Motion Team |
Δημοσιεύματα του αστικού Τύπου προετοιμάζουν το έδαφος για να δεχθεί ο λαός τις αλλαγές ως θετικές, που δίνουν μια κάποια λύση στο πρόβλημα του Λυκείου. Ομως, οι γενικές κατευθύνσεις για το «Νέο Λύκειο», που έχουν δοθεί ήδη στη δημοσιότητα από το κείμενο του υπουργείου Παιδείας για το «Νέο σχολείο» (Απρίλης 2010), δεν αφήνουν κανένα περιθώριο παρερμηνείας:
Είναι, λένε οι αστοί, αναγκαίο να μειωθούν τα μαθήματα για να απαλλαχτεί ο μαθητής και η οικογένειά του από το άγχος και από το φροντιστήριο.
Καταρχήν είναι πρόκληση, αυτοί που ξεζουμίζουν το λαό, που σπρώχνουν τα παιδιά του στην ανεργία να κόπτονται για το άγχος της λαϊκής οικογένειας. Ας περάσουμε όμως στην ουσία. Αυτό που θέλουν είναι να ισοπεδώσουν προς τα κάτω τη μόρφωση των παιδιών του λαού, θέλουν να πείσουν ότι γι' αυτούς που προορίζονται για εργάτες δε χρειάζεται προσπάθεια για διάβασμα, απλά και μόνο αναζήτηση και γκουκλάρισμα στο Ιντερνετ.
Γι' αυτό η βασική εκπαίδευση μετατρέπεται στο ελάχιστο μορφωτικό υπόβαθρο σε ένα μίνιμουμ γραφής, ανάγνωσης, αρίθμησης, επικοινωνία σε ξένες γλώσσες και χειρισμό ηλεκτρονικού υπολογιστή, που θα συμπληρώνεται κάθε φορά από μια βραχυπρόθεσμη επαγγελματική κατάρτιση. Η πιο επιθετική προώθηση των δεξιοτήτων για τη διά βίου μάθηση στο πρόγραμμα του Λυκείου αποτελεί αντιδραστική απάντηση της αστικής τάξης στην αντικειμενική τάση επέκτασης της γενικής μόρφωσης, όπως αυτή διαμορφώνεται από τις εξελίξεις στην επιστήμη και την τεχνολογία. Ενώ σήμερα η τεχνολογία και η επιστήμη δίνουν τη δυνατότητα ολόπλευρης μόρφωσης, το κεφάλαιο περιορίζει αυτή την ανάγκη, τη διαστρέφει προς την απόκτηση των αναγκαίων ελάχιστων γνώσεων για την αναπαραγωγή του φθηνού και ευέλικτου εργατικού δυναμικού, του ανθρώπου που δε θα έχει αποκτήσει μια αντικειμενική πυξίδα προσανατολισμού στην πραγματικότητα, που θα χαρακτηρίζεται από το σχετικισμό και τον υποκειμενισμό.
Το ερώτημα που θέτει η κυβερνητική προπαγάνδα και καλεί το λαό να απαντήσει, το δίλημμα «αναχρονιστικές γνώσεις και ανεργία ή δεξιότητες και σύνδεση με την αγορά εργασίας» είναι αντιδραστικό και ψευδές. Καταρχήν η ανεργία δεν μπορεί να λυθεί από την εκπαίδευση, είναι φαινόμενο σύμφυτο με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Ας μας απαντήσουν οι αστοί: Σε καπιταλιστικά κράτη που έχει προχωρήσει η έμφαση στις δεξιότητες, έχει λυθεί το πρόβλημα της ανεργίας; Σαφώς και όχι! Μήπως το περίφημο φινλανδικό μοντέλο με την έμφαση στις δεξιότητες του προγράμματος ΠΙΖΑ έλυσε το πρόβλημα της ανεργίας; Οχι μόνο δεν το έλυσε, αλλά, σύμφωνα και με αστούς μελετητές, το επίπεδο των μαθητών χειροτέρευσε, ενώ η Φινλανδία εκτός από τις πρωτιές της στους διαγωνισμούς του ΟΟΣΑ, πρωτεύει και σε αυτοκτονίες μαθητών!
Ταυτόχρονα, με την επίθεση της κυβέρνησης στο λαϊκό εισόδημα, την αύξηση του αριθμού των ανέργων σε πολύ μεγάλη έκταση, η δυνατότητα της λαϊκής οικογένειας να στείλει τα παιδιά της φροντιστήριο, περιορισμένη ούτως ή άλλως και προ κρίσης, γίνεται μηδαμινή. Κατά τ' άλλα, όλοι οι άλλοι παράγοντες που δημιουργούν την ανάγκη για φροντιστήριο όχι μόνο δεν καταργούνται, αλλά, αντίθετα, γενικεύονται και προωθούνται και σε ανώτερο επίπεδο. Το πλήθος από αξιολογικές δοκιμασίες στο Λύκειο, ο συνυπολογισμός του βαθμού σε Β' και Γ' Λυκείου, η είσοδος σε Σχολές στο πρώτο έτος και το ξεσκαρτάρισμα που θα προέλθει, όλα αυτά δημιουργούν αντικειμενικούς όρους όξυνσης του ανταγωνισμού, άρα ανάγκης να ανταγωνιστεί ο κάθε μαθητής με τον άλλον. Αντικειμενικά αυτή η τάση διαμορφώνει όρους και πιο μαζικής στροφής προς την ψευτοκατάρτιση της ΤΕΕ.
