-- Γιατί τόσο βιαστικός; μου είπε, με φωνή ικετευτική.
-- Οχι, δε βιάζομαι! Αλλά για να μη σε ενοχλήσω...
-- Ελα, κάθισε, αν θέλεις. Μπορούμε να κουβεντιάσουμε...
-- Ευχαριστώ. Κάθισα στο χαμηλό σκαμνί.
-- Είσαι όμορφα εδώ, του είπα - πρέπει να νιώθεις...
-- Θα σου πω - με διέκοψε απότομα! Και συνέχισε:
«Θα κάνω μια εξαίρεση! Δε μιλώ παρά μόνο σε παιδιά, που είναι αθώα! Δεν ξέρω γιατί, μα θα μιλήσω σε σένα. Ακουσέ με. Μη με σταματάς για να με ρωτάς δικά σου. Θα σου πω όσα νιώθω πως θέλω να πω. Ακουσε. Και κάνε, ύστερα, όπως ορίζεις»!
Τον ακουγα. Είπα ένα ξερό «ναι» και σταμάτησα - τον κοίταξα στα μάτια. Ενιωθα πως ήταν αποφασισμένος να εκμυστηρευτεί. Και άρχισε πάλι:
«Εδώ σ' αυτό το καλύβι ζω τριάντα χρόνια. Ημουν πενήντα πέντε όταν ήρθα - τώρα είμαι ογδόντα πέντε. Ζω φυσική ζωή. Τρέφομαι με χόρτα, φρούτα, ελιές, λάδι, όσπρια. Κάπου - κάπου κανένα ψάρι. Είμαι πτυχιούχος της Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου, καθηγητής της Μέσης Εκπαίδευσης. Οταν ήμουν μαθητής μισούσα τα Μαθηματικά. Τα φοβόμουν, γιατί δεν τα καταλάβαινα. Ακουγα το πυθαγόρειο θεώρημα και δεν καταλάβαινα γρι! Κάποια χρονιά αλλάξαμε καθηγητή. Ο καινούργιος ήταν διαφορετικός. Τα απλοποιούσε. Τα έκανε κατανοητα! Κάποια μέρα το 'φερε η ανάγκη να πει το πυθαγόρειο θεώρημα κι αυτός. Εφτιαξε ένα ορθογώνιο τρίγωνο στον πίνακα, έβαλε τα γράμματα και έγραψε: (ΑΒ)2+ (ΑΓ)2= (ΒΓ)2. Δε σταμάτησε όμως, εκεί. Προχώρησε λίγο πιο πέρα. Σε κάθε πλευρά του τριγώνου σχημάτισε ένα τετράγωνο σχήμα έτσι (βλ.σχήμα).
Κάθισε λίγο σκεφτικός. Και συνέχισε:
«Αν σου πω για τη ζωή μου, μπορεί να σε κουράσω ανώφελα. Τι νόημα θα 'χει να σου πω πόσα βάσανα πέρασα! Μήπως είμαι ο μόνος; Θα σου πω, όμως, άλλα. Θα σου πω αυτά που πιστεύω, που κατάλαβα, που νομίζω πως έχουν κάποιο νόημα. Για μένα. Εσύ, ο καθένας, δεν ξέρω πώς και τι βλέπει. Ούτε έχω απαίτηση να μου πει ο καθένας ή να ακούσει τις δικές μου συμβουλές. Τότε, θα πεις, γιατί σου τα λέω; Ε, μήπως είναι χρήσιμα για κάποιους. Μόνο γι' αυτό!... Και φυσικά, δεν είναι σοφίες δικές μου. Διαβάσματα είναι. Το μόνο δικό μου είναι πως όταν τα διάβαζα και τα σκεφτόμουνα ήμουνα σύμφωνος. Δεν είχα αντίρρηση. Ελεγα συχνά: έτσι το βλέπω κ' εγώ!
