Ταυτόχρονα, εκπρόσωποι μαζικών φορέων του νησιού τονίζουν με δηλώσεις τους στο «Ρ» την ανάγκη να παρθούν πραγματικά μέτρα αποκατάστασης.
Ο Αντ. Δράκος, πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου, υπογραμμίζει ότι«η πυρκαγιά ήταν το κλειδί για να αρχίσουν να εφαρμόζονται εξ ολοκλήρου όλα εκείνα τα μέτρα που ονειρεύεται το μεγάλο κεφάλαιο: Πάγωμα μισθών, μερική απασχόληση, δουλιά χωρίς δικαιώματα».
Ο πρόεδρος του Σωματείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων, Μιλτ. Δάνας , κατήγγειλε στο «Ρ» την αύξηση της εργοδοτικής αυθαιρεσίας και τους εκβιασμούς στους οποίους πέφτουν θύματα οι εργαζόμενοι του κλάδου: «Είδαμε να γίνεται διευθέτηση των ωραρίων κατά το δοκούν, την ίδια στιγμή που οι εργοδότες δίνουν υποχρεωτικά ρεπό, βάζοντας εκβιαστικά τους εργαζόμενους να υπογράψουν ότι τα παίρνουν με τη θέλησή τους» .
«Ο λαός του νησιού δεν πρέπει να εφησυχάσει από τις κυβερνητικές υποσχέσεις, που όσο περνάει ο καιρός αποδεικνύονται ολοένα και περισσότερο ψεύτικες», λέει ο Μάριος Τσαντίρης, γραμματέας της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Σάμου, και συνεχίζει: «Πλέον φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν είναι διατεθειμένη να αποκαταστήσει πλήρως και άμεσα τις καταστροφές. Αν θέλουμε να σώσουμε την αγροτική παραγωγή και να μείνει ο κόσμος στον τόπο του, χρειάζεται μαζική λαϊκή συσπείρωση και αγώνας για να αναγκαστεί η κυβέρνηση να στηρίξει την αγροτική παραγωγή».
Η ανακοίνωση της ΝΕ Σάμου του ΚΚΕ τονίζει ότι «ολόκληρο κλιμάκιο υπουργών της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ήρθε στη Σάμο μόνο και μόνο για να ρίξει "στάχτη στα μάτια" των πληγέντων», την ίδια στιγμή που «τοπικά στελέχη του κυβερνώντος κόμματος υπονόμευσαν ανοιχτά οποιαδήποτε προσπάθεια του σαμιακού λαού να ορθώσει το ανάστημά του απέναντι σε μια ανάλγητη πολιτική και να διεκδικήσει το δικαίωμα να ζήσει στον τόπο του. Προσπαθούν να ισοπεδώσουν συνειδήσεις υποσχόμενοι ακόμη και "πανωγραψίματα" σε μεμονωμένους αγρότες για να πάρουν δήθεν μεγαλύτερες αποζημιώσεις». Εκείνοι που θα ωφεληθούν και με τη σειρά τους θα ωφελήσουν τους πολιτικούς εκφραστές τους, τονίζεται, «είναι αυτοί που με την πρώτη σπίθα της φωτιάς το μόνο που σκέφτηκαν ήταν να απολύσουν εργαζόμενους, να διαλύσουν τις εργασιακές σχέσεις, να εκμεταλλευτούν την ανάγκη για εργασία».
Η ΝΕ Σάμου του ΚΚΕ καλεί το λαό της Σάμου «να "κλείσει τ' αυτιά" στην ηττοπάθεια, στο "δε γίνεται τίποτα", που έντεχνα και ύπουλα προπαγανδίζουν τα φερέφωνα της κυβέρνησης», «να καταδικάσουν τη διασπαστική και υποκριτική προπαγάνδα πολιτικών παραγόντων της Σάμου από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ», οι οποίοι προσπαθούν να «κρύψουν τις πολιτικές τους ευθύνες, που οδήγησαν στα σημερινά αποτελέσματα, αλλά και να εξασφαλίσουν το δικαίωμα να συνεχίσουν απρόσκοπτα την ίδια πολιτική. Η ανακοίνωση καταλήγει τονίζοντας ότι «η έκβαση αυτού του αγώνα είναι αποκλειστικά στα χέρια μας».