Είναι ανάγκη το ίδιο το κίνημα σήμερα να ανεβάσει τον πήχη των διεκδικήσεών του μπολιάζοντάς τες με το αναγκαίο συμπέρασμα για τις πολιτικές και οικονομικές προϋποθέσεις για την υλοποίησή τους, στοχεύοντας δηλαδή στο ζήτημα της εξουσίας. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι να μην πατάει τις μπανανόφλουδες των αστικών χειρισμών και της κυβερνητικής προπαγάνδας, να έχει γραμμή συνολικής αντίθεσης στην ουσία των αλλαγών με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες. Απαιτείται βαθύτερη κατανόηση ότι για να πάψει το σχολείο να είναι απαρχαιωμένο πρέπει να πάψει να είναι αστικό και ταυτόχρονα να αποδεικνύεται το καινούριο που φέρνει και τα προβλήματα που θα λύσει η λαϊκή παιδεία.
Σήμερα υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε η βασική - γενική εκπαίδευση να διευρυνθεί ποιοτικά και ποσοτικά. Η εξασφάλιση βασικής - γενικής εκπαίδευσης ως τα 18 χρόνια, που ο άνθρωπος ενηλικιώνεται ψυχικά, πνευματικά, κοινωνικά και βιολογικά μέσα από ενιαίο δωδεκάχρονο υποχρεωτικό σχολείο με σκοπό την ολόπλευρη διαμόρφωση της προσωπικότητας κάθε νέου πριν από την επαγγελματική επιλογή, αποτελεί αδήριτη ανάγκη της εποχής.
Οταν κάνουμε λόγο για γενική παιδεία δεν έχουμε στο μυαλό μας το παραδοσιακό Λύκειο, δεν έχουμε στο μυαλό μας δηλαδή το σχολείο της θεωρίας, που είναι απόλυτα προσανατολισμένο στις εισαγωγικές εξετάσεις. Βασικό στοιχείο του ενιαίου δωδεκάχρονου είναι ο πολυτεχνικός χαρακτήρας του. Στην πρόταση του ΚΚΕ για το ενιαίο δωδεκάχρονο σχολείο αναφέρεται:
«Η μεγάλη ανάγκη της βασικής εκπαίδευσης στην εποχή μας είναι ένα σχολείο με πολυτεχνικό ορίζοντα, που δε θα αναπτύσσει μονομερώς μια ικανότητα των νέων για απασχόληση, αλλά όλες τις ικανότητές τους, θα μορφώνει πολύπλευρα την προσωπικότητά τους και θα διαπλάθει ανθρώπους ικανούς ν' αντιμετωπίσουν δημιουργικά την εργασία τους και τη ζωή τους, σε όποιο ή όποια επαγγέλματα μελλοντικά θα υπηρετήσουν».
Σε αυτή την προοπτική οι δρόμοι της εκπαίδευσης και της μόρφωσης δεν κλείνουν. Κανείς δεν περισσεύει! Ο άνθρωπος, η πιο σημαντική παραγωγική δύναμη, δεν απαξιώνεται, η συνεχής άνοδος στη μόρφωση του ανθρώπου γίνεται αναγκαιότητα της κοινωνίας.
Το υπουργείο Παιδείας έχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι οι συγχωνεύσεις γίνονται για να εφαρμοστεί το «νέο» σχολείο. Αναφέρουμε δύο χαρακτηριστικές δηλώσεις της υπουργού Παιδείας, Α. Διαμαντοπούλου, που απαντά γιατί η κυβέρνηση προχωρά στις συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολείων:
Η αντιπαράθεση στο ζήτημα των συγχωνεύσεων, λοιπόν, δεν μπορεί να μένει στην κριτική περί περικοπής κονδυλίων, που αναδεικνύουν μια σειρά δυνάμεις (πλειοψηφία της ΟΛΜΕ, ΣΥΝ, ένα κομμάτι της ΝΔ κ.ά.). Η κυβέρνηση έχει έναν ολόκληρο σχεδιασμό για το «νέο» σχολείο, που ξεπερνά τη μείωση κονδυλίων για τα σχολεία. Δε σχεδιάζουν, δηλαδή, για να εξοικονομήσουν χρήματα (παρόλο που και αυτό θα συμβεί με τις συγχωνεύσεις και δεν είναι αμελητέο), αλλά για να αλλάξουν τελείως το σχολείο, γκρεμίζοντας ό,τι έχει απομείνει απ' τη δημόσια δωρεάν Παιδεία.
