Ανοιχτές πόρτες παραβιάζει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δ. Δασκαλόπουλος καλώντας τη ΝΔ να συμβάλει «στη μεταμόρφωση της Ελλάδας σε μια χώρα σύγχρονη και φιλική στην επιχειρηματικότητα», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά μετά τη συνάντηση που είχε χτες με τον πρόεδρο της ΝΔ. Γνωρίζει βέβαια πολύ καλά ότι αυτό ακριβώς είναι ο ύψιστος στόχος της «νέας» πολιτικής πρότασης που παρουσίασε πρόσφατα ο Α. Σαμαράς: Να στηριχθεί με όλα τα μέσα η ανταγωνιστικότητα και η κερδοφορία των επιχειρήσεων. Μάλιστα, οι προτάσεις που έχει καταθέσει ο πρόεδρος της ΝΔ ήταν σε μεγάλο βαθμό αντίγραφο των προτάσεων που είχε καταθέσει ελάχιστα εικοσιτετράωρα νωρίτερα το ινστιτούτο των βιομηχάνων, το ΙΟΒΕ. Είναι ολοφάνερο λοιπόν ότι η ηγεσία του ΣΕΒ «κτυπάει το σαμάρι για να ακούσει το γαϊδούρι». Τα λέει στη Ρηγίλλης για να περάσει στο λαό το μήνυμα ότι η στρατηγική της πλουτοκρατίας είναι δήθεν μονόδρομος... Τον ίδιο στόχο υπηρετούσε και η έκκληση ότι «το μνημόνιο δεν πρέπει να διχάζει τους Ελληνες, αλλά να τους ενώνει σε μια συλλογική προσπάθεια για να ξεπεραστεί η ανάγκη που το επέβαλε». Η ηγεσία της ΝΔ ποτέ «δε δίχασε τους Ελληνες» στη βάση του να εφαρμοστεί ή όχι το μνημόνιο. Ποτέ δεν έχει θέσει ζήτημα μη εφαρμογής του. Αντίθετα, έχει δεσμευτεί ότι θα το εφαρμόσει μέχρι κεραίας και ιδιαίτερα τα αντιλαϊκά - αντεργατικά μέτρα. Το μόνο ζήτημα που βάζει είναι ότι το μνημόνιο δε φτάνει και χρειάζονται και συμπληρωματικά - αναπτυξιακά μέτρα. Ο,τι δηλαδή ζητάει και ο ΣΕΒ και υλοποιεί ήδη η κυβέρνηση.
Με αφορμή τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης πολλοί έσπευσαν να υποδείξουν ότι η χώρα χρειάζεται αλλαγή πολιτικής και όχι προσώπων. Απ' τα στελέχη της ΝΔ, ως τους συνδικαλιστές της ΑΔΕΔΥ που χτες είχαν συναντήσεις με τον Α. Σαμαρά και τον Αλ. Τσίπρα, μέχρι την ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, τον Αλ. Τσίπρα αλλά και τον Αλ. Αλαβάνο και τον πρόεδρο της «Δημοκρατικής Αριστεράς» Φ. Κουβέλη, άπαντες συνηγόρησαν υπέρ της αλλαγής πολιτικής. Κατά το «τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται» παρέλειψαν να σημειώσουν ότι αιτούνται αλλαγή διαχείρισης και τίποτα περισσότερο. Δημιουργώντας συγχρόνως συνειρμούς ότι είναι δυνατόν και εφικτό στο πλαίσιο της κυριαρχίας των μονοπωλίων να υπάρξει μια διαχείριση που θα ευνοεί συγχρόνως εκτός απ' τα κέρδη τους και το λαό και τα συμφέροντά του. Είναι δυνατόν; Αν ήταν τότε, γιατί αυτή η κυβέρνηση όπως και η προηγούμενη να επιμείνουν με τέτοιο σθένος στην προώθηση μιας πολιτικής που διογκώνει τη λαϊκή οργή και δυσαρέσκεια; Ολοι οι προαναφερόμενοι σπεύδουν να απαντήσουν ότι αυτό συμβαίνει λόγω των «δεσμών του μνημονίου».
Αρκεί όπως δήλωσε χτες ο Αλ. Τσίπρας για την έξοδο απ' την κρίση «η ακύρωση του μνημονίου και η διεκδίκηση μιας άλλης πολιτικής στήριξης του κοινωνικού κράτους, της ανάπτυξης, στήριξης της οικονομίας και των εργαζόμενων»; Φταίει η ανικανότητα της κυβέρνησης που «δυστυχώς επιλέγει ένα φάρμακο για την έξοδο από την κρίση που είναι χειρότερο από την ίδια την ασθένεια»; Αρκεί, όπως δήλωσε ο συνομιλητής του απ' την ΑΔΕΔΥ, «να απαλλαγεί ο λαός μας, η κοινωνία, όλοι από το μνημόνιο το οποίο δημιουργεί τεράστια προβλήματα»;
Αλήθεια τότε γιατί εκεί όπου δεν υπάρχουν «μνημόνια», Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία παντού, δεν προωθείται μια τέτοια πολιτική στήριξης του κοινωνικού κράτους και των χειμαζόμενων λαϊκών στρωμάτων; Μήπως και εκεί οι κυβερνήσεις από ολιγωρία ή ανικανότητα έχουν κάνει «λάθος επιλογές»; 'Η μήπως και εκεί τα εφάρμοσαν μερικά χρόνια πριν; Ευρωενωσιακά μέτρα είναι. Ρητορικά τα ερωτήματα. Η απάντηση είναι προφανής. Ούτε ολιγωρία, ούτε λάθος είναι οι επιλογές των κυβερνήσεων των χωρών - μελών της ΕΕ. Είναι συνειδητές, αυτές ακριβώς που στις δοσμένες συνθήκες έχει ανάγκη το κεφάλαιο για να διασφαλίσει κερδοφορία και ανταγωνιστικότητα. Είναι προαποφασισμένες για να ξεφορτωθεί τα «βαρίδια» όσων δικαιωμάτων απέμειναν στους εργαζόμενους. Τα υπόλοιπα είναι εκ του πονηρού, εκ μέρους των στυλοβατών του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.