ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 14 Ιούλη 2000
Σελ. /36
Ο αντίπαλος δεν είναι ανίκητος

Αποσπάσματα από το κλείσιμο των εργασιών της ημερίδας που έκανε ο Γ. Μαυρίκος

Με την εκτίμηση ότι οι εργασίες της ημερίδας θα συμβάλουν αποφασιστικά στην καλύτερη διαμόρφωση των θέσεων του ΠΑΜΕ για το ασφαλιστικό, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της εργατικής τάξης στις σύγχρονες συνθήκες, έκλεισε τη συζήτηση το μέλος της γραμματείας του ΠΑΜΕ Γ. Μαυρίκος. Ο συνδικαλιστής ανάμεσα σε άλλα σημείωσε:

«Είναι ένα μεγάλο θέμα το κοινωνικοασφαλιστικό, καμιά φορά εκτιμούμε ότι το ξέρουμε ενώ δεν είναι έτσι. Χρειάζεται να επιμείνουμε, να βαθύνουμε, να εμπλουτίζουμε τις γνώσεις, την επιχειρηματολογία μας, προκειμένου να έχουμε τη γνώση για να είμαστε αποτελεσματικοί στον αγώνα και νομίζω ότι σ' αυτό βοήθησαν οι εισηγήσεις των αξιολόγων συναδέλφων που μας τίμησαν με την παρουσία τους, βοήθησε ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε από αυτό το βήμα.

Νομίζω πως συμφωνούμε όλοι που είμαστε εδώ ότι η κεντρική αντίληψη του ΠΑΜΕ σ' ό,τι αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα είναι πως η κοινωνική ασφάλιση πρέπει να έχει χαρακτηριστικά δημόσια, κοινωνικά και καθολικά και ό,τι αυτά σημαίνουν. Ταυτόχρονα νομίζω πως ομόθυμη είναι η αντίληψη ότι πρέπει με αποφασιστικότητα να καταδικάσουμε την απάτη του "κοινωνικού διαλόγου". Παλεύουμε, λοιπόν, και συνεχίζουμε σε δυο κατευθύνσεις με βάση αυτή την κεντρική αντίληψη. Η μια κατεύθυνση είναι: υπερασπίζουμε τις κατακτήσεις και η δεύτερη είναι: αγωνιζόμαστε για τη διεύρυνση των κατακτήσεων.

Ετσι, λοιπόν, στα πλαίσια αυτά εμείς καλούμε όλους εσάς και με δημόσια τοποθέτηση και δελτία Τύπου, που και από αύριο θα εκδώσουμε, να βομβαρδιστεί η κυβέρνηση με αποφάσεις διοικητικών συμβουλίων, γενικών συνελεύσεων, υπομνήματα, ψηφίσματα, υπογραφές, διαμαρτυρίες, συγκεντρώσεις και περιοδείες να μη μείνει σε χλωρό κλαρί, μπροστά σ' αυτή τη μεγάλη, θυελλώδη προσπάθεια κατεδάφισης μιας από τις πιο σημαντικές κατακτήσεις του αιώνα μας. Εδώ τώρα θα κριθούμε και θα αναμετρηθούμε, γιατί σωστά κάνουμε και ασκούμε αυτή την κριτική στη ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ σε μια σειρά άλλες μεγάλες Ομοσπονδίες και εργατικά κέντρα. Ομως δε φτάνει μονάχα να έχουμε σωστές θέσεις, οι θέσεις οι δικές μας πρέπει να είναι δύναμη για δράση και πρέπει να παλεύουμε για να τις υλοποιούμε. Ετσι, λοιπόν, θέλουμε να καλέσουμε συνολικά την εργατική τάξη μέσα από εσάς, τα σωματεία από τη δουλιά σας σε αγωνιστική επιφυλακή.

Νομίζουμε ότι σ' αυτό το θέμα του κοινωνικοασφαλιστικού ζητήματος εκφράστηκε και εδώ σήμερα, ένας προβληματισμός σε αγωνιστική ταξική κατεύθυνση. Ηταν εδώ σήμερα στελέχη που δεν έχουν σχέση με το ΠΑΜΕ, ήταν στελέχη γνωστά και επώνυμα, πρόεδροι Ομοσπονδιών κλπ., που και προχτές στις συνεδριάσεις των οργάνων κονταροχτυπηθήκαμε μαζί τους. Θεωρούμε θετικό το ότι ήρθαν. Το ΠΑΜΕ είναι μια ανοιχτή συνδικαλιστική κίνηση, έχει πέντε βασικές αρχές και με βάση αυτές τις αρχές και αυτές τις θέσεις καλεί όλους τους εργαζόμενους, όλους τους συνδικαλιστές να έρθουν να παλέψουμε σ' αυτή την κατεύθυνση την αγωνιστική, την ταξική, όπως από την ιδρυτική συνάντηση είχαμε καθορίσει.

