτυχο, μόνο και μόνο για να αποτελέσουν το άλλοθι για την απροσχημάτιστη υπέρογκη «προίκα» που παραδίδεται στα χέρια του μεγάλου κεφαλαίου μέσω του Γ΄ ΚΠΣ. Διότι και ο πλέον αφελής μπορεί να αντιληφθεί ότι η «ανταγωνιστικότητα» με τους όρους του καπιταλισμού και η «τόνωση» της απασχόλησης δεν μπορεί να συνυπάρξουν, αφού η πρώτη αναιρεί τη δεύτερη.

Την επομένη των υπουργικών εξαγγελιών και όταν αυτές τέθηκαν για σχολιασμό σε στελέχη του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών, ειδικά το ζήτημα της δημιουργίας των 100.000 θέσεων εργασίας, προκάλεσαν τα ειρωνικά χαμόγελα της ηγεσίας του ΣΕΒ. Είναι ενδεικτικός ο τρόπος που αντέδρασε ο Ν. Αναλυτής- μέλος του ΔΣ του ΣΕΒ, αρμόδιος για εργασιακά θέματα - όταν του τέθηκε το ερώτημα, κατά πόσο είναι εφικτό με το εν λόγω τρίπτυχο να προκύψουν 100.000 θέσεις απασχόλησης, ο οποίος απάντησε: «Κάθε χρόνο χάνουν τη δουλιά τους περίπου 100.000 εργαζόμενοι και άλλοι τόσοι βρίσκουν δουλιά. Αν η κυβέρνηση εννοεί αυτό, τότε όντως θα προκύψουν 100.000 θέσεις εργασίας»!

Οι ίδιοι οι βιομήχανοι είναι αυτοί που πρώτοι αποκλείουν το ενδεχόμενο και οι ίδιοι είναι που δεν έχουν πρόβλημα να παραδεχτούν ότι η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή μειώνει τις θέσεις απασχόλησης, οι ίδιοι είναι που δηλώνουν ότι «ανταγωνιστική είναι η ευέλικτη επιχείρηση, που παράγει με όσο το δυνατό λιγότερο κόστος». Τώρα, πώς ο υπουργός Ανάπτυξης εκτιμά ότι θα δημιουργηθούν 100.000 θέσεις εργασίας, είναι ένα μεγάλο ζήτημα. Είναι σίγουρο ότι ακολουθεί την ανέξοδη προεκλογική τακτική της υποσχεσιολογίας, ωστόσο όμως η συγκεκριμένη περίπτωση διαφέρει από τις προεκλογικές δημαγωγικές υποσχέσεις, διότι πρόκειται για πραγματικό δώρο τρισεκατομμυρίων δραχμών.

Σιγουριά στα κέρδη

Το κονδύλι του Γ΄ ΚΠΣ δεν είναι κάτι καινούριο για τη χώρα. Εχουν προηγηθεί το Β΄ ΚΠΣ (γνωστό και σαν πακέτο Ντελόρ) και προηγουμένως τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ). Πού πήγαν όμως τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές (από τα κοινοτικό κονδύλια και τους ελληνικούς κρατικούς προϋπολογισμούς) που διατέθηκαν με τα ΜΟΠ και το Β΄ ΚΠΣ και κυρίως πώς αξιοποιήθηκαν; Τα εν λόγω κονδύλια, που προέρχονται από τα λεφτά και του ελληνικού λαού, δίνονται προκειμένου να επιτευχθεί η σύγκλιση της ελληνικής οικονομίας με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές. Εχοντας ως παράδειγμα το τι έγινε με τα κονδύλια του Β΄ ΚΠΣ, τότε με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε, ότι τα λεφτά θα καταλήξουν στις τσέπες κάποιων μεγαλοσχημόνων, που σε κάθε περίπτωση καταφέρνουν να είναι μέσα στις λοβιτούρες. Γύρω από τα κονδύλια του Β΄ ΚΠΣ περιφερόταν ένας παρασιτικός μηχανισμός, που απέσπασε το μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας για προσωπικό όφελος. Ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι και αυτά τα κονδύλια δε θα καταλήξουν στις ίδιες τσέπες;

Κονδύλια για την «τόνωση» της απασχόλησης υπήρχαν και στο προηγούμενο ΚΠΣ. Ωστόσο, όμως, σήμερα, «κλείνοντας το ταμείο» διαπιστώνουμε ότι η ανεργία με τα επίσημα στοιχεία βρίσκεται στο 12% (στην πραγματικότητα είναι αρκετά μεγαλύτερο το ποσοστό) ενώ τα κέρδη των βιομηχάνων - σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ - την οχταετία 1991-1998 αυξήθηκαν κατά 3.260%!

