MotionTeam |
Αλλωστε αυτά τα «επιχειρήματα», «απόψεις» και θέσεις της κυβέρνησης του κεφαλαίου και των μηχανισμών της περί «αναγκαίων θυσιών», περί «κακών» και «καλών» κινητοποιήσεων κλπ. θα πολλαπλασιαστούν τις επόμενες μέρες, οπότε και οι εργαζόμενοι θα μπαίνουν στην τελική ευθεία των προετοιμασιών τόσο για την οργάνωση της 24ωρης απεργίας στις 23 Φλεβάρη, αλλά και της κλιμάκωσης των αγώνων. Ακριβώς για αυτό το λόγο η κατανόηση και αντιμετώπιση αυτής της άθλιας προπαγάνδας είναι απαραίτητος όρος και προϋπόθεση σήμερα για τους εργαζόμενους και την αποτελεσματικότητα των αγώνων τους.
Ορισμένα από αυτά τα επιχειρήματα παρουσιάζει και απαντά σήμερα ο «Ρ»:
Οι θυσίες, στις οποίες υποβάλλονται σήμερα οι εργαζόμενοι και τα άλλα λαϊκά στρώματα, αλλά και οι άλλοι λαοί του κόσμου, είναι βάρβαρες και χωρίς καμία προοπτική για τα συμφέροντά τους. Το αντίθετο συμβαίνει. Καλούν το λαό σε θυσίες για να βγουν αλώβητοι από την κρίση οι καπιταλιστές. Οι εργαζόμενοι πρέπει να ξέρουν ότι οι θυσίες του λαού θα συνεχιστούν και θα μεγαλώσουν, αν δεν ξεδιπλωθεί η λαϊκή αντεπίθεση. Η κυβέρνηση ψεύδεται όταν ισχυρίζεται ότι τα δύσκολα για την εργατική τάξη και τους αυτοαπασχολούμενους στην πόλη και στο χωριό θα κρατήσουν μόνο μερικά χρόνια και μετά θα έρθει η «αναγέννηση» της ελληνικής οικονομίας σε όφελός τους. Η αναγέννηση της οικονομίας θα είναι για το κεφάλαιο, άρα σε βάρος τους. Εκπονούν βάρβαρα μέτρα για να κρατήσουν για πάντα, είναι πανέτοιμοι να πάρουν και άλλα ακόμα χειρότερα. Δεν αξίζουν θυσίες σε μια πολιτική που ωθεί τις λαϊκές οικογένειες να δυσκολεύονται να ικανοποιήσουν ακόμα και στοιχειώδεις τους ανάγκες. Οι μόνες θυσίες που αξίζουν είναι για να κατακτήσει η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της έναν άλλο δρόμο, μιαν άλλη εξουσία, τη δική τους, για μιαν άλλη κοινωνία.
Μία είναι η βασική αγωνία της πλουτοκρατίας και των επιτελείων της: Μην τυχόν ο λαός αντιληφθεί πως η ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» θα ταυτίζεται πάντα με τη διαρκή επιδείνωση της δικής του ζωής. Ποτέ δε θα σταματήσουν οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου να φέρνουν νέα αντιλαϊκά μέτρα, είτε πρόκειται για εμπλουτισμό, είτε για αναμόρφωση, είτε για επικαιροποίηση της πολιτικής τους. Γιατί μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να κερδίζουν τα μονοπώλια: Να χάνει ο λαός. Και πάντα θα ζητούν θυσίες. Για να κερδίσει ο λαός, υπάρχει μόνο ένας τρόπος: Να ηττηθούν τα μονοπώλια.
