ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Ιούλη 2010
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«ΞΕΝΙΑ»
Προς πώληση η αρχιτεκτονική κληρονομιά

Στη «λίστα» του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, που εξήγγειλε τον Ιούνη η κυβέρνηση, περιλαμβάνεται και ένα κεφάλαιο της σύγχρονης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της χώρας

Το Ξενία Βυτίνας το 2008
Το Ξενία Βυτίνας το 2008
Το 1997, ο τότε γενικός γραμματέας του ΕΟΤ, υπεραμυνόμενος της κυβερνητικής πολιτικής ξεπουλήματος της περιουσίας του Οργανισμού στους ιδιώτες, είπε στους εργαζόμενους του «Ξενία» Λαγονησίου που τότε αντιδρούσαν σε αυτή την... «αξιοποίηση»: «Το κράτος δεν είναι καλός επιχειρηματίας (...) Το ελληνικό κράτος πρέπει να νοικοκυρευτεί, δεν μπορεί να έχει ζημιογόνες επιχειρήσεις. Τελειώσαμε, δεν υπάρχουν λεφτά να στηρίξουν το "Ξενία" Λαγονησίου»!

Η αλήθεια είναι ότι το τότε κυβερνητικό στέλεχος ήταν υπέρ το δέον «σεμνό» ως προς τις δυνατότητες του αστικού κράτους και των κυβερνήσεών του. Στα χρόνια που ακολούθησαν από τις παραπάνω δηλώσεις αποδείχθηκε ότι αυτό το κράτος ήταν αρκούντως ικανό στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της «αγοράς» και ως προς τα οικονομικά «φιλέτα» των «Ξενία». Ηταν μια ουσιαστικά σύντομη διαδικασία, η οποία κατέληξε σε έναν πρώτο «σταθμό» στις αρχές του περασμένου Ιούνη και την ανακοίνωση, από την κυβέρνηση (σ.σ. πάλι του ΠΑΣΟΚ) του ξεπουλήματος... των πάντων, υπό τον εκπληκτικό τίτλο «Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας για την ανάπτυξη και την ποιότητα ζωής»! Σε αυτή την περιουσία περιλαμβάνονται και τα «Ξενία», τα οποία προγραμματίζονται να βγουν στο «σφυρί» ως εξής: «Πώληση μεμονωμένων ή δημιουργία επενδυτικού σχήματος στο οποίο θα εισφερθούν τα δικαιώματα εκμετάλλευσης όλων των "Ξενία", αξιοποίηση με συμβάσεις παραχώρησης, Ενδεχόμενη εισαγωγή της εταιρείας στο ΧΑΑ, με διακράτηση του 51% ή 34%».

Στοιχεία αρχιτεκτονικής κληρονομιάς

Παλαιότερη φωτογραφία του «Ξενία» Ναυπλίου

EUROKINISSI

Παλαιότερη φωτογραφία του «Ξενία» Ναυπλίου
Οταν ξεπουλιέται η λαϊκή περιουσία, οι υποδομές της χώρας (λιμάνια, αεροδρόμια, ενέργεια, επικοινωνίες κλπ.), η γη, το νερό, ακόμη και ο αέρας και ο ήλιος (σ.σ. βλ. φωτοβολταϊκά «πάρκα» και ανεμογεννήτριες από ιδιωτικές εταιρείες) στο κεφάλαιο, φαντάζει μάλλον σόλοικο να ασχολείται κανείς με μερικές δεκάδες μεταπολεμικά κτίρια που είχαν κατασκευαστεί για τουριστικούς σκοπούς. Στην προκειμένη περίπτωση τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά.

Ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων, ο οποίος υπερασπίζεται εδώ και χρόνια τα «Ξενία» από την απαξίωση, την εγκατάλειψη και την κατεδάφισή τους (σ.σ. ανεξάρτητα από τις κατά καιρούς προτάσεις χρήσης που είναι προς συζήτηση), παρουσιάζει την «εκστρατεία», υπό τον τίτλο «Σώστε τα "Ξενία"», ως εξής: «Το πρόγραμμα των τεχνικών υπηρεσιών του ΕΟΤ για τη μελέτη και ανέγερση των "Ξενία", που ξεκίνησε το 1950 από τον Χ. Σφαέλλο, έμελλε να εξελιχθεί την περίοδο 1957-1967 σε πραγματικό εργαστήριο αρχιτεκτονικής σκέψης, με τον αρχιτέκτονα Αρη Κωνσταντινίδη, προϊστάμενο της Υπηρεσίας Μελετών και με άξιους συνεργάτες σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής. Με βάση ένα στερεό και ουσιαστικό θεωρητικό υπόβαθρο, όπως αυτό παρουσιάζεται στα κείμενα του Αρη Κωνσταντινίδη, κατά το σχεδιασμό επιδιώκεται η επιλογή του κατάλληλου χώρου και προσανατολισμού, η ένταξη στο τοπίο, η σχέση του εσωτερικού και εξωτερικού χώρου, η απλότητα και σαφήνεια της μορφής, η ειλικρίνεια στη χρήση των υλικών, η τυποποίηση στην κατασκευή, αλλά και η ένταξη των μονάδων αυτών στη ζωή του κάθε τόπου. Το εγχείρημα έδωσε μία από τις σημαντικότερες ενότητες δημοσίων κτιρίων μεταπολεμικά σχεδιασμένων υπό μια συνολική αρχιτεκτονική θεώρηση. Τα "Ξενία" αποτελούν σήμερα σημείο αναφοράς για τους Ελληνες και ξένους αρχιτέκτονες ως μία σύγχρονη, καθαρή και ειλικρινής αρχιτεκτονική έκφραση, που με συνέπεια ερμήνευσε τις αρχές του μοντέρνου κινήματος μέσα από έναν κώδικα πολιτισμικής εντοπιότητας».

Το «Ξενία» Κυλλήνης στα τέλη της περασμένης δεκαετίας
Το «Ξενία» Κυλλήνης στα τέλη της περασμένης δεκαετίας
Πιο απλά, τα «Ξενία» ανήκουν στη νεότερη αρχιτεκτονική κληρονομιά του λαού. Δηλαδή, εκτός από το ότι αποτελούν δημόσια περιουσία, η οποία έτσι κι αλλιώς πρέπει να προστατευθεί από την ιδιωτικοποίηση, είναι ταυτόχρονα και σημαίνοντα στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Εδώ έγκειται η ιδιαιτερότητά τους και αυτό είναι άλλωστε και το στοιχείο που υπογραμμίζεται στο πλήθος των παρεμβάσεων που έκανε και το ΚΚΕ όλα αυτά τα χρόνια, ακόμη και σε επίπεδο ΕΕ, υπέρ της προστασίας τους, της διατήρησης του δημόσιου καθεστώτος τους και της λειτουργίας τους υπέρ του λαού. Για παράδειγμα, σε Ερώτηση το 2005 στο Ευρωκοινοβούλιο για τα «Ξενία», το ΚΚΕ διαπιστώνει ότι «η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας δεν εμποδίζεται ούτε από την ανάγκη διάσωσης σημαντικών κτιρίων και του περιβάλλοντος χώρου τους, που αποτελούν κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς και μαρτυρία της αρχιτεκτονικής και οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας». Θυμίζει την άμεση εμπλοκή του μεγάλου αρχιτέκτονα Αρη Κωνσταντινίδη στη δημιουργία των «Ξενία» της δεκαετίας του 1960, τα οποία η Ερώτηση χαρακτηρίζει «κοσμήματα της ελληνικής και διεθνούς αρχιτεκτονικής, τα οποία αν και είναι καταξιωμένα σε διεθνή σχετικά βιβλία και περιοδικά, κινδυνεύουν με κατεδάφιση».

