ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 30 Μάρτη 2010
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΣ
Οξύνεται η αντιπαράθεση ενόψει συνεδρίου

Σοσιαλδημοκρατία της παλιάς κοπής, αποπνέουν οι προτάσεις που υιοθετήθηκαν από την ΚΠΕ στο κείμενο των Θέσεων

Σε κλίμα έντασης εξελίχθηκε η συνεδρίαση της ΚΠΕ του ΣΥΝ το περασμένο Σάββατο με θέμα την έγκριση των Θέσεων για το έκτακτο Συνέδριο (3 - 6 Ιούνη).

Τα πνεύματα οξύνθηκαν αρκετές φορές, κυρίως για τη διαδικασία διεξαγωγής των ψηφοφοριών πάνω στην πληθώρα των κειμένων που είχαν κατατεθεί από τάσεις, ομάδες στελεχών κλπ. και είχαν ονομαστεί εκδοχές ή και προσθήκες στο κείμενο Θέσεων.

Το αποτέλεσμα ήταν αλλεπάλληλες ψηφοφορίες, ακόμα και για τον τρόπο διεξαγωγής της ψηφοφορίας! Ενταση, όμως, επικράτησε και όταν ο Δ. Χατζησωκράτης προσπάθησε ανεπιτυχώς να παρουσιάσει τις θέσεις της «Ανανεωτικής Πτέρυγας».

Με φωνές, ακόμα και γιουχαΐσματα, μέλη της ΚΠΕ, που διαφώνησαν με την απόφαση του προεδρείου να του δοθεί ο λόγος ως εκπροσώπου της «Ανανεωτικής Πτέρυγας», τον διέκοπταν συνεχώς, με αποτέλεσμα να μην κατορθώσει να ολοκληρώσει την παρουσίαση.

Η ΚΠΕ ενέκρινε κατά πλειοψηφία (68 ψήφοι) το κείμενο της Επιτροπής Θέσεων και απέρριψε τις εκδοχές και προσθήκες που είχαν κατατεθεί σε σημεία που αφορούσαν στην οικονομική κρίση, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στον ΣΥΡΙΖΑ, στη λειτουργία του κόμματος κ.ά.

Ωστόσο, το «πακέτο» όλων αυτών των κειμένων θα προωθηθεί στις οργανώσεις για τον προσυνεδριακό διάλογο, όπως και το κείμενο θέσεων της «Ανανεωτικής Πτέρυγας» που μειοψήφησε (20 ψήφοι).

Με 43 ψήφους έναντι 39, απορρίφθηκε η πρόταση το έκτακτο συνέδριο να συζητήσει καταστατικές αλλαγές. Ωστόσο, η «αριστερή ανασύνθεση», σε ανακοίνωσή της, καταγγέλλει την ΚΠΕ ότι «φρενάρει πραξικοπηματικά τις καταστατικές αλλαγές». Οπως σημειώνει, πρόκειται για «αντικαταστατική απόφαση» που ελήφθη «με πολύ ισχνό και αμφισβητήσιμο συσχετισμό» και «δείχνει ξεκάθαρα ότι για μεγάλο μέρος της ηγεσίας του κόμματος η επιλογή του Εκτακτου Συνεδρίου έγινε κυρίως για λόγους διαμόρφωσης νέων εσωκομματικών συσχετισμών (...) η φωνή της βάσης ξεχάστηκε γρήγορα (...) τα μέλη καλούνται να τοποθετηθούν βεβιασμένα επί μιας σειράς δύσκολων στρατηγικών ζητημάτων, που δεν έχουν επαρκώς κουβεντιαστεί ώστε να νομιμοποιήσουν με αυτόν τον τρόπο την αναδιάταξη των ισορροπιών του ίδιου πάνω - κάτω στελεχικού δυναμικού».

