Στα 25 εκατομμύρια επίσημα οι άνεργοι και οι υποαπασχολούμενοι
Με επίκεντρο, λοιπόν, το «χρέος», οι μάχες χαρακωμάτων είναι συνεχείς στην Ουάσιγκτον, καθώς η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία αρνείται να εγκρίνει την πάγια ακολουθούμενη πολιτική, δηλαδή την αύξηση του ανώτατου ορίου του χρέους που υποβλήθηκε προς έγκριση από την κυβέρνηση του Προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
Οι γερουσιαστές και των δύο κομμάτων «αναγνωρίζουν» το μέγεθος του προβλήματος, και, όπως λένε, δε θα επιτρέψουν να επέλθει κατάρρευση. Παρ' όλα αυτά, προσπαθούν να πείσουν για τις μάχες που δίνουν, με τους Ρεπουμπλικάνους να «εκβιάζουν», λέγοντας πως δε θα υπερψηφίσουν την αύξηση του ορίου δανεισμού, αν η κυβέρνηση δε συμφωνήσει στην περικοπή 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων μες στην επόμενη δεκαετία. Σπεύδουν τα παγκόσμια ΜΜΕ να διασπείρουν αφειδώς τους φόβους που ελλοχεύουν εάν δεν υπερψηφιστεί η αύξηση του ορίου μέχρι τις 2 Αυγούστου, γεγονός που θα σημάνει ότι οι ΗΠΑ θα προχωρήσουν σε αναγκαστική «στάση πληρωμών». Δηλαδή, δε θα πληρώνουν τους τόκους σε όσους κατέχουν ομόλογα του δημοσίου - κατά βάση στην Κίνα - μια προοπτική που ίσως δεν είναι τόσο αρνητική όσο αφήνουν να φαντάζει... Συνεχίζουν, όμως, οι «αναλυτές» ότι οι πιστωτικές αγορές θα συρρικνωθούν και τα χρηματιστήρια θα σημειώσουν πτώση. Συνεπώς, θα επιστρέψει η οικονομική «ύφεση», λες και έχει φύγει ποτέ, ενώ τα επιτόκια θα αυξηθούν σε όλους τους τομείς, ακόμη και στα πιο μικρά καταναλωτικά δάνεια.
Η «συναίνεση» οικοδομείται αργά και βασανιστικά, ώστε να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις ειδικά για τον Πρόεδρο Ομπάμα που βλέπει ότι η κατάσταση πριονίζει τις δυνατότητές του να επανεκλεγεί. Ετσι, ο αντιπρόεδρος Τζόζεφ Μπάιντεν μετά την ολοκλήρωση του πρώτου γύρου των «επίπονων συνομιλιών», την περασμένη Τρίτη, με τους εκπροσώπους του Κογκρέσου, ανακοίνωσε ότι ήδη έχει υπάρξει μια πρώτη συμφωνία για περικοπές «πάνω από ένα τρισεκατομμύριο δολάρια» στον προϋπολογισμό, πριν την 4η Ιουλίου, οπότε και το Κογκρέσο κάνει θερινή παύση. Εννοείται ότι τεχνηέντως δεν διευκρινίζει πού ακριβώς θα είναι οι περικοπές αν και όλοι γνωρίζουν.
Η κυβέρνηση Ομπάμα αντιμετωπίζει, αυτό που παρουσιάζουν ως «κρίση χρέους», απότοκο της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης με τέτοιο τρόπο, ώστε να προστατευτεί το κεφάλαιο και το μάρμαρο να πληρώσουν τα λαϊκά στρώματα. Διοχέτευσε αποκλειστικά σχεδόν τα ομοσπονδιακά κονδύλια, για να διασώσει το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, αλλά και εταιρείες μεγαθήρια όπως η General Motors, η οποία χρησιμοποίησε τα κονδύλια για να κλείσει μονάδες, απολύοντας εργαζόμενους, αλλά και να διαλύσει τα συνταξιοδοτικά προγράμματα των εργαζομένων, ειδικά των μεγαλύτερης ηλικίας. Συνέχισε τη χρηματοδότηση των πολιτειών που προωθούσαν προγράμματα περικοπών και σωρεία ρατσιστικών και αντεργατικών νόμων και εξαπέλυαν ανηλεείς επιθέσεις ειδικά στην Παιδεία, απολύοντας χιλιάδες εργαζόμενους.