Είναι και αυτός άλλος ένας μύθος της κυρίαρχης τάξης για να ενοχοποιήσει τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα και, μέσω αυτής της ενοχοποίησης, να κάμψει το φρόνημά τους, να τους υποτάξει στην αντιλαϊκή πολιτική. Ο ισχυρισμός αυτός, πέρα για πέρα κάλπικος και κατασκευασμένος, θέλει να κρύψει το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία του λαού μας επιβίωνε και επιβιώνει χωρίς να καλύπτει βασικές ανάγκες του. Οι εργαζόμενοι, οι φτωχοί αγρότες, οι μικροί αυτοαπασχολούμενοι και επαγγελματίες έπαιρναν και παίρνουν ένα μόλις μικρό μέρος από τον πλούτο που παράγουν, σε αντίθεση με μια μικρή μειοψηφία που σφετερίζεται όλον αυτόν τον κοινωνικό πλούτο που παράγεται. Τη μειοψηφία αυτή και την εξουσία της επιδιώκουν να στηρίξουν όσοι πλασάρουν αυτούς τους μύθους. Τα δανεικά που έπαιρνε το κράτος τα έδινε στους μεγαλοεπιχειρηματίες για επενδύσεις, αυτοί ζουν με δανεικά, που σε συνδυασμό με τις φοροαπαλλαγές τους δημιούργησαν το κρατικό χρέος.
Αραγε, ζουν πάνω από τις ανάγκες τους και επιβαρύνουν το κράτος και την κοινωνία οι 800.000 άνεργοι, οι εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι των 500 και 600 ευρώ, οι χιλιάδες ανασφάλιστοι εργάτες Ελληνες και μετανάστες, οι εκατοντάδες χιλιάδες αγρότες που ενώ παράγουν και τρέφουν την κοινωνία, το ψωμί στο τραπέζι τους πάντα είναι λιγοστό; Αραγε το 20% και πλέον του πληθυσμού που ζει κάτω από το όριο της φτώχειας - όπως το καθορίζουν οι αστοί και όχι αυτό που είναι πραγματικά - σε ποια τάξη ανήκει; Μήπως στην τάξη των βιομηχάνων, των τραπεζιτών, των μεγαλοεπιχειρηματιών; Μόλις προχτές στον ξένο Τύπο γράφτηκε ότι 600 δισεκατομμύρια ευρώ που ανήκουν σε Ελληνες βρίσκονται σε τράπεζες της Ελβετίας. Ποιοι άραγε έβγαλαν στις ξένες τράπεζες αυτά τα τεράστια κεφάλαια; Σε ποιους ανήκουν; Και από πού προήλθαν; Πως γίνεται ο λαός να «ζει πάνω από τις δυνατότητές του» και κάποιοι να ενθυλακώνουν δισεκατομμύρια ευρώ και μάλιστα να τα εξάγουν;
Ρητορικά τα ερωτήματα γιατί όλοι γνωρίζουν τις απαντήσεις. Στον τόπο τούτο παράγεται πλούτος, όμως αυτός ο πλούτος δεν πάει στους εργαζόμενους και σε όσους τον παράγουν, αλλά στους λίγους και «εκλεκτούς». Αυτών τα χρηματοκιβώτια και οι λογαριασμοί φουσκώνουν από τα υπερκέρδη της εκμετάλλευσης. Αυτούς εξυπηρετεί ο μύθος περί «χαραμοφάηδων» και «σπάταλων» εργαζόμενων. Τα ίδια τα επίσημα στοιχεία επιβεβαιώνουν σε ποιον κατευθύνεται αυτός ο πλούτος. Με βάση το έτος 2000, μέχρι το 2008 το ΑΕΠ της χώρας διπλασιάστηκε. Σε ονομαστικές τιμές αυξήθηκε κατά 100%, από τα 120 δισ. ευρώ στα 239 δισ. ευρώ. Την ίδια περίοδο, οι κατώτεροι μισθοί σε ονομαστικές τιμές αυξήθηκαν μόλις κατά 42,5%. Δηλαδή οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν πήραν αναλογικά από την αύξηση του ΑΕΠ, αλλά επί της ουσίας το ήδη μικρό μερίδιό τους μειώθηκε ακόμα περισσότερο σε σχέση με τον πλούτο που παρήχθη. Η συγκεκριμένη δεκαετία ήταν η δεκαετία με τη μεγαλύτερη κερδοφορία για τις επιχειρήσεις στη σύγχρονη ιστορία μας.
