ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 29 Οχτώβρη 2011 - Κυριακή 30 Οχτώβρη 2011
Σελ. /16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΠΑΝΟΣ ΑΡΑΒΑΝΤΙΝΟΣ
Διεθνούς φήμης «θεμελιωτής» της ελληνικής σκηνογραφίας

Σχέδια κοστουμιών
Σχέδια κοστουμιών
Υπήρξε ο «θεμελιωτής» της ελληνικής σκηνογραφίας στην «αυγή» του 20ού αιώνα. Η φήμη του ως πρωτοπόρου δημιουργού έφτασε και στο εξωτερικό. Τελικά, τον κέρδισε η Γερμανία, όπου με τις σκηνογραφίες σε 110 παραστάσεις όπερας, οπερέτας, μπαλέτου και πρόζας, από το 1917 μέχρι το 1930, έγινε διάσημος, διεθνώς. Αναφερόμαστε στον ζωγράφο και σκηνογράφο Πάνο Αραβαντινό (1884 - 1930). Το όνομα του Αραβαντινού και η φήμη του σπουδαίου έργου του αποτελούν ένα μεγάλο και περιφανή «μύθο» του νεοελληνικού θεάτρου. Ομως, το έργο του - αυτό καθ' αυτό - παραμένει άγνωστο - και στους ανθρώπους του ελληνικού θεάτρου. Αγνωστο, γιατί και το «Μουσείο Πάνου Αραβαντινού», που διαθέτει 1.300 έργα του μεγάλου δημιουργού, στεγάζεται σε χώρο του πολύπαθου, μακρόχρονα εγκαταλειμμένου και κλειστού Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, όπου είναι τοποθετημένο - μάλιστα με λάθος τρόπο - μόνο το 1/3 από τα 1.300 έργα.

«Γνωριμία» με τη ζωή και το πλούσιο έργο αυτού του δημιουργού, που στη Γερμανία χαρακτηριζόταν ως «ένας από τους σημαντικότερους, διεθνώς, σκηνογράφους» της εποχής του, προσφέρει η πρώτη (στην ελληνική βιβλιογραφία) πλήρης βιοεργογραφική και κριτική μελέτη της ιστορικού της Ευρωπαϊκής Ιστορίας και της Ιστορίας της Τέχνης, Φωφώς Μαυρικίου «Πάνος Αραβαντινός». Μια ογκώδης μελέτη (645 σελίδων, έκδοση του Μουσείου Μπενάκη), που εξαρχής επισημαίνει ότι, «περισσότερο από δέκα χρόνια μετά το θάνατο του Π. Αραβαντινού, οι σκηνογραφίες του εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούνται σε γερμανικά και άλλα ευρωπαϊκά θέατρα».

Η ζωή, οι σημαντικοί σταθμοί και η πορεία του σκηνογράφου υπήρξαν επί δεκαετίες αντικείμενο μελέτης της Φ. Μαυρικίου. Μετά από έρευνα σε μουσεία, αρχεία και θέατρα κυρίως της Γερμανίας συγκέντρωσε ανεκτίμητο υλικό, το οργάνωσε και το χρονολόγησε σωστά. Μακέτες κοστουμιών και σκηνικών συνοδεύονται από φωτογραφίες παραστάσεων - όπου βρέθηκαν - εμπλουτίζοντας τη γνωριμία των καλλιτεχνών του ελληνικού θεάτρου με το έργο του Αραβαντινού, καθώς αποκαλύπτουν τον τρόπο υλοποίησης της κάθε σκηνογραφικής δημιουργίας του. Στον τόμο περιλαμβάνεται, επίσης, η αλληλογραφία του σκηνογράφου, όσες κριτικές μπόρεσαν να συγκεντρωθούν από τον γερμανικό Τύπο της εποχής, ενώ σε συνοδευτικό cd-rom δίδεται κατάλογος του σκηνογραφικού του έργου.

