Ο Αριστοφάνης έταζε στους ακροατές του πως «για το δίκιο θα καλαμπουρίζει, και πολλά θα διδάξει καλά για να είσαστε ευτυχισμένοι». Την Κωμωδία πολλοί τη θεωρούν είδος «κατώτερο» απ' το Δράμα. Ακόμα κι οι αρχαίοι Ελληνες, που τόσο τίμησαν το θέατρο, δεν την «επισημοποίησαν» δίνοντάς της θέση στη γιορτή των Διονυσίων παρά μόνο το 486 π.Χ., κάπου μισόν αιώνα μετά την πρώτη νίκη του Θέσπη σε αγώνα τραγωδίας των Μεγάλων Διονυσίων (535 π.Χ.). Κι ο Αριστοτέλης θα την ορίσει ως «μίμηση των πιο ανάξιων ανθρώπων» (φαυλοτέρων), ενώ αλλού λέει πως «αναπαριστάνει τους ανθρώπους χειρότερους (χείρους) απ' ό,τι είναι» (αντίθετα με την τραγωδία που «θέλει να τους αναπαριστάνει καλύτερους»).
Ακόμα κι ο «αντιθεατρικός» Πλάτων είχε παρατηρήσει: «Το να μάθει κανείς τα σοβαρά χωρίς να μάθει και τα γελοία, είναι αδύνατο» («Ανευ γελοίων τα σπουδαία μαθείν...ου δυνατόν»). Ωστόσο, ένας κωμικός ποιητής και ο μέγιστος, ο Αριστοφάνης ήταν εκείνος που χάραξε επιγραμματικά την κοινωνική - πολιτική δικαίωση του Θεάτρου, και της Κωμωδίας, με τη γνωστή στιχομυθία Αισχύλου - Ευριπίδη στους Βατράχους του: οι δραματικοί ποιητές λέει ο δεύτερος είναι «άξιοι θαυμασμού», επειδή «με τη δύναμη του νου και με τις νουθεσίες τους, κάνουν καλύτερους τους ανθρώπους στις πόλεις» («... δεξιότητος και νουθεσίας, ότι βελτίους τε ποιούμεν τους ανθρώπους εν ταις πόλεσιν»).
Αλλοι είναι πιο «μετριοπαθείς»: ο πρώτος Ρωμαίος θεατρικός συγγραφέας (μεταφραστής ελληνικών έργων, σωστότερα), ο Λίβιος Ανδρόνικος, θα ονομάσει την κωμωδία «καθρέφτη του καθημερινού βίου», ενώ ο Κικέρων θα επαυξήσει, χαρακτηρίζοντάς την «αντίγραφο της ζωής, καθρέφτη των εθίμων, αντιφέγγισμα της αλήθειας».
Στον ονομαστό Πρόλογό του για τον πολύπαθο Ταρτούφο του (1669), ο Μολιέρος τονίζει τον «σωτήριο» συνδυασμό του «τερπνού μετά του ωφελίμου»: «Αποστολή της κωμωδίας είναι να διορθώνει τα αμαρτήματα των ανθρώπων... Το θέατρο έχει μεγάλη ικανότητα να διορθώνει. Τα καλύτερα διδάγματα της σοβαρής ηθικής είναι συνήθως λιγότερο ισχυρά από τη σάτιρα και τίποτα δεν συμμορφώνει καλύτερα τους περισσότερους ανθρώπους, όσο η απεικόνιση των ελαττωμάτων τους. Αποτελεί μεγάλο χτύπημα ενάντια στα αμαρτήματα η έκθεσή τους στην ειρωνεία όλου του κόσμου».
Εχει γίνει κοινός τόπος η γαλλική παροιμία «Το γέλιο σκοτώνει πιο σίγουρα παρά τα όπλα», αλλά και η ελληνική: «Κάλλιο της γης κατέλυμμα (τάφος) παρά του κόσμου γέλιο».