Ισως γι' αυτό οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ - ΝΔ, επειδή εκτίμησαν ότι υπάρχουν οι δυνατότητες για ακόμη μεγαλύτερη κερδοφορία, φρόντισαν να μειώσουν τη φορολογία των επίσημων καθαρών κερδών από το 45% στο 15%! Ισως γιατί εκτίμησαν ότι επειδή «ζούμε κάτω από τις δυνατότητες κερδοφορίας» που αντέχει η χώρα, φρόντισαν να προικοδοτήσουν τις τράπεζες στη διετία 2009-2010 με 75 δισεκατομμύρια ευρώ. Το ίδιο έκαναν και για τους μεγάλους κατασκευαστές. Δε δίστασαν ακόμα και με εγγυήσεις και δάνεια του Δημοσίου να προικοδοτήσουν τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους με δεκάδες δισεκατομμύρια για να «φτιάξουν» με χρήματα του ελληνικού λαού δρόμους, γέφυρες, αεροδρόμια, τα οποία παρέδωσαν στους ίδιους προς εκμετάλλευση. Δεν τους ενοχλεί ο δανεισμός, η υπέρβαση των δυνατοτήτων και των «αντοχών της οικονομίας» όταν πρόκειται να δοθούν προίκα στα μονοπώλια. Το αντίθετο, βγάζουν σπυράκια όταν ακούσουν για αύξηση μισθών και συντάξεων, για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Γιατί θέλουν τους εργαζόμενους αιώνια καταδικασμένους στη μιζέρια και στη φτώχεια, γιατί έτσι κερδοφορεί το κεφάλαιο. Και μπροστά σε αυτό τον πολιτικό στόχο επιστρατεύουν κάθε ψέμα και προστυχιά.
Κατά αρχήν, τα παραδείγματα από τη «διεθνή πραγματικότητα» οι πολέμιοι των απεργιών τα χρησιμοποιούν κατά πώς τους βολεύει. Γιατί μπορεί να έχουμε απεργίες κατά τις οποίες τα δρομολόγια των δημόσιων συγκοινωνιών συνεχίζουν έστω και μειωμένα να γίνονται, αλλά έχουμε και απεργίες όπου για μέρες (Γαλλία) απέκλεισαν τα διυλιστήρια παραγωγής καυσίμων, με αποτέλεσμα να σταματήσουν να κινούνται εκατομμύρια αυτοκίνητα. Μόλις προχτές, στην Πορτογαλία το μετρό «νέκρωσε» από την απεργία των εργαζομένων. Προφανώς, οι τελευταίοι δεν έγιναν είδηση στα δελτία των οκτώ, γιατί αυτοί δεν εναρμονίζονται με την άποψη που έχουν περί απεργιών οι εγχώριοι κήρυκες.
Κάθε όμως συνδικάτο που παλεύει ταξικά υπέρ της εργατικής τάξης, το όπλο της απεργίας δεν μπορεί παρά να το χρησιμοποιήσει για την επίτευξη της μέγιστης δυνατής πίεσης, είτε προς την κυβέρνηση, είτε προς την εργοδοσία, είτε απέναντι και στους δύο. Αλλωστε, κάθε απεργία, ιδιαίτερα όταν γίνεται σε χώρους και κλάδους που προσφέρουν «δημόσιες υπηρεσίες», αναπόφευκτα - έστω προσωρινά - θα έχει κάποιες συνέπειες για τους υπόλοιπους εργαζόμενους που κάνουν χρήση αυτών των υπηρεσιών. Και, ταυτόχρονα, δεν είναι όλοι οι κλάδοι το ίδιο. Σε μια απεργία, ενάντια στην εμπορευματοποίηση και την ιδιωτικοποίηση της Υγείας, υπάρχει προσωπικό ασφαλείας για τα επείγοντα περιστατικά, ενώ δε στρέφεται ενάντια στο λαό. Αλλά μια καθολική κινητοποίηση ενάντια στην ιδιωτικοποίηση των μέσων μαζικής μεταφοράς ή την αύξηση στις τιμές των εισιτηρίων, πρέπει να βρίσκει την αλληλεγγύη όλων των εργαζομένων και να μην αντιμετωπίζεται ως ταλαιπωρία, για την οποία την απόλυτη ευθύνη έχει η κυβέρνηση που χτυπά τους μισθούς των εργαζομένων και αυξάνει τα εισιτήρια στις συγκοινωνίες. Επομένως καθόλου δε στρέφεται κατά του κοινωνικού συνόλου.