Να συμφωνήσουμε ότι όπως τονίστηκε από εδώ και άλλοι το υπογράμμισαν την ανάγκη για συμπόρευση σ' αυτή την προσπάθεια, με αφορμή το κοινωνικοασφαλιστικό και όχι μόνο θα έλεγα, αλλά όμως είναι ένα πεδίο λαμπρό, με τους αγρότες και τους επαγγελματοβιοτέχνες. Νομίζω ότι δυναμισμό θα πάρει από αυτή την κοινή δράση, την κοινή πορεία, τις κοινωνικές συμμαχίες, η προσπάθειά μας και θα φέρει πιο κοντά τους στόχους μας.

Θέλω να τελειώσω λέγοντας το εξής: Πιστεύουμε πως δεν είναι ανίκητοι οι αντίπαλοί μας. Βεβαίως, ξέρουμε ότι δίνουμε αγώνα άνισο, δύσκολο, αλλά ξέρουμε ότι έχουμε δίκιο. Και δεν έχουμε μονάχα δίκιο, έχουμε και πείρα συσσωρευμένη αγωνιστική το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα που μπορούμε να την αξιοποιήσουμε και έχουμε υπαρκτά μεγάλα προβλήματα που μπορούν να συσπειρώσουν ευρύτερες μάζες εργαζομένων, ευρύτερες λαϊκές δυνάμεις. Στο χέρι μας είναι να ανταποκριθούμε και νομίζουμε ότι μπορεί να γίνει το ασφαλιστικό, η σταγόνα που θα ξεχειλίσει το ποτήρι και για να ενισχύσει την πορεία αναζωογόνησης του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και για ενίσχυση των ταξικών του χαρακτηριστικών. Ταυτόχρονα, να στείλει και ένα μήνυμα προς την κυβέρνηση και να υποχρεώσει την κυβέρνηση να κατανοήσει ότι δεν μπορεί έτσι απρόσκοπτα να αποφασίζει, να διατάσσει και να εκτελεί δικαιώματα και κατακτήσεις για την επιτυχία των οποίων και την εφαρμογή τους έδωσαν αίμα άλλοι πριν από εμάς.

Νομίζω ότι σ' αυτή την κατεύθυνση θα κινηθούμε, το ΠΑΜΕ μπορεί να σταθεί στις συνθήκες των περιστάσεων με επάξιο τρόπο. Δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να κάνουμε θαύματα από τη μια στιγμή στην άλλη, όμως νομίζω ότι αν δει κανείς την πορεία του ΠΑΜΕ από τις 3 Απρίλη μέχρι σήμερα θα συμφωνήσει βήμα το βήμα, προσπάθεια την προσπάθεια, μικρή, βασανιστική προσπαθούμε να διαμορφώσουμε συνθήκες τέτοιες, όπου πραγματικά και η άμυνα και η αντεπίθεση της εργατικής τάξης για τα συμφέροντά της και τα δικαιώματά της να είναι αποτελεσματική και να υπερασπίζει δικαιώματα και κατακτήσεις».

ΧΡΗΣΤΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ
Να αποκρουστεί η καταστροφή της Κοινωνικής Ασφάλισης

ο Χρήστος Ρουπακιώτης
ο Χρήστος Ρουπακιώτης
Από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ευνοούνταν, κατά το παρελθόν, συζητήσεις για μια «κοινωνική σύγκλιση» στην ΕΕ και για εναρμόνιση των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΚΑ). Και αυτό, για να αμβλύνονται οι αντιδράσεις στις επιταγές της ΕΕ για περιορισμούς στις κοινωνικοασφαλιστικές κατακτήσεις. Ορισμένοι εδώ κυβερνητικοί παράγοντες και άλλοι μιλούσαν κι αυτοί, με τη σειρά τους, για προσπάθειες εναρμόνισης των συστημάτων ΚΑ σε επίπεδο ΕΕ, αφήνοντας να εννοηθεί ότι θα υπάρξουν κάποια προγράμματα και θα διατεθούν κάποιοι πόροι από την ΕΕ. Η ΓΣΕΕ ζητάει να τεθούν οι όροι για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού συστήματος ΚΑ και να επιλεγούν οι πόροι για τη χρηματοδότησή του.

