ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Οχτώβρη 2000
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Ηταν ένα μικρό καράβι...

1.Να μην παραιτηθεί ο υπουργός Ναυτιλίας. Να μείνει στη θέση του για να μας θυμίζει ανά πάσα στιγμή πόσο κοντά στον κίνδυνο είμαστε. Ο υπουργός απέδειξε ότι δεν είναι τυχαία η συμμετοχή του στο θίασο των εκσυγχρονιστών. Το ρεπερτόριό του δεν έχει τέλος. Απέναντι στο τρομερό γεγονός με τόσους νεκρούς, απάντησε παίζοντας τρεις θαυμάσιους ρόλους. Πρώτα το ρόλο του θιγμένου: το πρόσωπό του στις τηλεοπτικές κάμερες γκρο πλαν, αυστηρό, του στιλ «πώς τολμάτε». Δεύτερος ρόλος: του θύματος. Ναζωραίον ύφος, μέσα σ' ένα βουβό δράμα ψάχνει να σηκώσει το σταυρό της ναυτιλίας τον ανύπαρκτο. Τρίτος ρόλος: του ήρωα. Αγέρωχο ύφος, και μια υπενθύμιση που την προφέρει αργά, σα να μας μαθαίνει ελληνικά, ότι είναι ο μόνος που τα έβαλε με τους εφοπλιστές. Τους έδειξε την οδοντόβουρτσά του αντί για τα δόντια του! Αυτά τα αφήνει για αργότερα...

2. Να το θυμηθείτε: Μετά από χρόνια και καιρούς τους ναυαγούς θα τους βαφτίσουν αυτόχειρες. Να, πώς θα έχει ένα φανταστικό σενάριο: Εξαιτίας της πλήξης που προκαλείται σε μια πλούσια Δημοκρατία, πολλοί καταφεύγουν σε ατέλειωτες κρουαζιέρες μην ξέροντας πώς αλλιώς να σπαταλήσουν το χρόνο τους. Οι επιβάτες του γνωστού καραβιού αποφασίζουν ομόφωνα να πέσουν ο ένας μετά τον άλλον στη θάλασσα, εγκαταλείποντας όχι μόνο το καράβι, αλλά και το μάταιο τούτο κόσμο. Ασκούν έτσι το συνταγματικό τους δικαίωμα να διαχειριστούν το σώμα τους όπως θέλουν, περνώντας στην κατάσταση του αυτόχειρα. Τα περί ναυαγών διαγράφονται.

3.Οταν ο Αιγύπτιος ιερέας έλεγε: «Σόλων, Σόλων, οι Ελληνες είστε αιώνια παιδιά. Δεν υπάρχει Ελληνας γέρος», το έλεγε γιατί δε γνώριζε την κυβέρνηση των εκσυγχρονιστών. Αυτοί έφεραν και το τέλος μιας παιδικότητας, που έσβησε μέσα στη μηχανή της Ευρώπης. Το να μην εμπιστεύεσαι τίποτα, το να είσαι συνέχεια σε μια κατάσταση ετοιμότητας, μια πολεμική μηχανή από το πρωί ως το βράδυ, γέρασε πρόωρα τον ελληνικό λαό, που η αμεριμνησία του ήταν το κέντρο του, το νερό απ'όπου έπιναν όλοι οι άλλοι. Και όχι ότι η κυβέρνηση γνώριζε πού πήγαινε το μικρό καράβι το αταξίδευτο... Οχι, βέβαια. Γι' αυτό η πιο τραγική στιγμή που έζησε η Ελλάδα τις τελευταίες μέρες ήταν ότι, ενώ είχε πάρει κλίση το μικρό καράβι και βούλιαζε, το πλήρωμα συγκρατούσε τον κόσμο, φωνάζοντας ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για κανέναν. Αλήθεια, πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει αυτές τις καθησυχαστικές φωνές στη ζωή μας! Και πόσες φορές δε βρεθήκαμε μόνοι μας στη... θάλασσα.

4.Οι εκσυγχρονιστές μπροστά σ' αυτό που συμβαίνει καταφεύγουν στη μαγγανεία: Κατηγορούν τη θάλασσα ότι είναι κακιά, με ό,τι προκαλεί, και σε λίγο, όπως ο Δαρείος, θα αρχίσουν να τη μαστιγώνουν για να την τιμωρήσουν.