Πράγματι, τα περίπου 40 «Ξενία» που κατασκευάστηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος «περνούν» κατά τη 10ετία του '70 σε «καθεστώς» σταδιακής απαξίωσης, διαδικασία που θα οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις ακόμη και για την ύπαρξή τους. Ο ΕΟΤ, αρχικά και αργότερα η ΕΤΑ ΑΕ (Εταιρεία Τουριστικών Ακινήτων) αρχίζουν τις μισθώσεις στους ιδιώτες, ενώ η ΕΤΑ, προσανατολισμένη στην κρατική πολιτική της αγοραίας «αξιοποίησης», ξεκινά διαδικασίες ξεπουλήματος, με δυσμενή αποτελέσματα τόσο για τα ίδια τα κτίρια, όσο και για το εργασιακό καθεστώς. Κάποια άλλα, όπως τα «Ξενία» Ιωαννίνων και Ηρακλείου, κατεδαφίζονται, άλλα υπολειτουργούν και τα περισσότερα περιμένουν να καταρρεύσουν.

Στο «σφυρί»

Οι κυβερνήσεις και στην περίπτωση των «Ξενία» ακολουθούν τη γνωστή τακτική της αδιαφορίας, η οποία οδηγεί στη συλλογική απαξίωση ώστε να «πέσει», σαν ώριμο φρούτο, χωρίς αντιδράσεις, το ξεπούλημα. Το οποίο είχε ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του '90 στο πλαίσιο της πολιτικής εξυπηρέτησης του κεφαλαίου του τουρισμού από το αστικό κράτος με ένα «σμπάρο», δηλαδή την ιδιωτικοποίηση των «Ξενία», που θα έφερνε «δυο τρυγόνια»: Την παράδοση αυτής της σημαντικής υποδομής σε μερικά από τα καλύτερα σημεία της χώρας και, ταυτόχρονα, τη «ρύθμιση» του ανταγωνισμού από το κράτος προς όφελος του κεφαλαίου του τουρισμού, αφού τα «Ξενία» μέχρι τότε ήταν δημόσια περιουσία. Μάλιστα, οι τιμές εκκίνησης του ξεπουλήματος παρέπεμπαν ουσιαστικά σε «δώρο».

Σε επίπεδο ασκούμενης πολιτικής, αυτή η τακτική κατέληξε σε «τεχνάσματα» που θυμίζουν το γνωστό... «στρίβειν διά του αρραβώνος». Για παράδειγμα, το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων (ΚΣΝΜ) του υπουργείου Πολιτισμού... «ξύπνησε» το Γενάρη του 2005 όταν κλήθηκε να εκφέρει γνωμοδότηση για το χαρακτηρισμό ή μη ως μνημείου του «Ξενία» Ιωαννίνων (σ.σ. το οποίο όπως είπαμε τελικά κατεδαφίστηκε). Εκείνη η συζήτηση είναι χαρακτηριστική του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει το ελληνικό κράτος την πολιτιστική κληρονομιά. Ετσι, η πλευρά που τελικά μειοψήφησε θεωρούσε ότι τα «Ξενία» «συμβολοποιούν» το ξεκίνημα της τουριστικής κίνησης «με μια κρατική έμφαση» και αποτελούν ξεχωριστό κεφάλαιο στην ελληνική αρχιτεκτονική. Πρόκειται περί «ομοειδών» κτιρίων, ανεξαρτήτως του αρχιτέκτονά τους, «που έχουν προσδώσει μια ξεχωριστή αναφορά στα τοπία του τουριστικού χώρου, με διακριτή παρουσία», συστατικά τα οποία δόθηκαν από τον Αρη Κωνσταντινίδη. Επιπλέον, αν ξεκινούσε η «φάμπρικα» μη χαρακτηρισμών, θα κινδύνευαν και άλλα «Ξενία». Η πλευρά που τελικά πλειοψήφησε «πιάστηκε» από το ότι το συγκεκριμένο «Ξενία» δεν είχε την «υπογραφή» του Κωνσταντινίδη και «δε διακρίνεται» για κάτι ξεχωριστό στην αρχιτεκτονική του από αισθητικής αλλά και ιστορικής άποψης. Και ότι τα «Ξενία» θα έπρεπε να προσεγγίζονται «κατά περίπτωση». Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι πως σύσσωμο το συμβούλιο συμφώνησε ότι όσα «Ξενία» πέρασαν στους ιδιώτες, έχουν αλλοιωθεί πλήρως...