Διάβασα, λοιπόν, διάφορα. Οχι συστηματικά, για να γίνω ειδικός επιστήμονας. Μόνο για να μπορώ να σκέφτομαι! Εχω τη γνώμη πως το καλύτερο όπλο - χάρισμα για τον άνθρωπο είναι η σκέψη. Πρέπει να σκέφτεται το καθετί. Είτε από μόνος του είτε και με αφορμή αυτά που ακούει, βλέπει ή διαβάζει. Εγώ έμαθα κάπως να σκέφτομαι. Διαβάσματα πολλά δεν έκανα. Αλλά ό,τι διάβαζα το περνούσα από την κρίση μου. Δε δεχόμουν τίποτα αβασάνιστα. «Μα, το λέει ο Αϊνστάιν» μού 'λεγε κανείς. Δεν πειράζει, έλεγα. Μπορώ και πρέπει να το σκεφτώ κ' εγώ! Διάβασα κάποιους Προσωκρατικούς φιλόσοφους, όπως τους λένε. Τον Ηράκλειτο! Αυτός ήταν ένα αθώο παιδί σ' όλη τη ζωή του! Προσπάθησα να ακολουθήσω τον τρόπο ζωής του. Δεν είναι εύκολο. Επειτα με συνεπήρε ο Επίκουρος. Μ' αυτόν ελευθερώνεται ο άνθρωπος από τα μικρά πάθη. Είναι όμως, άγνωστος! Δε συμφέρει να γίνει γνωστός. Μην ψάχνεις. Η ανθρωπότητα, αιώνες τώρα, ζει μέσα σε ένα αδιόρατο πλέγμα φοβίας. Δεν ξέρω αν ήταν πάντα έτσι. Τώρα ο φόβος - ένας απροσδιόριστος, διάχυτος φόβος - κυριαρχεί στη ζωή των ανθρώπων. Δεν είναι μόνο φόβος για το θάνατο. Είναι κάτι γενικό, ακαθόριστο. Πάντως, ο φόβος του θανάτου κυριαρχεί. Πιστεύω πως πολλοί τον ξεπερνούν ατενίζοντάς τον με γενναιότητα! Μόνο έτσι νικιέται αυτός ο φόβος. Βλέπεις τους πρώτους Χριστιανούς! Ατρόμητοι στα βασανιστήρια! Μέχρι θανάτου! Τους ήρωες των λαών, που μάχονται για ιδανικά. Δες αυτούς που βασανίστηκαν και πέθαναν στα ξερονήσια ή στα σκοτεινά μπουντρούμια. Γενναίοι! Αφοβο το μάτι τους!
Αν και Μαθηματικός, περισσότερο με συγκινούσε η Ιστορία. Χωρίς αυτή μοιάζουμε τυφλοί. Το ξέρουν καλά εκείνοι που τη διαστρεβλώνουν! Εγώ μπόρεσα να διαβάσω κάποια πράγματα. Δοκίμασα βαθιά απογοήτευση για τη λεηλασία σε βάρος του κόσμου! Πιστεύω πως οι πολλοί ζούνε στο σκοτάδι της αμάθειας. Και ρίχνονται στη μάχη να θησαυρίσουν! Χωρίς να λογαριάζουν το πώς! Είναι και μερικοί που βασανίζονται από φοβερή ανασφάλεια και γραπώνονται από τα πλούτη για να σωθούν! Στο βάθος είναι δυστυχισμένοι. Το κακό, όμως, είναι ότι κάνουν δυστυχισμένους και τους άλλους... Η αμάθεια, η επιφανειακή θεώρηση των πραγμάτων δημιουργεί αυτούς τους πανικόβλητους. Και ύστερα, μπαίνει στο παιχνίδι αυτό ολόκληρο το σύστημα. Γιατί το βολεύει να υπάρχουν στον κόσμο στρατιές ανθρώπων που βασανίζονται από το φόβο, την ανασφάλεια. Αυτά τα περιδεή ανθρωπάρια μπορείς να τα κρατάς σε αιώνια δουλεία, σε μακροχρόνια υποτέλεια! Τέτοιους μηχανισμούς στήνει το σύστημα. Και οι πολλοί παγιδεύονται. Μπαίνουν μέσα στα γρανάζια. Κι αυτό δουλεύει. Δουλεύει με τις σάρκες των φοβισμένων. Φοβάται μόνο τους Αντάρτες! Μα πού να βρεθούν; Και οι λίγοι που κατά καιρούς παρουσιάζονται συκοφαντούνται. Με όλα τα μέσα. Μεθοδικά, ύπουλα. Τόσο ύπουλα που δύσκολα διακρίνει κανείς πού τελειώνει η αλήθεια και πού αρχίζει το ψέμα. Και για να γίνουν πιστευτά τα πολλά ψέματα, λένε και κάποιες ολοφάνερες αλήθειες. Ετσι παγιδεύουν τους ανυποψίαστους. Παράλληλα, καλλιεργούν τους φόβους, τις προτροπές για υπακοή, τα κηρύγματα για πειθαρχία και για «κοίταγμα της δουλειάς σου»!