- Θεωρείτε ότι αυτή η κρίση οργανώνεται από τα ίδια συμφέροντα που επωφελούνται από την βαρβαρότητα και τον πόλεμο και οδηγούν στην ανθρώπινη εξαθλίωση και δυστυχία;
- «Επιχειρώντας μια τομή στην ελληνική διαχρονία, επιβεβαιώνεται η παθογένεια και οι εμμονές ενός υπερτροφικού εγώ, που αντιμάχεται τη συλλογικότητα και όποιους θεσμούς νομιμοποιούν ως πρώτιστο επίτευγμα τη συνοχή του κοινωνικού ιστού. Είναι το σύστημα εκείνο που μέσα από τους κανόνες θεοποίησης του κέρδους, εξέθρεψε ό,τι πιο επιζήμιο υπήρχε για την πολιτική και οικονομική σκέψη. Αυτό το τέρας που δημιουργήθηκε ήταν αποτέλεσμα αυτής της σκέψης, η οποία να μην εκπλήσσει - γιατί εγώ οργίζομαι. Τα συστατικά στοιχεία του τέρατος αυτού βρίσκονται στον πυρήνα αυτής της οικονομικής σκέψης, που θα εκθρέφει τέτοια τέρατα γιατί έχει σκοπό το κέρδος μόνο. Δεν διακατέχεται από κανέναν ουμανισμό, καμιά αλληλεγγύη, δεν έχει κανένα σεβασμό στα συλλογικά επιτεύγματα του ανθρώπινου είδους. Ο Αριστοφάνης αντιμάχεται σε πολλά έργα του τον Κλέωνα, ο οποίος ήταν σημαντικός δημαγωγός, αλλά και έμπορος όπλων και γι' αυτό απαγόρευσε την κριτική προσώπων επί σκηνής. Οταν αυτό συνέβη, ιστορικά, είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τις μεγάλες ουτοπίες του Αριστοφάνη, Νεφέλες, Ορνιθες. Το γεγονός όμως ότι ο ίδιος ήταν ηγέτης και έμπορος όπλων δείχνει τη διαχρονία της διαφθοράς και του σπαρακτικού δράματος συγχρωτισμού της αγοράς με την πολιτική».
- Και μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο Δικαιόπολις επιχειρεί το ατομικό του εγχείρημα σύναψης ειρήνης με τους Σπαρτιάτες, όταν αυτό μοιάζει δύσκολο να επιτευχθεί συλλογικά.
- «Πρόκειται για μια πράξη που φέρει την ποιότητα του απελπισμένου, το δικαίωμα της απόγνωσης, αλλά και το σπέρμα του αμοραλισμού, που κυοφορεί κάτι εξόχως επικίνδυνο, στον πυρήνα του κατορθώματος. Από την πράξη του Δικαιόπολι ωφελείται ο ίδιος και η οικογένειά του. Δεν πρόκειται για συλλογική έξοδο από την κατάρρευση της πόλης, αλλά για επιτυχία μιας ιδιωτείας που αποθεώνεται, αλλά δεν προσφέρει. Δεν είναι τυχαίο που ο γεωργός Δικαιόπολις μετά την παράβαση αλλάζει οικονομική βάση και γίνεται μεταπράτης, πωλητής προϊόντων της γης, ένας μπακάλης, για να σκεφτόμαστε και μαρξιστικά. Εργάζεται πάνω σε μια άλλη οικονομική βάση. Από εκείνο το σημείο θα ρυθμίζει τις προσφορές, θα ανοίγει την κάνουλα της ειρήνης, κατά το δοκούν, συντρίβοντας τον capitano Λάμαχο, μία κωμικοτραγική εκδοχή ενός θρασύδειλου, άκαπνου πολέμαρχου, παλαιάς κοπής, ενός θαμπού εθνικιστή» (;). Ο Χορός μεταστρέφεται ακολουθώντας τον Δικαιόπολι, αλλά ο πόλεμος δεν σταματά. Είναι ένα σχόλιο στην μεταστροφή μιας απελπισμένης ιδέας. Παραμένει στο ίδιο επίπεδο της ουτοπίας και επίπεδο μιας ιδιωτείας που είναι επικίνδυνη στην εξέλιξή της».