Ισα - ίσα, λοιπόν, οι κινητοποιήσεις είναι υπέρ των επιβατών, υπέρ των ασθενών, υπέρ δηλαδή της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας, αφού υπερασπίζονται δημόσια κοινωνικά αγαθά, έστω και αν αυτό σημαίνει ότι δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω το λεωφορείο και τον ηλεκτρικό, το μετρό για λίγες ώρες ακόμα και για μια δυο - μέρες. Αλλωστε, οι εργαζόμενοι εκτός από χρήστες και καταναλωτές είναι πρωτίστως εργαζόμενοι. Αυτό καθορίζει το είναι τους και τη ζωή τους, τη ζωή της οικογένειάς τους. Ετσι, κάθε αγώνας μιας ομάδας ή ενός κλάδου εργαζομένων για το δικαίωμα στην εργασία, για το δικαίωμα στο μεροκάματο, για καλύτερους όρους αμοιβής και εργασίας δεν μπορεί παρά να αφορά όλους τους εργαζόμενους. Κάθε νίκη και κατάκτηση μιας ομάδας εργαζομένων είναι, και πρέπει να είναι, υπόθεση όλων των εργαζομένων. Οπως και κάθε ήττα είναι ήττα για όλους τους εργαζόμενους. Γιατί όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από ειδικότητα, κλάδο, σχέση εργασίας είναι στην ίδια βάρκα. Και αυτό που οι εχθροί των εργατικών κινητοποιήσεων εμφανίζουν ως «ταλαιπωρία» είναι - και δεν μπορεί να μην είναι - το μικρό «τίμημα» στον κοινό αγώνα. Είναι μια μορφή αλληλεγγύης σε αυτούς που παλεύουν. Είναι η ελάχιστη συνεισφορά της εργατικής τάξης απέναντι σε ένα κομμάτι της ίδιας της τάξης της που κάθε φορά αγωνίζεται.
Η προσπάθεια των ίδιων πάντα κύκλων να επικεντρώνεται η συζήτηση στη μορφή και στις συνέπειες μιας απεργίας, αλλά ποτέ στο περιεχόμενό της, είναι ένα μόνιμο προπαγανδιστικό τερτίπι. Οι λέξεις «χάος στο κέντρο», «ταλαιπωρία για τους επιβάτες» είναι το αλάτι και το πιπέρι κάθε είδησης για οποιαδήποτε κινητοποίηση, από την οποία «ω του (δημοσιογραφικού) θαύματος!» δε θα ακούσεις για ποιους λόγους, με ποια αιτήματα γίνεται αυτή η κινητοποίηση. Ομως οι κατ' επάγγελμα συκοφάντες των απεργιακών αγώνων καθόλου δεν νοιάζονται ούτε για τις δημόσιες συγκοινωνίες και τους επιβάτες, ούτε για τη Δημόσια Υγεία και τους ασθενείς, ούτε για τους συνταξιούχους, ούτε για τους νησιώτες. Είναι οι ίδιοι που στηρίζουν πάντα όλα τα μέτρα και όλες τις πολιτικές που τους αφαιρούν δικαιώματα. Τους σκέφτονται και τους ανακαλύπτουν μόνο όταν πρόκειται να επιτεθούν στους αγώνες των εργαζομένων. Και οι νουθεσίες τους για άσκηση του απεργιακού δικαιώματος χωρίς «απεργία» και απεργούς, είναι άρνηση στην πράξη κάθε αγώνα που θίγει την κοινωνική τάξη πραγμάτων, είναι τελικά συνηγορία και υπεράσπιση για να μην αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο σε αυτήν την κοινωνία.
Ο κίνδυνος χρεοκοπίας της χώρας είναι το αγοραίο όσο και σαθρό «επιχείρημα», που ξετυλίγεται σήμερα από το μαύρο μέτωπο κυβέρνησης - τρόικας - πλουτοκρατίας και τα αστικά προπαγανδιστικά επιτελεία. Γιατί υπάρχει βαθιά οικονομική κρίση του καπιταλισμού. Το ξεπέρασμά της στα πλαίσια του καπιταλισμού απαιτεί καταστροφή κεφαλαίου. Για την ώρα, το κεφάλαιο καταστρέφει την εργατική δύναμη και τα άλλα φτωχά λαϊκά στρώματα, οδηγεί στην πτώχευση το λαό για να γλιτώσει το ίδιο, όσο γίνεται από το να καταστραφεί ένα μέρος του.