Χαρακτηριστικό είναι, άλλωστε, πως παράλληλα προωθούν νόμο - πλαίσιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση, που μετατρέπει τα πανεπιστήμια σε επιχειρήσεις και τους φοιτητές σε πελάτες, βάζουν νέους ταξικούς φραγμούς, με την εισαγωγή σε Σχολή και μετά σε Τμήμα, στο δεύτερο έτος και συνέπεια ένα νέο κύκλο φροντιστηρίων. Στόχος και στο πανεπιστήμιο δεν είναι μόνο μια άλλη διαχείριση για να συνδεθούν τα ιδρύματα με την «αγορά». Στόχος είναι και το περιεχόμενο σπουδών, με τα προγράμματα «μενού», χωρίς επιστημονική συνοχή, δηλαδή, τελικά, τα πτυχία χωρίς αντίκρισμα, που θα πρέπει να «ανανεώνονται» με καταρτίσεις.
Δεν είναι τυχαία η αναφορά που κάνουμε στις αλλαγές στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Το υπουργείο Παιδείας έχει υποστηρίξει, χωρίς κανένα πρόβλημα, πως θέλει να αλλάξει όλο το εκπαιδευτικό σύστημα. Σκοπός και στο σχολείο είναι όχι μόνο να μπουν οι χορηγοί και να διαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά να αλλάξει ακόμα περισσότερο το περιεχόμενο της εκπαίδευσης, τα προγράμματα σπουδών, η υπάρχουσα δομή.
Την περασμένη Κυριακή η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα κλείσει 1.933 σχολεία για να τα συνενώσει σε 877 και συνεχώς κάνει λόγο για το «νέο σχολικό χάρτη». Κοινός αντίπαλος των μαθητών των σχολείων που καταργούνται, όλων των μαθητών σε κάθε γωνιά της χώρας, όλων των γονιών και των εκπαιδευτικών είναι το «νέο» σχολείο. Ενδεχομένως η κυβέρνηση να κάνει ελιγμούς σε ορισμένες συνενώσεις, υποστηρίζοντας πως θα κάνει «διορθώσεις», για επιμέρους ζητήματα. Εκεί, όμως, που δεν είναι καθόλου διατεθειμένη να υποχωρήσει, είναι στο συνολικό σχεδιασμό της για το σχολείο της «αγοράς».
Το σχολείο της «αγοράς» δεν είναι μόνο το σχολείο των χορηγών, αλλά και το σχολείο της αμορφωσιάς. Τα «πολυδύναμα» 400άρια σχολεία, που προκύπτουν απ' τις συγχωνεύσεις, αλλά και κάθε σχολείο, θα μετατραπούν σε «εργαστήρια» διαφοροποίησης. Θα υπάρχει το «ανταγωνιστικό» σχολείο, με τις επιτυχίες στις εξετάσεις, τους εκπαιδευτικούς που προωθούν σύνδεση με την «αγορά» (οι οποίοι θα εισπράττουν μπόνους, γιατί θα συνδεθεί ο μισθός με την... παραγωγικότητα) και τους χορηγούς που θα επενδύουν σ' αυτό. Απ' την άλλη μεριά θα βρίσκεται το υποβαθμισμένο σχολείο, ενδεχομένως σε δήμους με μικρότερα ταμεία και μειωμένη σύνδεση με την «αγορά», όπου το περιεχόμενο σπουδών θα είναι άλλο. Προφανώς, δε μιλάμε για δύο τόσο φανερές «ταχύτητες» σχολείων, αφού θα υπάρχουν διαβαθμίσεις, πολλαπλές «ταχύτητες».
Τα διαφορετικά επίπεδα, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω κριτήρια, με διάφορους τρόπους, προοπτικά μπορεί να επεκταθούν και στις τάξεις. Με το πρόσχημα της «ελεύθερης επιλογής» (η οποία θα «καθοδηγείται» απ' τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης σε κάθε σχολείο ή περιοχή, αλλά και απ' τους χορηγούς, τα μαθήματα επαγγελματικού προσανατολισμού σε κάθε περιοχή) «καλλιεργείται» και το μοντέλο της «καλής» και «κακής» τάξης.
Ανεξάρτητα, πάντως, απ' το ρυθμό εφαρμογής των μέτρων για το «νέο» σχολείο της «αγοράς» η κατεύθυνση δεν αλλάζει. Οι συγχωνεύσεις είναι βασικό εργαλείο για την κυβέρνηση, ώστε να κατασκευάσει το «χάρτη», όπου θα σχεδιάσει το σχολείο με τα νέα διαφοροποιημένα προγράμματα σπουδών.