Στην ΕΕ, όμως, τα πράγματα έχουν ξεκαθαρίσει. Κατά τον ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ Ι. Κουκιάδη (ΒΗΜΑ 21-6-2000), η εναρμόνιση των συστημάτων ΚΑ έχει κριθεί αδύνατη, γιατί θεωρείται ότι οι διαφορές τους ανταποκρίνονται σε παραδόσεις και πολιτικά και πολιτιστικά κεκτημένα κάθε κράτους. Αυτό που επιδιώκεται είναι η απόκλιση των συστημάτων να μην αποτελεί τροχοπέδη στη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.

Ετσι έχει ανατεθεί στο ΕΚΟΦΙΝ να επιτηρεί την ασφαλιστική «μεταρρύθμιση» στις χώρες της ΕΕ.

Το ΕΚΟΦΙΝ έχει καθορίσει, μεταξύ άλλων, τους εξής στόχους:

Πρώτον, τη δημιουργία συστημάτων ΚΑ φιλικών προς την απασχόληση, που σημαίνει μείωση του μη μισθολογικού κόστους προς όφελος των επιχειρήσεων.

Δεύτερον, την εξασφάλιση βιώσιμων συνταξιοδοτικών συστημάτων, με εξεύρεση ισορροπιών μεταξύ κεφαλαιοποιητικών και διανεμητικών συστημάτων και με αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και κατάργηση της πρόωρης συνταξιοδότησης.

Τρίτον, την καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας.

Τι υπηρετούν

Οι στόχοι αυτοί υπηρετούν τη γνωστή νεοσυντηρητική πολιτική για γενική συρρίκνωση των παροχών της ΚΑ, για να μειωθούν οι κοινωνικές επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων, αλλά και του κράτους και για να περάσει η διαχείριση πόρων της ΚΑ στις ασφαλιστικές εταιρίες. Οι στόχοι απηχούν και την πολιτική που υποδείχνουν στην ΕΕ οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες και οι βιομήχανοι της Ευρώπης και έχουν ενσωματωθεί, όπως είναι γνωστό, στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης του Αμστερνταμ.

Αλλωστε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά και άλλοι αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν προβεί, στη βάση αυτής της πολιτικής, σε πιεστικές υποδείξεις προς την κυβέρνηση ότι η συμπίεση των μισθών και εργασιακών δικαιωμάτων, αλλά και η «μεταρρύθμιση» του ασφαλιστικού, με περικοπές παροχών, αποτελούν προϋποθέσεις για ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, τη διατηρησιμότητα των κριτηρίων σύγκλισης και τη μείωση του δημόσιου χρέους, όπως προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Από την πλευρά της η κυβέρνηση, για να εγκριθεί η ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, έχει αναλάβει, ως «αντισταθμιστικές» δεσμεύσεις, να εφαρμόσει πιστά τις υποδείξεις αυτές.

Για να δικαιολογήσουν τη νεοσυντηρητική αυτή πολιτική, μιλούν, στην ΕΕ, σε υψηλούς μάλιστα τόνους, για κίνδυνο κατάρρευσης των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, λόγω, κυρίως, της επιδείνωσης του δημογραφικού προβλήματος. Κάνουν λόγο για δημογραφικό σοκ, δημογραφική ωρολογιακή βόμβα και άλλα. Προβάλλουν, ακόμη, ως αιτίες την επιμήκυνση του προσδόκιμου ζωής, τις αλλαγές στο μοντέλο εργασίας, με τις ευέλικτες μορφές εργασίας, που δεν καλύπτονται ασφαλιστικά επαρκώς και άλλα. Βέβαια, οι πολυεθνικές της Ευρώπης αδιαφορούν για τις δικαιολογίες. Προειδοποιούν απλά ότι, αν δεν υπάρξει σύντομα «μεταρρύθμιση», θα τεθεί σε μεγάλο κίνδυνο η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας και προτείνουν συντάξεις μόνο σε όσους έχουν ανάγκη.