5.Στην εφηβεία μου, η ανάγκη και η περιέργεια μ' έσπρωξαν να εργαστώ στα καράβια. Τότε, ανάμεσα στα Εικονογραφημένα Κλασικά, διάβαζα και του Χέρμαν Μέλβιλ τον Μπόμπι Ντικ ή τον Θαλασσόλυκο του Τζόζεφ Κόντραντ. Αλλά μόλις πάτησα το πόδι μου στο καράβι, κατάλαβα πόσο υψηλή είναι η τέχνη των ναυτικών και πόσο αληθινά ήταν όσα διάβασα σ' ένα χειρόγραφο που βρίσκεται στο Βατικανό και χρονολογείται από τα τέλη του 16ου αιώνα: «... εις την μεγάλην τέχνην και αγνώριστον, λέγω την ναυτικήν, τα κοπέλλια οπού εμπαίνουσι να μάθουν ναύτες πρώτα μαθαίνουν να λάμνουν και να κάμνουν σκαρμούς και τροπωτήρες εις την βάρκα και απέκει να μαθαίνει να ανεβαίνει απάνω εις τα κατάρτια και εις ταις αντένες και εις τα σκοινιά... να μάθει την ναυτικήν και απόλλιγο αρχίζει να γνωρίζει τους ανέμους, τους καιρούς, να κυβερνά». Εχουν καμία σχέση με αυτά ο πλοίαρχος και ο υποπλοίαρχος του «Σαμίνα»;

6.Ανάμεσα στο «να μη σε νοιάζει τίποτα, εγώ είμαι εδώ» και στο «αναλαμβάνω κάθε ευθύνη», πήγαινε το μικρό καράβι το αταξίδευτο...


Toυ
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


ΦΩΤΗΣ ΑΓΓΟΥΛΕΣ
Ο ποιητής των «συρμάτων»

Η σελίδα 2 του «Βιβλίου Κομμουνιστών» της Ασφάλειας Χίου, με πρώτο το όνομα του Φώτη Αγγουλέ και στήλες που περιέχουν βιογραφικά στοιχεία και τη δράση του ποιητή. Το βιβλίο ανακάλυψε ο Παντελής Στεφάνου.
Η σελίδα 2 του «Βιβλίου Κομμουνιστών» της Ασφάλειας Χίου, με πρώτο το όνομα του Φώτη Αγγουλέ και στήλες που περιέχουν βιογραφικά στοιχεία και τη δράση του ποιητή. Το βιβλίο ανακάλυψε ο Παντελής Στεφάνου.
Στο Δημοτικό Κήπο της Χίου βρίσκεται η προτομή του Φώτη Αγγουλέ. Λίγοι απ' τους επισκέπτες του αιγιοπελαγίτικου νησιού, μαζί δυστυχώς και λίγοι ντόπιοι, γνωρίζουν τη συμμετοχή του Φώτη Αγγουλέ στους πατριωτικούς και κοινωνικούς αγώνες, αλλά και την προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα. Το έργο του δεν προβλήθηκε - όχι τυχαία - ούτε στα σχολεία του νησιού. Τη «γνωριμία» όμως με τον Χιώτη ποιητή ανέλαβε να την κάνει στη νεολαία του ακριτικού νησιού, το Πολιτιστικό Τμήμα της Νομαρχιακής Επιτροπής Χίου του ΚΚΕ.

Ο Φώτης Αγγουλές γεννήθηκε το 1910 στο Τσεσμέ της Μ. Ασίας και πέθανε στις 28 Μάρτη 1964. Εγκαταστάθηκε, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, στη Χίο όπου ζούσε ως ψαράς. Στον πόλεμο κατέφυγε στη Μ. Ανατολή, όπου και κατατάχθηκε εθελοντής στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Οργανωμένος στην Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού (ΑΟΝ), γνώρισε διώξεις, φυλακές, στρατόπεδα, εξορίες, τόσο απ' τους Αγγλους όσο και από τις ελληνικές κυβερνήσεις, εξαιτίας της ένταξής του στο ΚΚΕ.

Ο «ποιητής των συρμάτων», κρατούμενος των Αγγλων στο στρατόπεδο Μπαρντίας της Μ. Ανατολής, μαζί με 15.000 Ελληνες δημοκρατικούς στρατιώτες και μέσα στο χαροπάλεμά του απ' την αρρώστια του άσθματος που τον βασάνιζε, γράφει αναπολώντας τη μορφή του Μπάιρον:

«Εμείς την εκτιμούμε τη φιλία / εμείς τη λευτεριά την αγαπούμε... / Μα τώρα που βάρβαροι οι δικοί σου / μας τυραννούν τι να τους πούμε;»

Ο Φώτης Αγγουλές αποφυλακίστηκε το 1956 μετά από οκτώ χρόνια. Γύρισε στη Χίο, που τη θεωρούσε του ξενιτεμού του «Πατρίδα». Με την υγεία του σοβαρά κλονισμένη από τις κακουχίες της φυλακής, κατατρεγμένος και βαθιά πληγωμένος, έβρισκε στέκι στο λιμάνι σε κάτι απόμερα ταβερνάκια και παρηγοριά στο πιοτό.

