Συνεχίζουμε σήμερα το αφιέρωμα στον λαϊκό δημιουργό ενόψει του διήμερου συνεδρίου με τίτλο «Κώστας Βάρναλης, φως που πάντα καίει», που οργανώνει η ΚΕ του ΚΚΕ στις 16 και 17 του Απρίλη
Βαθύτατα διαλεκτικός καθώς ήταν ο Βάρναλης, διαλεγόταν με θεατρικό τρόπο στις μεγάλες ποιητικές συνθέσεις, στα μικρά ποιήματα και τα πεζογραφικά του έργα. Δε θα μπορούσε να του λείπει το θεατρικό αισθητήριο, καθώς στη δεκαετία του 1910 άρχισε να μεταφράζει τους Ευριπίδη, Σοφοκλή κι Αριστοφάνη.
Η θεατρικότητα του Βάρναλη είναι έκδηλη στη διαλογική δομή και τα πρόσωπα που περιλαμβάνουν, λ.χ., «Το φως που καίει», οι «Σκλάβοι Πολιορκημένοι», η μονολογική «Αληθινή απολογία του Σωκράτη», που - όπως έλεγε ο Παλαμάς - «δεν τον ταράζουν τ' ακάθαρτα του δρόμου, γιατί λυτρώνεται στην κορυφή της ροδακινιάς». Κι ακόμα έλεγε ο Παλαμάς ότι στον Βάρναλη «η αρχαιογνωσία μαζί με την κοροϊδία χορεύουν καρσιλαμά».
Ο λαός μας με τον ηρωικό ΕΑΜικό απελευθερωτικό αγώνα του νίκησε τον τριπλό φασισμό. Πριν γευτεί τη λευτεριά του, τον ξαναμάτωσε ο αγγλικός ιμπεριαλισμός, το κράτος και παρακράτος, που εξαπολύουν την τρομοκρατική και δολοφονική λύσσα τους κατά των αγωνιστών. Μόνο «καταφύγιο» των διωκόμενων αγωνιστών, πάλι τα βουνά.
Στις 4/8/1946, ο Βάρναλης πρωτοδημοσιεύει στο νόμιμο, ακόμα, «Ριζοσπάστη» το επίκαιρα αλληγορικό, επίσης με θεατρικά στοιχεία, «Ημερολόγιο της Πηνελόπης». Την ίδια χρονιά, ο επίσης συνεργάτης του «Ριζοσπάστη», αγαπημένος φίλος του Βάρναλη, Παναγής Λεκατσάς, εκδίδει το ιστορικό βιβλίο του «Η πολιτεία του Ηλιου (Η κοινοχτημονική επανάσταση των δούλων και προλεταρίων της Μικράς Ασίας. 133-128 π.Χ.)».
Από το βιβλίο του Λεκατσά εμπνέεται ο Βάρναλης τον «Ατταλο Γ'», που αρχίζει να γράφει στα εμφυλιακά χρόνια. Το Σεπτέμβρη του 1950, επανακυκλοφορούν τα «Ελεύθερα Γράμματα». Στο 1ο τεύχος τους δημοσιεύεται η πρώτη σκηνή - με τίτλο «Πρόλογος» - του «Ατταλου Γ'», που ο Βάρναλης το χαρακτήριζε «Δράμα σε πράξεις τρεις». Τα πρόσωπα του «Προλόγου» είναι τρεις αλυσοδεμένοι δούλοι, οι «Υποψιάρης», «Χωρατατζής», «Γραμματιζούμενος», καθώς και ο «Επιστάτης» (με βούρδουλα) και «ο Περίεργος» (χαφιεδόμουτρο και δουλέμπορος). Ο πρόλογος εκτυλίσσεται στην Ακρόπολη της Περγάμου, όπου θα τοποθετηθεί άγαλμα ενός Ρωμαίου ιμπεριαλιστή, «αφέντη» της Περγάμου (σ.σ. σα να λέμε του Τρούμαν...).
Το έργο, τιτλοδοτημένο «Ατταλος ο Τρίτος», αφιερωμένο «στη μνήμη του σοφού φίλου του» Παναγή Λεκατσά, εκδίδεται από τον «Κέδρο» το Δεκέμβρη του 1971 και κυκλοφορεί αρχές του 1972. Η χούντα το απαγορεύει. Το Μάη του 1976 το έργο πρωτοπαρουσιάζεται από το φοιτητικό ερασιτεχνικό θεατρικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, στο κινηματοθέατρο «Ιρις».