Στο όνομα της μείωσης της ανεργίας και της αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας, εξήγγειλε μια μεγάλη τονωτική ένεση στην οικονομία, ενώ ανακοίνωσε και τη σύσταση της συμβουλευτικής επιτροπής για τη δημιουργία θέσεων εργασίας που περιλαμβάνει αποκλειστικά μόνο τους θύτες, δηλαδή τα διευθυντικά στελέχη μεγάλων εταιρειών, όπως των T GE, Intel, Xerox, American Express, Southwest Airlines, DuPont, Eastman Kodak, Comcast, Facebook, τραπεζικών γιγάντων όπως Citigroup και UBS αλλά και μεγιστάνες όπως η χρηματιστήρια Πένυ Πίτζκερ, μεγαλοκαρχαρίες της αγοράς ακινήτων και βέβαια τις συμβιβασμένες ηγεσίες των αμερικάνικων συνδικάτων όπως ο πρόεδρος της Ενωσης Εργαζομένων στη Σίτιση - United Food and Commercial Workers Union, Τζόσεφ Τ. Χάνσεν και το Ρίτσαρντ Τρούμκα πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας AFL-CIO.
Τι έχει αποφέρει η πολιτική Ομπάμα όσον αφορά την αγορά εργασίας; Μετά την αρχική ευφορία περί κάμψης και τις αισιόδοξες προβλέψεις, η ανεργία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, αυξήθηκε στο 9,1% για το μήνα Μάη από 9% που ήταν τον Απρίλη. Αύξηση που συνδυάζεται με αύξηση των αστέγων, συνεχή μείωση του αριθμού των πλήρως απασχολούμενων με ικανοποιητικούς και επαρκείς μισθούς, πείνα και φτώχεια.
Συγκεκριμένα, οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων περί δημιουργίας 165.000 θέσεων εργασίας αποδείχθηκαν φρούδες ελπίδες καθώς δημιουργήθηκαν μόλις 54.000. Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι η πλειονότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν είναι χαμηλά αμειβόμενες, ενώ, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής (ΕΡΙ), αυξήθηκε και ο αριθμός των αναγκαστικά μερικά απασχολούμενων. Σε σύνολο, οι άνεργοι και οι υποαπασχολούμενοι, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, έχουν φτάσει τα 24,6 εκατομμύρια ή το 15,8% του ενεργού εργασιακού πληθυσμού. Εξάλλου, αύξηση σημειώθηκε και στο ποσοστό των χρόνια ανέργων, δηλαδή αυτών που δεν έχουν δουλειά περισσότερο από έξι μήνες που ανήλθε στο 45,1% του συνόλου των ανέργων από το 43,4% το μήνα Απρίλη, δηλαδή περί τα 6,2 εκατομμύρια. Η ανεργία πάντως έχει και πιο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, καθώς το ποσοστό ανεργίας μεταξύ των Αφροαμερικανών και των ισπανόφωνων ήταν υψηλότερο από το επίσημο 9,1%, αφού κυμάνθηκε στο 16,2% για τους Αφροαμερικανούς και 11,9% για τους Ισπανόφωνους και μόλις 8,0% για τους λευκούς εργαζόμενους (αύξηση για όλους ωστόσο από την έναρξη της κρίσης καθώς ήταν 7,2%, 5,6% και 3,6% αντιστοίχως).
Ειδικά για τους Ισπανόφωνους θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα στοιχεία δεν είναι διόλου ενδεικτικά, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των 12 εκατομμυρίων «χωρίς χαρτιά» προέρχονται από χώρες της Κεντρικής και της υπόλοιπης Λατινικής Αμερικής. Η τύχη που επιφυλάσσεται και σε αυτούς είναι ανάλογη και αποτυπώνεται με απόλυτη σαφήνεια στην προωθούμενη μεταρρύθμιση για το μεταναστευτικό.