Στην ίδια συνεδρίαση υπερψηφίστηκε και η εισήγηση για τα θέματα Αυτοδιοίκησης, σύμφωνα με την οποία στις επικείμενες εκλογές δε θα υπάρξουν συμφωνίες για κοινή εκλογική κάθοδο με άλλα κόμματα. Ωστόσο, η εμπειρία λέει ότι οι διακηρύξεις απ' την πράξη απέχουν, καθώς σε πολλές περιοχές της χώρας έχουν διαμορφωθεί από χρόνια συνεργασίες κυρίως με το ΠΑΣΟΚ, που όπως εκτιμούσαν και μέλη της ΚΠΕ είναι πολύ δύσκολο να «σπάσουν».

Εξωραΐζουν τη στρατηγική της ΕΕ

Στην ομιλία του, ο Αλ. Τσίπρας εξέφρασε ξανά τη δυσαρέσκεια του κόμματός του για την εμπλοκή του ΔΝΤ στην ευρωενωσιακή απόφαση - συμφωνία «βοήθειας» προς την Ελλάδα, αναπαράγοντας το αποπροσανατολιστικό ψευτοδίλημμα «ΕΕ ή ΔΝΤ». Επανέλαβε ότι η χώρα «παραμένει δέσμια των κερδοσκόπων» και καταφέρθηκε ενάντια σε κάποιους «νεοφιλελεύθερους μάγους» που «οικοδόμησαν μια Ευρώπη δεμένη χειροπόδαρα από τις αγορές».

Ευρωενωσιακά προσηλωμένος και εκφράζοντας τη συλλογική επιθυμία του κόμματός του για περισσότερη και ισχυρότερη ΕΕ, κατήγγειλε το «μοντέλο οικοδόμησης της ΟΝΕ» και ανέσυρε παλιάς κοπής σοσιαλδημοκρατικές προτάσεις για ισχυρό προϋπολογισμό, πολιτικό έλεγχο της ΕΚΤ, δημοκρατική εμβάθυνση της ΕΕ, για νέους θεσμούς, νέες ηγεσίες στην ΕΕ. Πρόκειται για θέσεις που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ενισχύουν τις αυταπάτες ότι ένα ιμπεριαλιστικό οικοδόμημα μπορεί να μετεξελιχθεί σε φιλολαϊκό, με θεσμικές πολιτικές παρεμβάσεις, χωρίς ανατροπή της καπιταλιστικής οικονομικής του βάσης.

Εφτασε, μάλιστα, στο σημείο να κηρύξει τον ανένδοτο στην Μέρκελ, δηλώνοντας ότι «εργαζόμαστε για να υποστεί η κυρία Μέρκελ μια οδυνηρή ήττα στις επερχόμενες εκλογές στη Ρηνανία Βεστφαλία».

Ο Αλ. Τσίπρας εμφανίστηκε σχεδόν ικέτης προς τις τράπεζες να συνεισφέρουν κι αυτές «κάτι, ένα μέρος από τα κέρδη τους». Αποδεικνύοντας τον καιροσκοπισμό που χαρακτηρίζει το χώρο, ο Αλ. Τσίπρας, μετά την κριτική που του ασκήθηκε για το μειλίχιο των δηλώσεών του κατά τη συνάντηση με τον αρχιεπίσκοπο, από το βήμα της ΚΠΕ εμφανίστηκε λάβρος κατά της αμύθητης περιουσίας της Εκκλησίας.

«Κόκκινες γραμμές» από τους «ανανεωτικούς»

Στο μεταξύ, χτες ο Δ. Χατζησωκράτης, μιλώντας στο «Κανάλι 1», εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για την υποδοχή που του επεφύλαξαν στην ΚΠΕ, λέγοντας ότι «δεν ήταν μία καλή στιγμή (...) ήταν κάτι που εγώ θέλω να το ξεχάσω».