Από το άλλο μέρος, κατά τον υπουργό Εργασίας Αν. Γιαννίτση (ΒΗΜΑ 18-6-2000), η κοινωνική πολιτική έχει «ελλείμματα» και στις κοινωνικές προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι, μεταξύ άλλων, η ενίσχυση της απασχόλησης, η καταπολέμηση του αποκλεισμού και η εξασφάλιση βασικών συλλογικών υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο, όπως παιδεία, υγεία, ΚΑ, με αναδιανομή κόστους και οφέλους. Αυτά μοιάζουν λίγο σιβυλλικά, αλλά θέλει να πει ό,τι και η γνωστή έκθεση Σπράου (σελ. 25-27), στην κατάρτιση της οποίας συμμετείχε και ο υπουργός, ότι δηλαδή η δαπάνη για τις συντάξεις είναι μεγάλη και πρέπει να περιοριστεί, για να χρηματοδοτηθούν η απασχόληση, η πρόνοια, καθώς και μέτρα κατά του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας, ώστε να συγκροτηθεί ένας «κοινωνικός ιστός ασφάλειας» για όλους.

Οπως βλέπουμε, η ΕΕ επιτάσσει και η κυβέρνηση έχει στις προτεραιότητές της την αφαίρεση πόρων από την ΚΑ, για την ενίσχυση των επιχειρήσεων, πέρα από τις επιδοτήσεις για την περιβόητη δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης, πέρα από την τεράστια εισφοροδιαφυγή τους (600 δισ. το χρόνο), πέρα από τις παγωμένες οφειλές τους (1,5 τρισ.) και πέρα από την καταλήστευση των αποθεματικών της ασφάλισης προς όφελός τους (σωρευτικά 30 δισ.). Ας σημειωθεί, μάλιστα, ότι οι εισφορές εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα δεν ξεπερνούν το 15% του συνόλου των εσόδων της ΚΑ. Ακόμη, η κυβέρνηση έχει στις προτεραιότητές της την αφαίρεση πόρων για τη συγκρότηση του λεγόμενου κοινωνικού ιστού ασφάλισης.

Εξάλλου, η κυβέρνηση, πειθαρχώντας στις σιδερένιες προδιαγραφές του Συμφώνου Σταθερότητας, αρνείται τη συμμετοχή του κράτους στα βάρη της ΚΑ, σε πάγια βάση, όπως ζητούν οι εργαζόμενοι και ισχύει σε άλλες χώρες, αλλά και χρόνο με το χρόνο μειώνει τις, ανεπαρκείς άλλωστε, επιχορηγήσεις προς τα ταμεία. Ετσι η επιχορήγηση προς το ΙΚΑ, ενώ το 1990 αντιστοιχούσε στο 41,75% των εσόδων του ιδρύματος, το 2000 πέφτει στο 8%.

Τρομοκρατούν με τη «γήρανση του πληθυσμού»

Για να δικαιολογήσει την πολιτική της η κυβέρνηση, επισείει και αυτή τον κίνδυνο κατάρρευσης του συστήματος ΚΑ και προβάλλει, ως αιτίες, τη γήρανση κλπ. Τη γήρανση την επικαλούνταν και στο παρελθόν όλες οι κυβερνήσεις, ιδιαίτερα όταν προχωρούσαν σε αυστηροποιήσεις των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης. Μέχρι τώρα η γήρανση δεν είχε σοβαρές επιπτώσεις στα οικονομικά της ΚΑ και δε θα έχει και στο μέλλον τις ίδιες επιπτώσεις, που θα έχει σε άλλες χώρες της ΕΕ. Κι αυτό γιατί από τον πληθυσμό που γερνάει οι αγρότες θα πάρουν βοηθήματα και όχι συντάξεις και από τον μεγάλο όγκο των ανασφάλιστων (πάνω από 3 εκατ. μαζί με τις νοικοκυρές) λίγοι θα συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις για σύνταξη. Βέβαια, οι εργαζόμενοι απαιτούν όλοι να καλύπτονται ασφαλιστικά και όλοι να παίρνουν συντάξεις και βέβαια πρέπει να ληφθούν υπόψη, στις μελέτες για το μέλλον της ΚΑ, οι όποιες αρνητικές επιπτώσεις της γήρανσης. Οπως άλλωστε πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι θετικές επιπτώσεις από την παρουσία στη χώρα μας του νέου ηλικιακά πληθυσμού των μεταναστών.