Σταμάτησε λίγο, ήπιε δυο γουλιές νερό και συνέχισε: «Μπορείς να γίνεις Αντάρτης; Σου λένε πως δε μπορείς! Γιατί ξέρουν πολύ καλά πως μόνο έτσι μπορεί να σωθεί ο κόσμος. Χωρίς αντάρτες, τίποτα δεν έγινε και δε γίνεται στον κόσμο. Μονάχα οι αντάρτες ανοίγουν δρόμους. Οι αντάρτες της ζωής, γενικά. Οι άλλοι, οι συμβιβασμένοι σε όλα, σέρνουν τα βήματα στα βαλτονέρια της μικρότητας. Αξιοθρήνητοι. Κι όσοι είναι βυθισμένοι στα υλικά "πλούτη", φαντάζουν σαν σκαθάρια που κουβαλούν σβόλους από σκατά!! Θύματα του οργανωμένου κακού! Ψάξε για όρθιες συνειδήσεις. Δεν υπάρχουν. Ρημαδιό! Το δρεπάνι της ωμής δύναμης των αλαζόνων, των αμαθών, θερίζει. Με όλους τους τρόπους. Και τρέμει μόνο τις σφιγμένες γροθιές. Μόνο εκείνους που είναι αποφασισμένοι να πεθάνουν. Γιατί αυτοί δε συμβιβάζονται. Δεν πτοούνται. Ξέρουν πως θα πεθάνουν κάποτε. Και προτιμούν να πεθάνουν μια φορά γενναία και τίμια παρά να σέρνονται μια ζωή ζωντανοί - νεκροί! Τι θα ήταν η Επιστήμη, η Τέχνη, η Φιλοσοφία, η Ιστορία, η Ζωή χωρίς αντάρτες; Τι θα ήταν ο κόσμος χωρίς τον Προμηθέα Δεσμώτη; Χωρίς το Θουκυδίδη; Χωρίς τον Αριστοφάνη;
Ολη η διαφθορά του κόσμου έχει πηγή της την αμάθεια και την ολιγαρχία του υλικού πλούτου. Γι' αυτό δε θα δίσταζα να εξαφανίσω όλους τους δυνατούς του υλικού πλούτου με τον πιο βάρβαρο τρόπο. Θα τους πότιζα βρασμένο χρυσάφι. Το βρίσκω βάρβαρο. Μα πιο βάρβαρο βρίσκω την εξόντωση όλων των λαών της γης από πείνα! Αυτοί οι λαοί που ξεκληρίζονται, που βασανίζονται και πεθαίνουν από πείνα, δεν είναι κοτόπουλα! Δεν είναι σκουλήκια για να τα πατάνε οι μεγιστάνες της δύναμης του πλούτου! Γι' αυτό οργίζομαι!».