Η καλλιέργεια φόβου μαζί και η διαμόρφωση στρεβλής αντίληψης της πραγματικότητας είναι ο καλύτερος σύμμαχός τους. Στόχος τους είναι ένας: Η υποταγή του λαού, η αποδοχή της «αναγκαιότητας» για τα ταξικά υπέρ των μεγαλοεπιχειρηματιών μέτρα που εφαρμόζουν, για τη σφοδρή κλιμάκωση που ετοιμάζουν στα επόμενα χρόνια, για δεκαετίες ολόκληρες. Ο κίνδυνος χρεοκοπίας είναι σημερινή «καραμέλα», είναι όπιο και εργαλείο λαϊκής υποταγής και αποχαύνωσης. Ομως δεν ισχύει το ίδιο για την ουσία της πολιτικής που εφαρμόζουν, γιατί αυτή έρχεται από πολύ παλιά. Τα νέα πακέτα είναι κομμάτι από τους σχεδιασμούς και τις επεξεργασίες τους, είναι αποφασισμένα από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, «επικαιροποιήθηκαν» αργότερα με τη στρατηγική της Λισαβόνας, σήμερα με τη στρατηγική «ΕΕ-2020».
Μέσα στη μικρή φράση - προπαγανδιστικό σλόγκαν «χρεοκοπία της χώρας» έχουν χωρέσει ολόκληρους ποταμούς ψεμάτων. Οπως ακριβώς και με τη «χρεοκοπία», έτσι και με τη «χώρα» τσουβαλιάζουν θύτες και θύματα, λες και όλοι μαζί έχουμε κοινά συμφέροντα, όνειρα, επιδιώξεις. Γιατί η «χώρα» που θέλουν οι πλουτοκράτες είναι εφιάλτης και καμένη γη για το λαό, είναι το έδαφος της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Είναι η «χώρα» που που βασιλεύει ο δικός τους νόμος, το μόνιμο σάρωμα εργατικών δικαιωμάτων, που πετσοκόβει μισθούς, συντάξεις, το δικαίωμα στην Υγεία, στην Παιδεία, παντού. Είναι η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου που απαιτεί ολοένα και περισσότερες ανθρωποθυσίες, που ξεκληρίζει τη φτωχομεσαία αγροτιά, που πετά έξω από τον τάχα «ελεύθερο ανταγωνισμό» αυτοαπασχολούμενους και μικρούς επαγγελματίες. Να, η χρεοκοπία, αλλά για το λαό. Για φρέσκο ζωτικό χώρο ψάχνουν οι καπιταλιστές, για την ασφαλή διέξοδο των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων, που σήμερα λιμνάζουν στα σεντούκια τους, για νέες «επενδύσεις» και ακόμη περισσότερα κέρδη.
Το αστικό κράτος, οι κυβερνήσεις μαζί και οι ιμπεριαλιστικοί οργανισμοί ετοιμάζουν αυτή τη χώρα - παράδεισο της ανταγωνιστικότητας με ευέλικτους και φτηνούς τους εργάτες. Η λαϊκή πάλη, ο κάθε ξεχωριστός άνθρωπος του καθημερινού μόχθου, θα πρέπει να αποτινάξει κάθε ψεύτικο δίλημμα, κάθε φόβο και «επιχείρημα», από αυτά που βγάζουν οι ντελάληδες του εκμεταλλευτικού συστήματος.
Η λαϊκή ανυπακοή και απειθαρχία είναι ο δικός μας μονόδρομος, είναι ο δικός τους φόβος. Με το ΠΑΜΕ, με την ΠΑΣΥ, την ΠΑΣΕΒΕ, το ΜΑΣ και την ΟΓΕ για να κερδίσουμε τη μάχη της απεργίας στις 23 του Φλεβάρη. Η μόνη διέξοδος βρίσκεται στο να φτωχύνει η πλουτοκρατία, να στερηθεί από κάθε μέσο, από κάθε δυνατότητα εκμετάλλευσης, με το πέρασμα των βασικών και συγκεντρωμένων κλάδων κάτω από την λαϊκή εξουσία.