Η κυβέρνηση και οι παρατρεχάμενοι «ειδικοί» επικαλούνται ακόμη τα οικονομικά προβλήματα των ταμείων, τα οποία τα αποδίδουν στις «γενναιόδωρες» συντάξεις που καταβάλλουν και που δεν αντιστοιχούν τάχα σε ανάλογες εισφορές. Ωστόσο, παραβλέπουν ότι τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα στα ταμεία τα προκαλούν, κυρίως, η μη ασφάλιση των εργαζομένων, η καταλήστευση των πόρων των ταμείων και η μη ενίσχυσή τους με πάγιες επιχορηγήσεις του κράτους. Ιδιαίτερα βάλλουν κατά του θεσμού των κατώτατων ορίων (κ.ο.) συντάξεων, θεωρώντας το θεσμό αναχρονιστικό και δεν κρύβουν τις προθέσεις τους να τον καταργήσουν. Ομως, ο θεσμός των κ.ο., που εξασφαλίζει στοιχειωδώς αξιοπρεπείς συντάξεις στους εργαζόμενους με χαμηλούς μισθούς και μικρούς χρόνους ασφάλισης, λόγω ανεργίας, εργατικών ατυχημάτων κλπ., προσδίδει στην ασφάλιση τον κοινωνικό της χαρακτήρα. Ο θεσμός των κ.ο. συντάξεων έχει κατοχυρωθεί με τη Διεθνή Σύμβαση 102/52 και εφαρμόζεται από πολλές χώρες. Εξάλλου, να ποιες είναι οι «γενναιόδωρες» συντάξεις του ΙΚΑ: Από τους 847.000 συνταξιούχους του ΙΚΑ, 175.000 (21%) παίρνουν συντάξεις μικρότερες από τα κ.ο., 155.000 (18%) παίρνουν τα κατώτατα όρια λόγω θανάτου (106.000 δρχ.), 315.000 (37%) παίρνουν τα κ.ο., λόγω γήρατος - αναπηρίας (116.000 δρχ.), 85.000 (10%) παίρνουν συντάξεις 100 - 150.000 δρχ. και μόλις 117.000 (14%) συντάξεις μεγαλύτερες.

Θέλοντας να διαιρέσουν τους εργαζόμενους, λένε ότι η ασφαλιστική «μεταρρύθμιση» θα εξασφαλίσει τη βιωσιμότητα των ταμείων, ώστε να πάρουν σύνταξη και οι νέοι εργαζόμενοι. Δε λένε, βέβαια, ότι η σχεδιαζόμενη αφαίρεση πόρων από τα ταμεία αναιρεί τη βιωσιμότητα και ότι οι συντάξεις που θα προκύψουν για τους νέους θα είναι κάτω από το 1/3 των συντάξεων που καταβάλλονται σήμερα. Πάντως, αν η κυβέρνηση θέλει να περικόψει «γενναιόδωρες» συντάξεις, ας ξεκινήσει με την περικοπή των γνωστών συντάξεων - μαμούθ (πάνω από 600.000 δρχ.) που στηρίζονται κυρίως σε κοινωνικούς πόρους και καταβάλλονται στα ανώτατα στελέχη του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα και, επίσης, στους πολυαπασχολούμενους παράγοντες, συμβούλους, ειδικούς, καθηγητές, μεγαλοδημοσιογράφους κλπ. Με τις προκλητικές αυτές συντάξεις - μαμούθ τίθεται θέμα όχι μόνο κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και ανήθικης μεταχείρισης. Ας σημειωθεί ότι το 1998 οι υπερσυνταξιούχοι και μαζί οι συνταξιούχοι των ειδικών ταμείων, που αποτελούσαν το 25% του συνόλου των συνταξιούχων της χώρας, έλαβαν το 52% των δαπανών για συντάξεις και εφάπαξ, ενώ οι χαμηλοσυνταξιούχοι ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, ΟΓΑ και άλλων, που αποτελούσαν το 75% του συνόλου των συνταξιούχων, έλαβαν μόλις το 48%.

Δημιουργούν σκόπιμα σύγχυση

Τελικά, οι δικαιολογίες, που προβάλλουν, αποβλέπουν στο να δημιουργήσουν σύγχυση στους εργαζόμενους, για να περάσουν τη «μεταρρύθμιση». Πίσω από τη «μεταρρύθμιση» είναι απλά ο στόχος της κυβέρνησης για μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα, δηλαδή για αύξηση των υπερκερδών των επιχειρήσεων. Το στόχο αυτόν ο πρωθυπουργός τον πρόβαλε στο 3ο Πανελλαδικό Βιομηχανικό Συνέδριο ως το νέο, μετά την ένταξη στην ΟΝΕ, «εθνικό» στόχο. Θα προσθέταμε ότι πίσω από τη «μεταρρύθμιση» είναι ακόμη οι δεσμεύσεις προς την ΕΕ, που κι αυτές υπηρετούν τον ίδιο στόχο.