Μακεδονικής καταγωγής η «φύτρα» των Ατταλιδών, βασιλέων της Περγάμου, σπέρνεται με την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Μικρά Ασία. Δυνάστευσαν από το 283 έως το 133 π.Χ. Ιδρυτής της ήταν ο γιος του Μακεδόνα Αττάλου, Φιλέταιρος (283-263 π.Χ.), που διορίστηκε, από τον Λυσίμαχο, αρχηγός άμυνας στην Ακρόπολη της Περγάμου, αλλά το 283 στράφηκε εναντίον του και το 281 ανεξαρτητοποιήθηκε. Ο διάδοχός του, Ευμένης Α' (263-241 π.Χ.), κήρυξε ανεξάρτητη τη δυναστεία. Επί Αττάλου Α' (241-197 π.Χ.), διαδόχου του Ευμένη Α', ολόκληρη σχεδόν η Μ. Ασία (μέχρι τον Ταύρο) κατακτήθηκε και εντάχθηκε στο βασίλειο της Περγάμου. Τελευταίοι εκπρόσωποι της δυναστείας ήταν οι γιοι του Αττάλου Α', Ευμένης ο Β' (197-160/159 π.Χ.), Ατταλος Β' (160-139 π.Χ.) και Ατταλος Γ' (139-133 π.Χ.).
Ο Ατταλος Β', ο «Φιλάδελφος», γεννήθηκε το 220 π.Χ. Πολέμησε κατά των Γαλατών. Σύμμαχος της Ρώμης πολέμησε και κατά της Μακεδονίας. Κατά τη βασιλεία του πολέμησε και τη Βιθυνία και έχτισε κι άλλα λαμπρά κτίρια (λ.χ. η περίκομψη εξέδρα στην Ακρόπολη, όπου στήνονταν αγάλματα θεών και των Ατταλιδών). Σπουδαγμένος στην Αθήνα, της πρόσφερε μια μεγαλόπρεπη Στοά - τη «Στοά Αττάλου» - ενώ η Αθήνα του έστησε έναν κολοσσιαίο ανδριάντα.
Ο Αριστόνικος (άγνωστο πότε γεννήθηκε, πέθανε το 129/128, ή το 126 π.Χ.). Νόθος γιος του Ευμένη Β' και μιας παλλακίδας, ζώντας με το λαό και τους δούλους και επηρεασμένος από τις ιδέες του Ιάμβολου, οραματιζόταν τη δημιουργία ενός κράτους του «Ηλίου», ένα κράτος κοινωνικής δικαιοσύνης και ισοτιμίας. Ο Αριστόνικος, αμέσως μετά το θάνατο του Ατταλου Γ', κατήγγειλε ως πλαστή τη διαθήκη του με την οποία παραχώρησε την Πέργαμο στη Ρώμη. Συγκέντρωσε λαϊκές δυνάμεις και δούλους - στα παράλια της Μ. Ασίας - και προετοίμασε την πρώτη στην ιστορία του αρχαίου κόσμου λαϊκή επανάσταση. Εξορμώντας από τις Λεύκες (μεταξύ Σμύρνης και Φωκαίας) πολεμούσε τη ρωμαιοκρατία και την ντόπια άρχουσα τάξη. Κατέλαβε τη Φώκαια, απέκρουσε σφοδρές επιθέσεις από υποτελείς στη Ρώμη πόλεις (λ.χ. Εφεσος, Πέργαμος) και αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς, με το όνομα Ευμένης Γ', στηριζόμενος στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και στους δούλους, που τους χαρακτήριζε «Ηλιοπολίτες». Υποστηρικτής των ιδεών του Αριστόνικου ήταν ο στωικός φιλόσοφος Γάιος Βλόσσιος, σύμβουλος και υποστηρικτής των φιλολαϊκών μεταρρυθμίσεων του Τιβέριου Γράκχου. Διωκόμενος από τους αντιδραστικούς συγκλητικούς, ο Βλόσσιος σώθηκε καταφεύγοντας στον Αριστόνικο.
Ο φόβος του λαού γεννά και τους θεούς και τους τυράννους του. Το φόβο πολεμά ο Βάρναλης και με τον «Ατταλο Γ'», τον οποίο ξαναδούλεψε το 1968, για να καταδείξει ότι τη σκυτάλη του σκοταδισμού πήραν νέοι ξεπουλημένοι «εθνοσωτήρες». Οτι η Ελλάδα ξαναπαραδόθηκε σε νέο αμερικανοκίνητο Ατταλο Δ'...