- Στο ερμηνευτικό πρόβλημα που προκαλεί σε πολλούς αναλυτές καθώς κάποιοι μιλούν για επίδειξη ακραίου ατομισμού και άλλοι για προπαγανδιστικό ρόλο που τονίζει την ταύτιση του Δικαιόπολι με το κοινό αίσθημα, η δική σας παράσταση ποια θέση παίρνει;
- «Κάπου στη μέση. Μέχρι την παράβαση ο Δικαιόπολις είναι εκφραστής της απόγνωσης και της απελπισίας του κόσμου που βλέπει την πόλη να καταρρέει, τους θεσμούς να καταρρακώνονται και τη διαφθορά να κυριαρχεί. Μέχρι εδώ τον εξωθεί στο εγχείρημα η απόγνωση και το δικαίωμα του απελπισμένου. Από κει και πέρα, όταν γίνεται διαχειριστής της ειρήνης, αρχίζουν τα προβλήματα. Σε κάθε έργο του Αριστοφάνη υπάρχει μια αρχική ιδέα η οποία όταν οργανώνεται σε ένα σύστημα παράγει ασφαλώς κωμικά αποτελέσματα, αφήνει όμως ένα μελαγχολικό μεταίσθημα, το οποίο οφείλεται κυρίως στη ζοφερή σκέψη που κάνει ο θεατής. Η μοναχικότητα του δικαιώματος στην προσωπική ειρήνη με τον εχθρό, όταν συγκρούεται με τις κρατικές συντεταγμένες και τις ιστορικές συνθήκες, παράγει ένα σπινθήρα που ή ακραία κωμικός ή ακραία τραγικός μπορεί να είναι. Οταν συμβαίνουν και τα δύο, μιλάμε για το αριστούργημα μιας ιδιοφυίας που στοχάζεται πάνω στην εύθραυστη επικαιρότητα των θεσμών και στην αδυναμία τους να τιθασεύσουν τα αρχέγονα δικαιώματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Η προσωπική ειρήνη του Δικαιόπολι, προσπερνώντας τις κατηγορίες περί προδοσίας, ανακηρύσσει ως πρωταρχικές τις αξίες της γης και της ευγονίας και δεν είναι τυχαίο που ένας γεωργός τις προτάσσει ενάντια στον πόλεμο και την καταστροφή».
-- Αν ζούσε σήμερα ο Αριστοφάνης θα «σήκωνε» τα χέρια ψηλά ή θα τραβούσε σε πολλούς το αυτί;
«Θα έβαζε το κεφάλι του στο χασαπόξυλο, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος. Θα τους τσάκιζε. Λέει κάπου "θα γίνω ζητιάνος για να μ' ακούσετε". Φοβάται και την ευπιστία του λαού».
-- Τελικά ο κόσμος «άλλαξε», αλλά ο ίδιος μένει;
«Τα ίδια και χειρότερα. Δομικά εντελώς τα ίδια, απελπιστικά ίδια. Διαπλοκή, μικροσυμφέρον, γλείψιμο, κάρφωμα, λάδωμα, κουκούλωμα».
-- Το σύστημα που εκτρέφει τον πόλεμο, τη βία, το άδικο, είναι τόσο δυνατό που οι εποχές, η εξέλιξη, ο άνθρωπος πάντα θα το έχουν απέναντί τους ή κάποια στιγμή θα το υπερνικήσουν;
«Είναι φανερό ότι όλα ξεκινούν από το πώς κατευθύνεται το χρήμα, για να δημιουργήσει τρύπες ...να φύγει λίγος εργαζόμενος πληθυσμός και μετά μικροπαροχές για να μη λυσσάξει το σκυλί και δαγκώσει. "Τώρα όλα κάρβουνο νικημένο μου ξεφτέρι"».