Ηπιε πάλι δυο γουλιές νερό. Και συνέχισε χαμηλόφωνα:
«Δεν πιστεύω κανένα Θεό απ' αυτούς που φτιάξανε οι κάθε λογής παπάδες. Το τι μπορεί να κρύβει ο απλός ή διανοούμενος μέσα στη σκέψη του, το αφήνω γι' αυτόν. Είναι δικαίωμά του. Τους Θεούς του εμπορίου τους αρνούμαι! Σκέφτηκες ποτέ πόσοι και πόσο κάνουν εμπόριο τα ιερά και τα όσια; Να, σκέψου: ένα κερί που στοιχίζει δέκα δραχμές, μπορεί να πουληθεί χίλιες! Το πιο απλό, λέω. Τα άλλα φαντάσου τα... Το Θεό των δεσποτάδων τον αρνούμαι. Αναμφισβήτητη απόδειξη της ανυπαρξίας του θεωρώ τη ζωή των ιεραρχών της Εκκλησίας! Αν δεν είχαν τη βεβαιότητα πως «... ουκ έστι Θεός» δε θα διέπρατταν όσα ανόσιά τους ξέρουμε και - προπαντός - δεν ξέρουμε. Γιατί θα ήσαν τα πρώτα θύματα για τη φοβερή κόλαση του Θεού τους. Αφού τα πράττουν, είναι βέβαιοι για την ανυπαρξία του. Εχε υπομονή. Σε κούρασα, ε;
-- Οχι, είπα, καθόλου.
-- «Κλέφτης ή κλεφταποδόχος δε θα μπορούσα να γίνω ποτέ για υλικά "αγαθά". Εκτός από τα εκκλησιαστικά. Γιατί όλα τα εκκλησιαστικά "αγαθά" - με τον ένα ή τον άλλο τρόπο - είναι προϊόντα κλοπής. Δυο φορές, που μου δόθηκε ευκαιρία, έκλεψα εκκλησιαστικά πράγματα. Μια φορά στη Γενεύη και μια φορά στο Τορόντο. Μια θεία Λειτουργία και μια Καινή Διαθήκη...
Σκέφτηκα σε όλη μου τη ζωή, αν είναι σοφό που ο άνθρωπος είναι πεπερασμένος. Δεν μπορώ να πω ναι ή όχι. Μπορώ, όμως, να πω πως είναι σοφότατο, που είναι όλοι οι άνθρωποι πεπερασμένοι... Τα λεγόμενα μεγάλα αγαθά, όπως το Δίκαιο, η Ηθική, η Πολιτική, η Θρησκεία, στην πράξη είναι ανυπόστατα! Το αποδεικνύει το γεγονός πως οι δήθεν εκφραστές και λειτουργοί τους τα ποδοπατούν βάναυσα! Δε συμμερίζομαι τη σεμνότυφη ηθική της θρησκείας. Ηθικό και αληθινό είναι ό,τι είναι ανθρώπινο. Τις πατρίδες των εθνικισμών και τα ρατσιστικά σύμβολα - κάθε είδους - τα θεωρώ ολέθρια. Μεγάλους θεωρώ μονάχα μερικούς αφανείς εργάτες του πνεύματος που πασκίζουν ν' αλλάξει η μοίρα αυτού του κόσμου. Και, φυσικά, αυτοί ποτέ δεν ονομάζονται μεγάλοι!
Είμαι πολίτης του Κόσμου. Πιστεύω στον άνθρωπο. Θεωρώ πρώτη αρετή τη δικαιοσύνη. Πιστεύω πως ο έρωτας είναι πηγή δημιουργίας. Φοβάμαι την υποκρισία των απαίδευτων ανθρώπων. Με εξοργίζει η ασυνέπεια λόγων και έργων. Τη φτώχεια των λόγων τη λογαριάζω πλούτο, αλλά τη φτώχεια των έργων τη θεωρώ πενία. Αν ο άνθρωπος δεν είναι αποφασισμένος για τα χειρότερα, δεν μπορεί να δώσει ποιότητα στη ζωή του. Θα είναι δεσμώτης της φαύλης πεζότητας. Βρίσκω πολύ σοφή την παλιά σκέψη πως ο άνθρωπος δεν ορίζει τίποτα περισσότερο από μια και μοναδική στιγμή! Είναι σοφό. Αλλά δεν το σκεφτόμαστε... Οχι για να γίνουμε μοιρολάτρες, αλλά για να γίνουμε άνθρωποι! Σήμερα δεν είμαστε άνθρωποι. Η αλλοτρίωση έχει υπερβεί κάθε όριο. Το κακό δεν είναι η αλλοτρίωση, αλλά η έλλειψη επίγνωσης της αλλοτρίωσης που μαστίζει την ανθρωπότητα. Και το ακόμα χειρότερο, η άγνοια της πηγής της αλλοτρίωσης. Γι' αυτό, μπροστά στο δίλημμα: τι προτιμώ ανάμεσα σε έναν σύγχρονο άνθρωπο και σ' ένα ζωάκι του λόγγου, κλίνω προς το δεύτερο. Γιατί είναι αυτό που είναι! Ο σημερινός άνθρωπος τι είναι;» Σταμάτησε πάλι. Με κοίταξε. Δυο γουλιές νερό και: «Ο Επίκουρος με 'μαθε να μη φοβάμαι το θάνατο."Οταν αυτός είναι παρών, εμείς λείπουμε - όταν εμείς υπάρχουμε, αυτός είναι απών", είπε. Γιατί, λοιπόν, ο φόβος; Αλλά και κάτι άλλο: το πιο βέβαιο πράγμα στη ζωή είναι ο θάνατος. Γιατί, λοιπόν, τόση ταραχή γι' αυτόν; Για άλλα έπρεπε να φοβάται ο άνθρωπος. Και να νοιάζεται. Γι' αυτά, όμως, αδιαφορεί.