Μια μεταρρύθμιση που κινείται στις κατευθύνσεις της κυβέρνησης του προκατόχου Τζορτζ Ου. Μπους. Η ουσία της είναι «η μεταρρύθμιση είναι καλή για την οικονομία και τις επιχειρήσεις», όπως τόνισε σε ομιλία του ο Πρόεδρος Ομπάμα, επιβεβαιώνοντας ότι στην προσπάθεια των ΗΠΑ να αναστυλώσουν την οικονομία, και μέρος αυτών των ενεργειών, εξαρτώνται άμεσα «από την υπευθυνότητα και την αξιοπιστία του μεταναστευτικού συστήματος». Διαβεβαίωσε, δε, ότι η κυβέρνησή του λαμβάνει πολύ σοβαρά την εφαρμογή των μεταναστευτικών νόμων και για το λόγο αυτό διοχέτευσε σημαντικό αριθμό κονδυλίων του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού για την ασφάλεια των συνόρων, δηλαδή την περαιτέρω στρατιωτικοποίησή του και για τον εκσυγχρονισμό και την αποτελεσματικότητα των διωκτικών αρχών. Εξάλλου, όπως τόνισε ο Πρόεδρος Ομπάμα από τα 10.000 μέλη που αριθμούσαν οι δυνάμεις φύλαξης των συνόρων το 2004 επί προεδρίας του το 2010 έφτασαν τους 20.700.
Σε αδρές γραμμές, τα βασικά στοιχεία της μεταρρύθμισης (DREAMAct ακρωνύμιο, ωστόσο που συνιστά και τη λέξη όνειρο, το αμερικανικό εννοείται...) που προωθεί η κυβέρνηση Ομπάμα προς έγκριση στο Κογκρέσο, πέντε μήνες μετά την απόρριψή της από τη Δημοκρατικά ελεγχόμενη Γερουσία, είναι:
Από τις κατευθυντήριες γραμμές του DREAM Αct αβίαστα προκύπτει ότι ο μετανάστης είτε σπουδάζει στο Χάρβαρντ είτε μαζεύει ντομάτες στην Καλιφόρνια αντιμετωπίζεται ως «μονάδα οικονομικής παραγωγής» και φυσικά ως αντικείμενο στυγνής εκμετάλλευσης. Διόλου παράξενο, δεδομένου ότι οι «αξίες» που θα πρέπει να σέβονται και να προασπίζονται οι μετανάστες που τόσες φορές ανέφερε ο Πρόεδρος Ομπάμα είναι οι καπιταλιστικές. Ωστόσο, το καινοφανές ίσως σε αυτή τη μεταρρύθμιση είναι ότι ευθαρσώς διατυπώνονται οι «προϋποθέσεις»: Επιστήμονες προς εκμετάλλευση που θα συμβάλουν σε αυτό που ο Πρόεδρος Ομπάμα πρόσφατα αποκάλεσε το όπλο των ΗΠΑ για τον 21ο αιώνα, δούλοι στην αγροτική παραγωγή ή κρέας για τις μηχανές του πολέμου σε μια χώρα που ο στρατός δεν είναι υποχρεωτικός και είναι μισθοφορικός.
Τώρα η αστική τάξη κινδυνεύει από τον ίδιο τον εαυτό της. Δεν υπάρχουν περιθώρια. Τα κυβερνητικά σχήματα πρέπει να είναι έμπειρα και αποφασισμένα να επιβάλουν στο λαό τα κελεύσματα της ντόπιας και ξένης εταιρικής καπιταλιστικής ολιγαρχίας που εμφανίζεται στο πρόσωπο της τρόικας. Αυτό είναι το νόημα του κυβερνητικού ανασχηματισμού. Εδώ οφείλονται οι ταλαντεύσεις και η φαινομενική δυστοκία του εικοσιτετραώρου.