Η ασφαλιστική «μεταρρύθμιση» θα οδηγήσει σε πλήρη ανατροπή του ισχύοντος, ισχνού άλλωστε, συστήματος ΚΑ. Θα είναι καραμπινάτη κοινωνική αντιμεταρρύθμιση. Προς τι όμως ο πρωθυπουργός, με την ένταξη της χώρας στη ζώνη του Εύρω, θριαμβολόγησε ότι θα έχουμε καλύτερες προϋποθέσεις για ευημερία και κοινωνική συνοχή; Τέτοιες αναφορές, όπως άλλωστε και οι προεκλογικές αναφορές για «κοινωνικό κράτος» και κατώτατη σύνταξη ΙΚΑ 152.000 δρχ., ηχούν σήμερα παράταιρα. Με την ευκαιρία, να σημειώσουμε για την κατώτατη σύνταξη ότι, όπως φαίνεται από τα σχετικά στοιχεία, το 2001 δε θα είναι μεγαλύτερη (μαζί με το ΕΚΑΣ) από 146.000 δρχ. και θα δοθεί μόνο σε 50.000 περίπου από τους 600.000 χαμηλοσυνταξιούχους του ΙΚΑ.

Παλιές και νέες ανατροπές

Βέβαια, όπως είναι γνωστό, οι πιέσεις της ΕΕ, αλλά και του ΟΟΣΑ, του ΔΝΤ και του ΣΕΒ ασκούνται από παλιά και έχουν προηγηθεί σοβαρές ανατροπές στο σύστημα ΚΑ με τους αντιασφαλιστικούς νόμους 1759/88, 1902/90, 2084/92 και 2676/99, που μείωσαν σημαντικά τις συντάξεις, ιδιαίτερα τις κατώτερες και επέβαλαν ένα εκτρωματικό καθεστώς για τους νεοασφαλιζόμενους από 1-1-93, καθώς και με το Ν. 2639/99, που ανέτρεψε τις εργασιακές σχέσεις, με αποτέλεσμα διαλυτικές επιπτώσεις στην ασφαλιστική κάλυψη και στα έσοδα των ταμείων. Ανατροπές ακόμη επέφερε η πρακτική των κυβερνήσεων για μείωση της κρατικής επιχορήγησης και διαρπαγή των κεφαλαίων κλάδων ασθενείας και του ΤΕΑΜ, για τις πληρωμές συντάξεων, πρακτική που οδήγησε σε οικονομική αποδυνάμωση των κλάδων ασθενείας και χρεοκοπία, ουσιαστικά, του ΤΕΑΜ, του μεγάλου ταμείου των μισθωτών.

Το περιεχόμενο της «μεταρρύθμισης» έχει ήδη περιγραφεί από κορυφαίους παράγοντες και συμβούλους της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε συρρίκνωση του συντάξιμου μισθού, με τον υπολογισμό των συντάξεων στις αποδοχές τελευταίας 15ετίας ή όλου του ασφαλιστικού βίου και σε αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65-67, για άνδρες και γυναίκες, με ταυτόχρονη κατάργηση των μειωμένων συντάξεων και του θεσμού των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.

Παράλληλα, θα προχωρήσει στην οργάνωση νέου συνταξιοδοτικού συστήματος, με βάση - όπως φαίνεται - μια παραλλαγή του περιβόητου συστήματος των «τριών πυλώνων» της Παγκόσμιας Τράπεζας, που θα προβλέπει:

- Μια πρώτη χαμηλή σύνταξη από τα ταμεία κύριας ασφάλισης, σε ανταποδοτική βάση και με σύστημα διανεμητικό.

- Μια δεύτερη σύνταξη επίσης χαμηλή, από τα ταμεία επικουρικής ασφάλισης σε σύστημα κεφαλαιοποιητικό. Τα επικουρικά ταμεία, μη διαθέτοντας τους απαραίτητους μηχανισμούς, τα περισσότερα, θα αναθέσουν τη διαχείριση των κεφαλαίων τους στις ασφαλιστικές εταιρίες.

- Τέλος, μια τρίτη σύνταξη από τις ασφαλιστικές εταιρίες, για όσους βέβαια έχουν να πληρώσουν.