Επρεπε να νοιαζόμαστε για τα βάσανα του κόσμου! Για την απανθρωπιά, την πείνα, την αθλιότητα. Για την παγκόσμια αδικία. Για την ευτέλεια, για την υποδούλωση στους έμπορους των ιδανικών. Για τα σκοτωμένα όνειρα των παιδιών!»
Σταμάτησε. Με κοίταξε κατάματα! Κ' έπειτα: «Πρέπει να πολεμήσουμε για την Οικουμένη. Δεν έχουμε πολιτισμό!... Εχουμε πολιτισμό για λιθοβολισμό! Κορδακιζόμαστε για τον πλούτο των αριθμών και αδιαφορούμε για την αθλιότητα των λαών. Η πιο αβάσταχτη δυστυχία είναι αυτή που υπάρχει, όταν ο πλούτος της γης πλεονάζει. Η πιο μεγάλη ερημιά είναι αυτή που νιώθεις μέσα στο αλλοτριωμένο μεγάλο πλήθος. Γι' αυτό αποσύρθηκα στην ερημιά...».
Σταμάτησε. Εσκυψε το κεφάλι για λίγο. Και μετά: «Κουβαλάω μέσα μου το κατακάθι απ' όσα πρωτόμαθα στραβά. Με καθηλώνουν. Μολύβια δεμένα στα πόδια μου. Φυλακισμένος αϊτός. Το μεγάλο κακό γίνεται στα μικρά χρόνια. Οπως και το καλό, αν τύχει στο δρόμο φωτισμένος συνοδοιπόρος. Κι αυτό το κακό το οργανώνουν πολύ μαστορικά οι "Ερινύες του Ολέθρου"! Μας λαβώνουν στα πρώτα βήματα. Και μας δίνουν ένα ζευγάρι δεκανίκια, για να στέκουμε στα πόδια και να τους υπηρετούμε».
Σταμάτησε πάλι. Εριξε τη ματιά στο άπειρο. Και πάλι: «Ο αγώνας δε γίνεται μονάχα για νίκες. Οι νικημένοι για ιδανικά έχουν πιο πολύ μεγαλείο, κάποιες φορές. Θα πεις: ρομαντικό! Ας είναι. Ετσι το νιώθω. Και έτσι στεριώνει ο άνθρωπος. Σε κούρασα. Μα ξέρω πως χαμένο δεν πάει τίποτα».
Με κοίταξε κατάματα. Υστερα χαμήλωσε το κεφάλι κ' έμεινε ώρα πολλή σκεφτικός. Σήκωσε πάλι το κεφάλι και με κοίταξε. Ηταν δακρυσμένος!
-- «Δε δακρύζω για μένα! Δακρύζω για την ανημπόρια μου να λευτερώσω τη γη απ' τα δεινά!..».
Ηταν ηλιοβασίλεμα. Το πιο ματωμένο που έχω δει στη ζωή μου!...