Το αστρονομικό ποσό των 2,2 τρισεκατομμυρίων δραχμών, που θα εισπράξουν σε «ζεστό» χρήμα οι βιομήχανοι, δεν είναι η μοναδική παροχή. Πέρα από αυτό το ποσό, υπολογίζεται ότι θα εισπράξουν (για την επόμενη εξαετία πάντα) άλλο 1,5 τρισεκατομμύριο δραχμές μέσω των αναπτυξιακών νόμων, ενώ ανυπολόγιστα είναι τα ποσά από τις φοροαπαλλαγές λόγω επενδυτικών προγραμμάτων, την επιδότηση επιτοκίων, την επιδότηση για δήθεν θέσεις απασχόλησης κ.ο.κ. Βέβαια ένα μέρος των κονδυλίων θα κατευθυνθεί και προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ωστόσο το γεγονός αυτό δεν αποτελεί ελαφρυντικό για τη σκανδαλώδη προκλητική πολιτική της κυβέρνησης, που τα πάντα τα παραχωρεί στο μεγάλο κεφάλαιο. Και επειδή υπάρχει το κακό προηγούμενο των βιομηχάνων και επειδή ως αυτή τη στιγμή από την πλευρά της κυβέρνησης δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο που να δεσμεύει - όσο θα μπορούσε να δεσμεύει το ανεξέλεγκτο ιδιωτικό κεφάλαιο - ότι τα κονδύλια αυτά δε θα αυξήσουν τις αποταμιεύσεις του μεγάλου κεφαλαίου.

Το κακό προηγούμενο των βιομηχάνων

Το γεγονός ότι μέχρι αυτή τη στιγμή η ηγεσία των βιομηχάνων, στο ζήτημα της δημιουργίας 100.000 νέων θέσεων εργασίας «δε μιλάει», μπορούμε να πούμε ότι είναι «προς τιμήν της». Διότι η άλλοτε κραταιά ελληνική βιομηχανία, τα λεγόμενα «παλιά τζάκια», έχει να επιδείξει το χειρότερο παράδειγμα. Τη δεκαετία του '70 και στις αρχές της δεκαετίας του '80, τα «παλιά τζάκια»... κατέρρευσαν αφού πρώτα πήραν «θαλασσοδάνεια» για «επενδύσεις» που τελικά κατέληξαν στις τράπεζες της Ελβετίας.

Δηλαδή παίρνανε δάνεια από την Εθνική, Εμπορική, ΕΤΒΑ στο όνομα των επιχειρήσεών τους και αντί να τα επενδύσουν για τον εκσυγχρονισμό και τη βελτίωση της παραγωγής, της παραγωγικότητας, της ανταγωνιστικότητας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, τα αξιοποιούσαν για προσωπικό πλουτισμό είτε αγοράζοντας βίλες και κότερα, είτε φυγαδεύοντας αστρονομικά ποσά στο εξωτερικό και τα κατέθεταν στις τράπεζες της Ελβετίας, της Νέας Υόρκης κλπ. Τις δε επιχειρήσεις τους τις «έπνιξαν» στα χρέη και τις εγκατέλειψαν και μαζί με αυτές δεκάδες χιλιάδες εργαζομένους, που στην πορεία βρέθηκαν στο δρόμο της ανεργίας. Ετσι λειτουργεί το μεγάλο κεφάλαιο και οι εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα λόγο να πείθονται ότι «αυτές οι δυνάμεις θα οικοδομήσουν τη νέα ευημερία», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε την περασμένη Τετάρτη ο υπουργός Ανάπτυξης, Ν. Χριστοδουλάκης...


Σταμάτης ΖΗΣΙΜΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