Υπερασπίστηκε την επιλογή του ΣΥΝ να υπερψηφίσει το Μάαστριχτ, αναφέροντας ότι «το 1992 είπαμε ναι στην προσπάθεια η ΕΕ να κάνει ένα βήμα προς την πολιτική και οικονομική ολοκλήρωση (...) να ερχόμαστε πίσω και να λέμε ότι εκείνη η απόφασή μας δεν ήταν μία θετική εξέλιξη, αυτό θα είναι λάθος. Γιατί δεν είναι μόνο το σύμφωνο σταθερότητας, είναι και το ενιαίο νόμισμα. Υπάρχει κανείς που λέει ότι δεν θέλει το ενιαίο νόμισμα και ότι αυτό δεν έπρεπε να γίνει;».

Τέλος, επανέλαβε ότι αν το συνέδριο υπερβεί την «κόκκινη γραμμή» που αφορά στη σχέση του ΣΥΝ με τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε οι ανανεωτές θα εξετάσουν κάθε ενδεχόμενο, και αυτό της αποχώρησης, από το κόμμα.


«Επαναστάτες» του «καλού» ιμπεριαλισμού

Στο τελευταίο του φύλλο, το «Πριν» προσπαθεί να αρθρώσει γνώμη σχετικά με την απόφαση της πρόσφατης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ για την παρέμβασή του στην εργατική τάξη και στο συνδικαλιστικό κίνημα. Η προσπάθεια βέβαια καταλήγει σε αυτογελοιοποίηση της εφημερίδας και του πολιτικού χώρου του ΝΑΡ, τον οποίο εκπροσωπεί. Στην καλύτερη περίπτωση, προσπαθούν να φέρουν το κείμενο της Απόφασης στα μέτρα της πραγματικότητας που τους βολεύει, για να παρουσιάσουν στο τέλος σαν αληθοφανή τον ψευδέστατο ισχυρισμό ότι στο ΚΚΕ εμφανίζονται «τα πρώτα μικρά, αλλά σχετικά μαζικά φαινόμενα αποχωρήσεων και διαγραφών, κυρίως από μέλη και μεσαία στελέχη που δρουν στο εργατικό κίνημα». Αυτός είναι ο καημός και ο μύχιος πόθος τους. Και - καθόλου τυχαία - είναι κοινός με τον καημό της αστικής τάξης και των κομμάτων της.

Το «Πριν» ενοχλείται από τη θέση του ΚΚΕ ότι η κρίση αναδεικνύει σαν θεμελιώδες το ζήτημα «αστική εξουσία ή εργατική λαϊκή εξουσία» και αποφαίνεται: «Ετσι, η αναγκαία ταξική ανασύνταξη του εργατικού και λαϊκού κινήματος δεν έχει ως περιεχόμενο μια γραμμή μαζικής αντίστασης και νικηφόρων ρηγμάτων στην επίθεση, ούτε μια πολιτική ανατροπής της απόλυτης και σχετικής εξαθλίωσης με επιδίωξη την επανάσταση», αλλά «την προετοιμασία και οργάνωση της εργατικής τάξης και των συμμάχων της για αποφασιστική αναμέτρηση με τα μονοπώλια, για την ανατροπή της εξουσίας τους». Σε άλλο σημείο εκτιμάει ότι το ΚΚΕ προκρίνει την «αντικατάσταση της έμπρακτης, υλικής προώθησης της επανάστασης από την ιδεολογική αντεπίθεση. "Δύναμη κρούσης, το βαρύ πυροβολικό - αναφέρεται στην απόφαση - είναι και πρέπει να είναι η ιδεολογική δουλειά" (...) ωστόσο αυτή πρέπει να εξοπλίζει (...) το μαζικό εργατικό κίνημα».