Κύρια χαρακτηριστικά της «μεταρρύθμισης» θα είναι η δραματική αυστηροποίηση στις προϋποθέσεις και το ύψος των συντάξεων και η θεσμοθέτηση κεφαλαιοποιητικού συστήματος, για να οδηγηθούν κεφάλαια της ασφάλισης στο Χρηματιστήριο. Και αυτά, για να υπάρξει, λένε, μεγαλύτερη ατομική ευθύνη για συνταξιοδοτική ανεπάρκεια. Βέβαια, ο άνεργος του Περάματος αυτά θα τα ακούει με πολλή απορία.

Τέλος, θα παίζεται από την κυβέρνηση η λεγόμενη ελάχιστη σύνταξη (τύπου) ΕΚΑΣ, για τους έχοντες μεγάλη ανάγκη. Ωστόσο, επειδή οι εντελώς ανασφάλιστοι και οι αποκλεισμένοι κοινωνικά συνεχώς διευρύνονται και η «ελάχιστη» σύνταξη θα έχει όλο και πιο μεγάλο κόστος, μάλλον θα περιλαμβάνεται απλά σε προγράμματα - ευχολόγια για τους φτωχούς. Αλλωστε, μια ιδέα για το τι θα είναι αυτή η «ελάχιστη» σύνταξη μας δίνει η έκθεση Σπράου (σελ. 98), όταν αναφέρει ότι η Ελλάδα, με την εισαγωγή του ΕΚΑΣ, εναρμονίζεται με τις δύο συστάσεις της ΕΕ του 1992 για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου εισοδήματος.

Με τη νέα πλήρη ανατροπή του συστήματος ΚΑ θα δεχτούν καίρια πλήγματα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένων, που έχουν δεχτεί περισσότερο και τα πλήγματα των προηγούμενων ανατροπών. Είναι οι μεγάλες ομάδες εργαζομένων, οι εργατοτεχνίτες, οι απασχολούμενοι εποχιακά, με μερική απασχόληση, στο φασόν με δελτία παροχής υπηρεσιών, καθώς και οι άνεργοι, οι ξένοι εργάτες και άλλοι. Σε μεγάλο βαθμό δε θα ασφαλίζονται, θα εκτοπιστούν εκτός ΚΑ και όσοι θα καταφέρνουν να ασφαλίζονται και να συμπληρώνουν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, θα παίρνουν πολύ χαμηλές συντάξεις ή βοηθήματα. Αυτούς, βέβαια, δεν τους αφορούν οι «πυλώνες» του νέου συστήματος. Σε αυτούς θα τάζουν την «ελάχιστη» σύνταξη. Εδώ ας θυμηθούμε ότι το ΠΑΣΟΚ τάζει τη λεγόμενη εθνική σύνταξη από το 1984. Πάντως και όσοι εργαζόμενοι θα έχουν μόνιμη απασχόληση, θα δουν τις συντάξεις τους να μειώνονται δραστικά.

Υστερα από όλα αυτά, οι «αριστεροί» και οι «προοδευτικοί» ευρωπαϊστές, που καλλιεργούν αυταπάτες για δυνατότητες οικοδόμησης μιας ΣΣ με «κοινωνική ευαισθησία» τι έχουν να πουν;

Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, ΑΠ, από τη μεριά τους, φαίνεται ότι βάζουν πλάτες για να περάσει η κυβέρνηση την ασφαλιστική «μεταρρύθμιση». Η ΓΣΕΕ δέχεται, και ορθά, ότι η ΣΣ, με το κοινωνικό μοντέλο της, υποτάσσει την ΚΑ στις ανάγκες της διεθνοποίησης και ανταγωνιστικότητας των οικονομιών. Ωστόσο, αντί να καλέσει τους εργαζόμενους να αντισταθούν, θεωρεί το μοντέλο αυτό αναπόφευκτο και προσαρμόζεται ανάλογα. Ετσι εγκαταλείπει τις βασικές θέσεις του Πορίσματος της Επιτροπής του 1992, για ισότιμες σχέσεις οικονομικών και κοινωνικών λειτουργιών στην παραγωγική διαδικασία και απασχόληση και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη. Με την έκθεσή της του 1998, προτείνει κεφαλαιοποιητικό σύστημα για την επικουρική ασφάλιση και με την ΕΓΣΣΕ προεξοφλεί τη συμμετοχή της στον προσχηματικό «κοινωνικό διάλογο» και θέτει ως στόχους τη βιωσιμότητα των ταμείων, χωρίς καμία αναφορά στις αιτίες της οικονομικής ανισορροπίας τους, τη συγκρότηση στην ΚΑ συστήματος κεφαλαιοποιητικών και διανεμητικών στοιχείων και την πλειοψηφία στα ΔΣ των ταμείων εκπροσώπων των εργαζομένων και εργοδοτών. Ο τελευταίος αυτός στόχος αναιρεί πάγια θέση του εργατικού κινήματος για πλειοψηφία εκπροσώπων των εργαζομένων και συνταξιούχων.