-- Σήμερα που κατεδαφίζουν τις κατακτήσεις των λαών, γκρεμίζουν τα όνειρα των νέων ανθρώπων, πιστεύεις ότι οι σύγχρονοι Αχαρνής θα τα καταφέρουν;
«Πιστεύω στη δύναμη του πολιτικού λόγου μέσα από την τέχνη. Τα εργαζόμενα κορίτσια στο ΚΘΒΕ ήρθαν τυχαία σε μια πρόβα και μετά άρχισαν να 'ρχονται συνέχεια. Ρώτησα τις πιο πιτσιρίκες "Σας αρέσει;" Μου έγνεψαν ναι συγκινημένες. Νομίζω κάτι θα κάνουμε στην καρδιά τους. Να κινητοποιήσουμε ένα αίσθημα που να αφήσει λίπασμα και για την άλλη μέρα, εκτός απ' τη στιγμιαία εκτόνωση».
Για την επιλογή του Σταμάτη Κραουνάκη στο ρόλο του Δικαιόπολι, ο Σωτήρης Χατζάκης λέει: «Χρειαζόταν μια καταγγελτική περσόνα, αυτό που λέει ο λαός πέσ' τα Χρυσόστομε. Ενας άνθρωπος γενναίος, τολμηρός, ρηξικέλευθος, που θα μιλάει και θα γίνεται αποδεκτός γιατί είναι αναγνωρίσιμος και αγαπημένος. Επίσης είναι ένας άνθρωπος με μουσική παιδεία και εμπειρία ως περφόρμερ και έχει μάθει να κάνει ανάγνωση μέσω της ρυθμικής, γιατί το αρχαίο δράμα αυτό ακριβώς ήταν. Η επιλογή του, λοιπόν, ήταν ηθελημένη και συγκεκριμένη και για λόγους ιδεολογίας. Επίσης η παράσταση ευτυχεί γιατί έχει έναν σπουδαίο ηθοποιό τον Γρηγόρη Βαλτινό και έναν σοφό τον Κώστα Βουτσά καθώς και πολύ καλούς ηθοποιούς του ΚΘΒΕ».
Η πρεμιέρα της παράστασης δόθηκε στις 2 Ιούλη στο Αρχαίο θέατρο Δελφών «Φρύνιχος», όπου οι Αχαρνής ήταν η εναρκτήρια παράσταση των εκδηλώσεων του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών. Θα ακολουθήσουν παραστάσεις στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων (9 - 10/7), στο Θέατρο Δάσους Θεσσαλονίκης (14 - 15/7), στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου (23 - 24/7), στο θέατρο Βράχων «Μελίνα Μερκούρη» στο Βύρωνα (28/7), στο Αρχαίο Θέατρο της Ολυμπίας (30/7). Η περιοδεία θα συνεχιστεί τον Αύγουστο και το Σεπτέμβρη σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Παίζουν (με σειρά εμφάνισης): Σταμάτης Κραουνάκης (Δικαιόπολις), Ιορδάνης Αϊβάζογλου (Κήρυκας), Δημήτρης Κοντός (Αμφίθεος), Γιάννης Χαρίσης (Πρέσβης Α), Χρήστος Νίνης (Πρέσβης Β΄, Θηβαίος), Νίκος Μαγδαληνός (Πρέσβης Γ', Ξανθίας), Κωνσταντίνος Χατζησάββας (Αρτάβας, Υπηρέτης Ευριπίδη), Νίκος Τουρνάκης (Θέωρος), Γιάννης Σιαμσιάρης (Ευριπίδης), Γρηγόρης Βαλτινός (Λάμαχος), Κώστας Βουτσάς (Μεγαρίτης), Παρθένα Χοροζίδου (Κορίτσι Μεγαρίτη), κ.ά.
Χορός (με αλφαβητική σειρά): Ιορδάνης Αϊβάζογλου, Θεοδώρα Βουτσά, Νίκος Καπέλιος, Θανάσης Καραθανάσης, Γιάννης Καραούλης, Δημήτρης Κοντός, Νίκος Μαγδαληνός, Χρήστος Μουστάκας, Πάολα Μυλωνά, Τατιάνα Μύρκου, Χρήστος Νίνης, κ.ά.
Τραγουδιστής: Χρήστος Μουστάκας. Παίζουν επί σκηνής οι μουσικοί: Αρης Βλάχος, Σοφία Κακουλίδου, Αννα Λάκη, Νίκος Μπαχαρίδης, Νίκος Χατζόπουλος.