Θα ήθελαν πολύ να είναι το ΚΚΕ ένα κόμμα σαν το σινάφι τους, που κάτω από την ψευτοεπαναστατική φρασεολογία κρύβει ένα πρόγραμμα ενσωματωμένο στο αστικό πολιτικό σύστημα. Θα ήθελε πολύ οι στόχοι που θέτει το ΚΚΕ να εξαντλούνται στο επίπεδο της οικονομικής πάλης και να παραπέμπεται στο αόριστο μέλλον η πολιτικοποίηση των εργατικών λαϊκών αγώνων με στόχο την ανατροπή της εξουσίας των μονοπωλίων. Τους φοβίζει η αποφασιστικότητα του ΚΚΕ να δουλέψει ώστε πιο αποτελεσματικά να συνδυάζονται οι καθημερινοί εργατικοί αγώνες για την απόκρουση των αντιλαϊκών μέτρων με την πάλη για ριζοσπαστικές αλλαγές στο επίπεδο της εξουσίας και της οικονομίας. Οσο για τα φυλλορροήματα περί «θεωρητικής δουλειάς» και «έμπρακτης προώθησης της επανάστασης», διαβάζουν ό,τι τους συμφέρει από το κείμενο της Απόφασης, ακριβώς για να το διαστρεβλώσουν. Στην Απόφαση παρατίθεται απόσπασμα της εισήγησης της ΚΕ στο 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στο οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων: «H πάλη των ιδεών πρέπει να διαποτίζει την πρακτική δράση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αποκτά και προτεραιότητα (...) H μάχη των ιδεών είναι προϋπόθεση οργάνωσης των εργατικών, των λαϊκών μαζών».

Δεν προκαλεί εντύπωση η ιδεολογική και πολιτική αδυναμία του «Πριν» και του ΝΑΡ να σταθούν με σοβαρά επιχειρήματα απέναντι στο κείμενο της Απόφασης του ΚΚΕ. Πρόκειται άλλωστε για τον πολιτικό εκείνο χώρο που εξαντλεί την επαναστατικότητά του στο να παίζει το ρόλο του χειροκροτητή στις συγκεντρώσεις της συμβιβασμένης συνδικαλιστικής ηγεσίας. Είναι ο χώρος εκείνος που σε συνθήκες κρίσης καλεί επί της ουσίας τους εργαζόμενους και το λαό να παλέψουν για να μην καταλήξει η χώρα στο «κακό» ΔΝΤ, αλλά να εξυπηρετηθούν τα καπιταλιστικά δάνεια με ρευστό από την «καλή» ΕΕ. Καλεί δηλαδή το λαό να διαλέξει ιμπεριαλιστή, αντί να παλέψει για την ανατροπή του ιμπεριαλισμού και των περιφερειακών ενώσεών του.

Για του λόγου το αληθές, παραθέτουμε το πόνημα του διευθυντή του «Πριν» Γ. Δελαστίκ στη στήλη που διατηρεί στο «Εθνος», λίγες μέρες πριν τη Σύνοδο Κορυφής (24/3), υπό τον τίτλο «Ηρθε η ώρα να πει το όχι ο Γ. Παπανδρέου!»: «Στη μιζέρια αποφάσισαν να ρίξουν την Ελλάδα οι ηγεμονικές δυνάμεις της ΕΕ. Απεργάζονται την εξαθλίωση του λαού μας. Πέρα από τον ίδιο τον ελληνικό λαό που πρέπει με την αντίστασή του να δείξει αν αξίζει να ζει ελεύθερος ή αν θα αποδεχθεί αυτή την Οικονομική Κατοχή της πατρίδας μας, ενώπιον ιστορικών ευθυνών βρίσκεται και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Ηρθε η ώρα για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου να πει το μεγάλο "όχι" σε αυτό το σχέδιο της Γερμανίας για υποταγή της χώρας μας στο ΔΝΤ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ταυτίστηκε με την Ελλάδα της σχετικής ευημερίας των λαϊκών στρωμάτων. Δεν είναι επιτρεπτό ο γιος του να ταυτιστεί με την Ελλάδα της μιζέριας και της εξαθλίωσης, της φτώχειας και του διεθνούς διασυρμού». Κάθε άλλο σχόλιο περιττεύει...


Β. Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