Μεταπλάθοντας την ιστορία της Περγάμου, του «Ατταλου Γ'» και του «Ατταλου Δ'», ο Βάρναλης αποκρυπτογράφησε τη μακραίωνη εξάρτηση του τόπου μας. Κατήγγειλε την «ιδεολογία» και τους φορείς της εθνικής υποτέλειας και της στήριξης του ιμπεριαλισμού. Εξευτέλισε τα σκιάχτρα και τους μύθους που διαιωνίζουν την αντιλαϊκή εξουσία και κρατούν ναρκωμένο το λαό. Την εξουσία που υπηρετούν σα σερπετά και άνθρωποι της τέχνης, της επιστήμης, της διανόησης. Η Εκκλησία και οι κρατικοί μηχανισμοί καταπίεσης του λαού. Το έργο του μιλώντας, ουσιαστικά, για τη νεότερη Ιστορία μας, καυτηρίαζε, εμμέσως, όλους τους εξουσιαστές, εκμεταλλευτές και προδότες του λαού, τονίζοντας την ευθύνη του λαού, που «μοιραίος» κι «άβουλος» τους ανέχεται..
Ανάμεσα στα πρόσωπα του έργου είναι κι ένας τρελο-φιλόσοφος («προσωπείο» του Βάρναλη). Τούτος ο «τρελός» ξεστομίζει τις πιο επικίνδυνες αλήθειες. Ο Βάρναλης δεν έχει αυταπάτες. Ο φιλόσοφος δε θα κάνει την επανάσταση, αλλά ξέρει πως η επανάσταση είναι έργο του λαού και για το λαό.
Στον πρόλογο του έργου οι εκπρόσωποι του σκλάβου λαού (ο Γραμματιζούμενος, ο Φοβιτσιάρης, ο Χωρατατζής), τραγουδώντας αναρωτιούνται: «Ποιος θα μας σώσει; Ανατολή για Δύση; / Ποιος Ελληνας ή Βάρβαρος θεός; / Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει, / για πίσου θα γυρίζει ο παλαιός;».
Αλλά στο φινάλε του έργου στο παραπάνω τραγούδι των σκλάβων, ο τρελο-φιλόσοφος απαντά:
«Δε θα μας σώσει Ανατολή για Δύση, / μηδ' Ελληνες ή Βάρβαροι θεοί. / Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει / άμα ξυπνήσουν κάποτε οι λαοί».
Στο πρώτο διήγημα, μέσω του παρελθόντος χρόνου, λέει τσεκουράτες ιστορικές αλήθειες για τη σύγχρονη διαβρωμένη κοινωνία. Την κοινωνία του «ευνουχισμού», της «ύπνωσης» και της εκμετάλλευσης του λαού από διεφθαρμένους εξουσιαστές, βροντοφωνάζοντας στο λαό να «ξυπνήσει». Το διήγημα αυτό («έχει κομμουνιστικό χαρακτήρα», κατά τον κριτικό Ηλία Γκανούλη) θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «πρόλογος» όλου του πεζογραφικού έργου του. Το δεύτερο διήγημα, από τα ωραιότερα της διηγηματογραφίας μας, ξεσκεπάζει την καταδυνάστευση της ανθρώπινης και κοινωνικής ζωής - και της σάρκας - από τον ασκητισμό και την υποκρισία της Εκκλησίας. Το τρίτο διήγημα, «Οι φυλακές», καταγγέλλει την απάνθρωπη σύγχρονη κοινωνία που οδηγεί τον άνθρωπο στην απόγνωση και την τρέλα. Που τον καταντά ακόμα και φονιά. Το διήγημα διαδραματίζεται σε ένα νησί, με φυλακές, από τις προμήθειες της οποίας πλουτίζουν επιχειρηματίες, οι οποίοι όταν κινδυνέψουν τα οφέλη τους εξωθούν την απερίσκεπτη φτωχολογιά του νησιού να ανάψει φωτιά και να κάψει ζωντανούς τους πεντακόσιους κρατούμενους της φυλακής.