Τρία χρόνια μετά, τον Ιούνη του 2008, σχεδόν 60 χρόνια μετά την έναρξη κατασκευής των «Ξενία», το ελληνικό κράτος, μέσω του ΚΣΝΜ, αποφάσισε το χαρακτηρισμό ως μνημείων πέντε «Ξενία»: Ηγουμενίτσας (1959, αρχιτέκτονας Αρης Κωνσταντινίδης), Βυτίνας (1965, Μπέτσιος), Καλαμπάκας (1960, Κωνσταντινίδης), Πλαταμώνα (1962, Βώκος), Παλιουρίου Χαλκιδικής (1962, Κωνσταντινίδης). Και πάλι όμως το «πνεύμα» της εισήγησης ήταν στο πλαίσιο του «εφικτού», δηλαδή της αγοραίας εκμετάλλευσής τους. Ετσι, η Διεύθυνση Νεότερης και Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟ πρότεινε στο ΚΣΝΜ να κηρυχθούν ως μνημεία μόνο τα κελύφη των κτιρίων και όχι το εσωτερικό τους! Δηλαδή, μια «μισή» κήρυξη που στην πράξη θα σήμαινε ολόκληρη καταστροφή, αφού, ειδικά με τον τρόπο που είναι χτισμένα τα «Ξενία», δεν «υπάρχει» κέλυφος με τη στενή έννοια του όρου. Αρα οποιαδήποτε αλλαγή του εσωτερικού τους θα σήμαινε συνολική αλλοίωση. Ανάλογη πρόταση έκαναν και οι εκπρόσωποι της ΕΤΑ, η οποία, όπως είχε σημειωθεί εισηγητικά, αρχικά αρνούνταν ακόμη και την πιθανότητα κήρυξης.

Ευτυχώς, τόσο μέλη του ΚΣΝΜ, όσο και ο εκπρόσωπος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων τεκμηρίωσαν την ανάγκη για ολική κήρυξη των κτιρίων. Μεταξύ άλλων αναφέρθηκαν στην αρχιτεκτονική τους λιτότητα, στην αξιοθαύμαστη ένταξή τους στο περιβάλλον, αλλά και στο χαρακτήρα τους, όχι ως «μικρές "Μεγάλες Βρετανίες"» αλλά ως «μοτέλ» που απευθύνονταν στα μικρά και μεσαία εισοδήματα. Τότε ο «Ρ» σημείωνε στο σχετικό ρεπορτάζ: «Ακριβώς εδώ είναι και το ζήτημα που προκύπτει μετά την κήρυξή τους ως μνημείων: Αν και αυτή η κήρυξη αποτελεί σίγουρα ένα θετικό προηγούμενο, ωστόσο κάθε άλλο παρά ξεκαθαρίζει από μόνη της το ιδιοκτησιακό καθεστώς των "Ξενία". Θα παραμείνουν στο κράτος ή θα συντηρηθούν με χρήματα του λαού και ως μνημειακά "φιλέτα" πλέον θα ξεπουληθούν στο τουριστικό κεφάλαιο; Το οποίο σίγουρα θα τα μετατρέψει σε ..."μικρές "Μεγάλες Βρετανίες";». Πολύ σύντομα, όπως είδαμε, το κράτος φρόντισε τουλάχιστον για το δεύτερο, ανεξάρτητα αν θα τα καταφέρει ή όχι, αφού αυτό εξαρτάται από το κερδοσκοπικό ενδιαφέρον της τουριστικής «αγοράς».