Ο Φώτης Αγγουλές (αρχείο Νίκης Κουτσουμπέκη -Καράλη)
Ο Φώτης Αγγουλές (αρχείο Νίκης Κουτσουμπέκη -Καράλη)
Φίλοι παλιοί του συμπαραστάθηκαν, σύντροφοι στον αγώνα και τη ζωή. Ο εκδότης της εφημερίδας «Χιακός Λαός», το 1958, τον πήρε στο τυπογραφείο κι εκεί με τα ίδια του τα χέρια στοιχειοθέτησε τη συλλογή «Πορεία μέσα στη νύχτα» , που ήταν μια επιλογή από παλιά δημοσιευμένα και νέα ποιήματα. Τα μετέφερε και μετά τα τύπωσε στο τυπογραφείο του Ζήσιμου, όπου λίγα λίγα τα έδενε σε τόμους. Αλλα τα μοίραζε σε γνωστούς και φίλους, κι άλλα τα πούλαγε για χαρτζιλίκι. Ηταν η τελευταία ποιητική συλλογή που άφησε. Είχαν προηγηθεί, απ' το 1934 ακόμη, οι συλλογές «Αναβασιά», «Κραυγές στον ήλιο», «Μενεξέδες», «Εντελβάις», «Ο λαός της Πατρίδας μου», «Φλόγες του δάσους» και «Φωνές».

Απ' το 1964 που πέθανε, είχαν μείνει ξεχασμένα στο τυπογραφείο, για 39 ολόκληρα χρόνια, περίπου 1.000 αντίτυπα σε οχτασέλιδα. Από εκεί τα μάζεψαν οι σύντροφοι της ΝΕ της Χίου του ΚΚΕ και με την ευλάβεια που αρμόζει στο πνεύμα και στο στίχο του Φώτη Αγγουλέ, τα βάλανε σε τάξη κι αποτελειώσανε το έργο των χεριών του.

Το έργο του Αγγουλέ διαχρονικό, αγγίζει το σήμερα. Αν και στις πρώτες ποιητικές του δημιουργίες, διαφαίνεται ένας μελαγχολικός πεσιμισμός, στη φυλακή γράφει τα πιο αισιόδοξα ποιήματα, αφού μέσα στον αγώνα και στη στράτευση διαπιστώνει το πραγματικό νόημα της ζωής. Η φτώχεια, η ανεργία, η στέρηση, η ανασφάλεια, η βία, ο φόβος του πολέμου, ο θάνατος, που ήταν πηγές έμπνευσης του ποιητή, είναι τόσο επίκαιρα και καθημερινά σήμερα. Γράφει στο ποίημά του με τίτλο «Το στίγμα», αφιερωμένο σ' ένα νεαρό φασίστα, που βρέθηκε σκοτωμένος σε μια ρούσικη χιονισμένη στέπα:

«Και μέσ' στα χιόνια, θησαυρούς το άρπαγο μάτι βλέπει;/ Ξανθέ φονιά, τι σ' έφερε σ' αυτήν εδώ τη στέπη;/ Μέσα στη νύχτα, φονικό ποιανού έστηνες καρτέρι;/ Ποιος σ' έβλαψε τόσο μακριά; Ποιον ξέρεις; Ποιος σε ξέρει;».

«Νυχτερινέ διαγουμιστή, πώς θες να σε δικάση,/ το χέρι αυτό που του γρεμάς ό,τι από χρόνια χτίζει;/ Ποια καταδίκη στο φονιά και στο φασίστα αξίζει;..».

Αρρωστος μέσα απ' το νοσοκομείο - φυλακή, γράφει:

«Αλήθεια, πρέπει να μιλώ σιγά, να σεβαστώ/ την ησυχία των άρρωστων συντρόφων που κοιμούνται,/ να μην ξυπνούνε και θυμούνται,/ να μη θυμούνται και ξυπνούν οι βραδινές τους έννοιες,/ μέσα σ' αυτό το πρόχειρο Νοσοκομείο, το κλειστό/ με σερπαντίνες συρματένιες».

Το κοινό γνώρισμα των αγωνιστών - πίστη και ελπίδα για τη ζωή - ο Φώτης Αγγουλές το εκφράζει στο ποίημά του «Μην καρτεράτε»:

«Μην καρτεράτε να λυγίσωμε/ μήτε για μια στιγμή,/ μηδ' όσο στην κακοκαιριά/ λυγάει το κυπαρίσσι./ Εχουμε τη ζωή πολύ,/ πάρα πολύ, αγαπήσει».


Του
Δημήτρη ΣΕΡΒΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