Διαφορετικός από τον αρχαίο φιλόσοφο ο βαρναλικός Σωκράτης βρίσκεται αντιμέτωπος με την αλήθεια. Ηδη καταδικασμένος να πιει το κώνειο, κάνει την απολογία του - την τελευταία ομιλία του - μπροστά σε δικαστές κοπρόσκυλα, στους δόλιους κατηγόρους του - Μέλητο, Ανυτο, Λύκωνα - και σε ένα αποχαυνωμένο πλήθος, που τάχα αποτελεί την «κοινή γνώμη». Ο βαρναλικός Σωκράτης, απολογούμενος, μην έχοντας τίποτα άλλο να χάσει, «ανακαλύπτει» και «αποκαλύπτει» την αλήθεια, το νόημα και σκοπό που θα έπρεπε να έχει η ανθρώπινη ζωή. Παραδέχεται σαν λάθος του την ιδεαλιστική του φιλοσοφία και την απαρνιέται. Κατηγορεί τους διεφθαρμένους εκπροσώπους της κοινωνίας αυτής, την τυφλή δικαιοσύνη της, τους άρχοντες που δυναστεύουν το λαό, τη θρησκοκαπηλία, την υποταγμένη διανόηση, αλλά και το λαό για την παθητικότητα και μοιρολατρία του, ενώ μόνο αυτός πρέπει και μπορεί να ανατρέψει όλη την κόπρο του Αυγείου, για να γίνει πραγματικά δική του αυτή η πατρίδα, δικά του τα αγαθά που αυτός παράγει και «μαζεύονται σε λίγα χέρια», για να γίνουν «όλος ο εαυτός του κι η ψυχή του δικά του».
Το 1946 δημοσιεύει στον «Ριζοσπάστη» το πεζογράφημα «Το ημερολόγιο της Πηνελόπης». «Συνέχεια», κατά κάποιο τρόπο, της «Αληθινής απολογίας του Σωκράτη», το έργο αυτό προσεγγίζει το μυθιστορηματικό είδος. Η βαρναλική Πηνελόπη είναι διαφορετική από τη μυθολογική. Οχι όμως φαντασιακή. Ο Βάρναλης και με αυτό το έργο συνθέτει μια αλληγορική σύγχρονη πολιτική σάτιρα. Βασιζόμενος σε διάφορες «θαμμένες» ιστορικο-αρχαιολογικές πηγές, τοποθετεί την Πηνελόπη στην πραγματική θέση της. Δεν είναι μόνο μια γυναίκα περιτριγυρισμένη από «μνηστήρες», του κρεβατιού και της εξουσίας. Είναι μια βασίλισσα που ασκεί εξουσία δικτατορικά. Καταδυναστεύει το λαό της και τους γειτονικούς λαούς. Και για να ενισχύει την εξουσία της δέχεται κοντά της ένα «γουρούνι», μεταμορφωμένο από την Κίρκη σε άνθρωπο - τον Ψευτοδυσσέα - που παρουσιάζεται ως ο αληθινός, ενώ εκείνη ξέρει ότι ο άντρας της πέθανε και ότι αυτός είναι ψεύτικος.
Στη διάρκεια της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης γράφει τους «Δικτάτορες», που εκδόθηκαν το 1956. Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό έργο ιστορικού περιεχομένου, που αποσκοπούσε να διδάξει τον αγωνιστή κατά του φασισμού λαό μας, να τονώσει το φρόνημα και πάλεμα του λαού κατά της ξένης και ντόπιας βίας και τρομοκρατίας της δήθεν «δημοκρατικής» εξουσίας της αστικής τάξης. Πρόσωπα του έργου είναι κάμποσοι δικτάτορες που κυβέρνησαν τη Ρώμη, εκφυλίζοντας και το λαό τόσο που να θαυμάζει τα «θηρία του θρόνου και να διασκεδάζει με τα θηρία του αμφιθεάτρου».
Κλείνουμε αυτή τη σύντομη αναφορά στο πεζογραφικό έργο του Βάρναλη, με λίγα λόγια για ένα μικρό αλλά απαστράπτον, με το λογοτεχνικό κάλλος, «διαμάντι» του. Ο λόγος αφορά στο σύντομο διήγημα «Το κελάδημα της Τσίχλας», γραμμένο στην Κατοχή, εμπνευσμένο από ένα πραγματικό γεγονός της ΕΑΜικής Αντίστασης. Από μια οχτάχρονη παιδούλα, που πρόσφερε τη ζωούλα της θυσία στον απελευθερωτικό αγώνα. Ενα κοριτσάκι, σύνδεσμος μεταξύ των ανταρτών και του κατεχόμενου χωριού της. Μετέφερε σημειώματα, προδόθηκε, παραδόθηκε στους Γερμανούς κι αρνήθηκε να μιλήσει, επιλέγοντας περήφανα και συνειδητά - αυτή, ένα μικρό παιδί - το θάνατο κι όχι την προδοσία.