Αναγκαστικά κόντρα στο ρεύμα

Το εργατικό και γενικότερα το μαζικό κίνημα, πέρα από αυτή ή την άλλη στάση αυτών των συνδικαλιστικών ηγεσιών, ζητάει την εξυγίανση και στήριξη του συστήματος ΚΑ, ζητάει τη διάσωσή του. Η κυβέρνηση και οι παρατρεχάμενοι, το συμβουλεύουν να μην πάει κόντρα στο ρεύμα. Ωστόσο, το ρεύμα πάει δεξιά, προς τη μεριά του κεφαλαίου, έχει ταξικό, αντιλαϊκό χαρακτήρα.

Κόντρα λοιπόν στο ρεύμα, κόντρα στις επιδιώξεις του νεοσυντηρητισμού, το εργατικό κίνημα έχει θέσει απλούς στόχους:

- Να στηριχτεί το σύστημα ΚΑ και να αποκρουστούν τα σχέδια για διάλυση και ιδιωτικοποίησή του.

- Να στηριχτεί με τη διεύρυνση της απασχόλησης και την πλήρη ασφαλιστική κάλυψη όλων ανεξαίρετα των εργαζομένων και των ανέργων, την πάταξη της εργοδοτικής ασυδοσίας (εισφοροδιαφυγή, εισφοροαπαλλαγές, «παγωμένες» οφειλές), την πάταξη της ληστείας των αποθεματικών των ταμείων και τη συμμετοχή του κράτους στα βάρη της ΚΑ.

- Τέλος, να εξασφαλιστούν αξιοπρεπείς συντάξεις και ανθρώπινη περίθαλψη για όλους τους εργαζόμενους, παλιούς και νέους, χωρίς διαχωρισμούς.

Το βάρος της υπεράσπισης του υπάρχοντος συστήματος ΚΑ, αλλά και της βελτίωσής του πέφτει, τώρα, στους ώμους των ίδιων των εργαζομένων. Οι συνεπείς συνδικαλιστές πρέπει να ενημερώσουν πλατιά και έγκαιρα όλους τους εργαζόμενους, εργάτες, υπαλλήλους, επιστήμονες, νέους, γυναίκες, άνεργους, επαγγελματοβιοτέχνες, αγρότες, συνταξιούχους, για τη σχεδιαζόμενη ανατροπή του συστήματος ΚΑ. Για την υπεράσπιση της ΚΑ πρέπει, αλλά και μπορεί, να ορθωθεί ένα γιγάντιο κοινωνικό μέτωπο πάλης, που θα αποθαρρύνει την κυβέρνηση και γενικότερα τις συντηρητικές πολιτικοκοινωνικές δυνάμεις της χώρας να επιβάλλουν τα καταστροφικά σχέδιά τους.

Στο «μέτωπο» της μαύρης αντίδρασης που επιχειρεί να κατεδαφίσει την κοινωνική ασφάλιση, το ταξικό εργατικό κίνημα αντιπαραθέτει το δικό του «Μέτωπο», αντίστασης, ενημέρωσης και αγώνα. Σε αυτή την κατεύθυνση, η προχτεσινή ημερίδα του ΠΑΜΕ είχε μια ουσιαστική συνεισφορά. Ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε, οι προτάσεις που κατατέθηκαν και η μαζική συμμετοχή εκατοντάδων συνδικαλιστών, απέδειξαν ότι το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα είναι «παρών». Εξοπλισμένο με τις θέσεις και τις διαχρονικές αξίες της εργατικής τάξης, ενωτικό απέναντι σ' όλους τους εργαζόμενους και τα μικρομεσαία στρώματα, είναι αποφασισμένο να δώσει τη μάχη μέχρι το τέλος. Ο «Ρ» αρχίζει από σήμερα την παρουσίαση σε συνέχειες των τεσσάρων βασικών εισηγήσεων και των παρεμβάσεων που έγιναν στην ημερίδα. Παρουσιάζουμε σήμερα την εισήγηση του Χρ. Ρουπακιώτη.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