Ομως, όταν άρχισε να διηγείται το γεγονός μάς ξάφνιασε. Κι όταν τελείωσε την αφήγησή της προτείναμε να γράψει η ίδια την ιστορία.
Λίγο αργότερα έφτασε στην εφημερίδα με φαξ ένα χειρόγραφο δύο σελίδων με τα πλήρη στοιχεία της δικηγόρου και την παράκληση να μη δημοσιευτεί «το όνομα και η διεύθυνση για επαγγελματικούς λόγους».
Καλύτερα, όμως, διαβάστε την επιστολή:
«Είμαι δικηγόρος, αλλά με πολλά οικονομικά προβλήματα αυτή την εποχή, τόσο που διακατέχομαι από φοβερό άγχος και ανασφάλεια, μέχρι να εκδοθούν αποφάσεις και να εισπράξω κάποιες αμοιβές, αρκούμαι στα απολύτως απαραίτητα για την υγεία και την ευπρέπεια, που επιβάλλει το πρεστίζ του επαγγέλματος. Για να καταβάλω το ενοίκιο Αυγούστου δανείστηκα χρήματα, διότι εκτός των άλλων, ο μήνας αυτός είναι νεκρός για όλους επαγγελματικά (ιδιαίτερα για τους δικηγόρους, που με δυσκολία αγοράζουν έστω και ένα εντελώς απαραίτητο νομικό βιβλίο αυτή την εποχή, κι αν το αγοράζουν).
Στις 6.8.2000 πήγα στο Ολυμπιακό Στάδιο στο Μαρούσι, για να επισκεφτώ ένα συνάδελφο, ώρα 12μ. Κατά λάθος πέρασα τη διάβαση και κατευθύνθηκα προς το μαιευτήριο «Ιασώ», ακολουθώντας λίγο πίσω τρεις κυρίες, απλά ντυμένες, που πήγαιναν στο νοσοκομείο. Το ντύσιμό μου, το επιμελημένο, ασορτί, με καπέλο για τον ήλιο, προσέλκυσε έναν νέο κλέφτη, τοξικομανή.
Τότε, αυτός ο τοξικομανής κλέφτης, ο φτωχός τοξικομανής, (που η λουστράτη κοινωνία της κόλασης των λευκών κολάρων τον οδήγησε στην αυτοκτονία των ναρκωτικών με το μηδενισμό που καλλιεργεί και η ίδια τον κατηγορεί καθημερινά σαν μιαρό παράσιτο της νοικοκυρεμένης και παστρικιάς και λαμπερής και νομοταγούς κοινωνίας τους από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, και τους προτιμά νεκρούς, μεταδίδοντας αυτή της την επιθυμία στον αδαή ελληνικό λαό) τι έκανε;
Πήρε τα λεφτά και έφυγε μήπως; Μου έδωσε και ένα χαστούκι μήπως που μυξόκλαιγα, ενώ δεν κάνω τίποτα να σωθεί ενώ χάνεται, αλλάζοντας τις συνθήκες ζωής έτσι που να πάρει κουράγιο να θελήσει να ζήσει, να αρνηθεί τα ναρκωτικά, ενώ δε βρίσκω τη σωστή θεραπεία του ούτε κάνω τίποτα για να βρεθεί;
Στον αστυνομικό που με πλησίασε μετά, είπα ότι δε μου πήρε καθόλου χρήματα και ζήτησα να παύσει κάθε δίωξή του, και αργότερα σε δύο αστυνομικούς που τον έψαχναν με μοτοσικλέτες έδωσα την κάρτα μου και παρακάλεσα ξανά να σταματήσει αυτή η ιστορία, αφού άλλωστε η κλοπή διώκεται κατ' έγκληση.
Η ιστορία αυτή είναι η αληθινή ταυτότητα του απλού και απελπισμένου ανθρώπου. Τα διανθίσματα δε χρειάζονται και τα βραβεία της πολιτείας μόνο στα παραμύθια του δίδονται.
Η καρδιά μας όμως του οφείλεται.
Μία δικηγόρος»