Μνημεία - «κράχτες»

Μπρος γκρεμός (δηλαδή κερδοσκοπική «αξιοποίηση») και πίσω ρέμα (δηλαδή εγκατάλειψη) είναι η σημερινή κατάσταση για τα περισσότερα από τα εναπομείναντα «Ξενία». Ακόμα και τα κηρυγμένα ως μνημεία δεν εξαιρούνται. Ετσι, το «Ξενία» Ηγουμενίτσας μπορεί να στεγάζει τα ΤΕΙ της πόλης, αλλά, όπως είχε την ευκαιρία να διαπιστώσει από κοντά και κλιμάκιο της ΝΕ Θεσπρωτίας του ΚΚΕ πέρυσι, κτίριο και σπουδαστές βιώνουν καταστάσεις εγκατάλειψης και αδιαφορίας. Τα «Ξενία» Καλαμπάκας, Πλαταμώνα, Παλιουρίου και Βυτίνας «βιώνουν» την εγκατάλειψη. Είναι χαρακτηριστική η περιγραφή του «Ρ» το 2008 για το τελευταίο: «Ενα σπάνιο στολίδι, το "Ξενία" στη Βυτίνα - βρίσκεται στους πρόποδες του Μαινάλου, χωμένο μέσα στα έλατα - που χτίστηκε με χρήματα του ελληνικού λαού και θα μπορούσε να εξυπηρετεί τις λαϊκές οικογένειες για διακοπές υψηλού επιπέδου σε προσιτή τιμή, κείτεται τώρα ρημαγμένο από την αχρησία 12 ετών.

Ετσι, αντί να αποτελεί μέρος ξεκούρασης και αναψυχής των ανθρώπων του μόχθου, έχει εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου και έχει μετατραπεί μέχρι και σε ...στάβλο για να κουρνιάζουν τα πρόβατα το μεσημέρι προκειμένου να προφυλαχτούν από την ήλιο (...) Η εικόνα που συναντά κανείς αντικρίζοντας το εν λόγω συγκρότημα είναι αποκαρδιωτική. Τα δωμάτια είναι σε άθλια κατάσταση, καθώς οι τοίχοι έχουν αρχίσει και ξεφτίζουν, τα κρεβάτια είναι σπασμένα και τα στρώματα σκισμένα, οι ντουλάπες και οι πόρτες έχουν σκεβρώσει. Οι χώροι της κουζίνας και του εστιατορίου βρίσκονται στο έλεος της βρωμιάς, της σκόνης και όλα σχεδόν τα αντικείμενα στο χώρο - από καρέκλες, τραπέζια μέχρι πάγκοι και ψυγεία - είναι σπασμένα (...)».

Την ίδια εποχή, το 2008, που γραφόταν το παραπάνω ρεπορτάζ και που, όπως είπαμε, το κράτος χαρακτήρισε τα πέντε «Ξενία», το τότε υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης ετοιμαζόταν να τα μετατρέψει με «πιλοτικές αποκαταστάσεις» σε «πρότυπες ξενοδοχειακές μονάδες υψηλών προδιαγραφών» και να τα παραδώσει για εκμετάλλευση στους ιδιώτες. Για το «Ξενία» Βυτίνας μάλιστα είχε ήδη προκηρυχτεί διαγωνισμός και είχαν κατατεθεί προσφορές, μετά το «πράσινο φως» που είχε δώσει η διυπουργική επιτροπή. Το «μοντέλο» που είχε επιλέξει η ΕΤΑ για το συγκεκριμένο μνημείο ήταν η «μακροχρόνια εκμίσθωση». Αλλωστε, ακόμη και ο χαρακτηρισμός τους ως μνημείων αποτελεί για την «αγορά» αλλά και το κράτος απλώς έναν διαφημιστικό «κράχτη».


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