Σκηνογράφησε το «Ξιφίρ Φαλέρ»

Μακέτα σκηνικού του Π. Αραβαντινού για το έργο «Cavalleria Rusticana» του Pietro Mascagni που ανέβηκε στο Βερολίνο το 1928
Μακέτα σκηνικού του Π. Αραβαντινού για το έργο «Cavalleria Rusticana» του Pietro Mascagni που ανέβηκε στο Βερολίνο το 1928
Γεννημένος στην Κέρκυρα, αλλά μεγαλωμένος στην Αθήνα, ο Π. Αραβαντινός ξεκίνησε τις σπουδές του, παρακολουθώντας τα νυχτερινά μαθήματα ζωγραφικής στο Πολυτεχνείο. Ακολουθούν σπουδές στη Βασιλική Ακαδημία Εικαστικών Τεχνών στο Βερολίνο, από όπου αποφοιτά, αποσπώντας το χρυσό βραβείο. Σπουδές έκανε και στο Παρίσι, όπου γνωρίζεται με τον Δημήτρη Γαλάνη, ο οποίος μεσολαβεί για τη δημοσίευση γελοιογραφιών του σε γαλλικά περιοδικά. Το 1908 επιστρέφει στην Αθήνα. Γνωρίζεται με τον συνθέτη Σπύρο Σαμάρα. Φιλοτεχνεί σκηνικά και κοστούμια για διάφορες παραστάσεις. Μεταξύ άλλων και της θρυλικής επιθεώρησης «Ξιφίρ Φαλέρ». Φιλοτεχνεί τα σκηνικά και κοστούμια για τρεις οπερέτες, σε μουσική του Σπ. Σαμάρα (τα σκηνικά για την οπερέτα του Σαμάρα «Πόλεμος εν πολέμω» κατασκευάστηκαν στη Γερμανία, προκαλώντας το θαυμασμό των Γερμανών).

Το 1910 βραβεύεται για το έργο του «Η προσκύνηση των μάγων» στο Διαγωνισμό των Ακαδημιών Βερολίνου και Μονάχου. Το 1912 μάχεται στο μέτωπο των Βαλκανικών Πολέμων, ενώ του ανατίθεται να σχεδιάσει τις στολές του ελληνικού στρατού. Το 1914 φιλοτεχνεί τα σκηνικά για την παράσταση του Συλλόγου Ερασιτεχνών Θεάτρου «Ζωντανές εικόνες».

Κορυφαίες δημιουργίες στο γερμανικό θέατρο

Ο Πάνος Αραβαντινός (αυτοπροσωπογραφία)
Ο Πάνος Αραβαντινός (αυτοπροσωπογραφία)
Καθώς η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα τον «απωθεί», καταφεύγει στην Ελβετία, όπου βιοπορίζεται ως ζωγράφος πορτρέτων. Το 1917 εγκαθίσταται στη Γερμανία. Η Οπερα του Μονάχου προκηρύσσει διαγωνισμό για τα σκηνικά της όπερας του Γιόχαν Στράους «Γυναίκα χωρίς σκιά». Ο Αραβαντινός τολμά να διαγωνιστεί - παρότι μετέχουν φημισμένοι Γερμανοί σκηνογράφοι - και κερδίζει το Α' βραβείο. Εκτός από τα σκηνικά αυτού του έργου, που αποτέλεσε μεγάλο και καθοριστικό «σταθμό» στη σκηνογραφική - ενδυματολογική δημιουργία του (δημιουργία που του προσέδωσε κύρος ισάξιο με του Στράους), σκηνογράφησε και άλλες παραστάσεις της Οπερας του Μονάχου. Ακολούθησε η εγκατάστασή του στο Βερολίνο, όπου μεταξύ άλλων των λυρικών έργων σκηνογράφησε και τα «Ιπτάμενος Ολλανδός» και «Τριστάνο και Ιζόλδη».

Το 1921 το Κυβερνητικό Γραφείο Ευρεσιτεχνίας βραβεύει το αρχιτεκτονικό του σχέδιο για τα κρατικά θέατρα και τις αίθουσες συναυλιών και η Εθνική Οπερα Βερολίνου τον προσλαμβάνει ως καλλιτεχνικό διευθυντή της. Χάρη στον Αραβαντινό, η Εθνική Οπερα Βερολίνου προσλαμβάνει ως αρχιμουσικό της τον Δημήτρη Μητρόπουλο. Το 1926, ο Αραβαντινός τιμάται με τον τίτλο του «Καλλιτεχνικού Συμβούλου» των γερμανικών θεάτρων και του ανατίθεται η οργάνωση δικής του Σχολής Σκηνογραφίας, στα ατελιέ της Εθνικής Οπερας Βερολίνου. Η δράση του επεκτείνεται και σε θέατρα άλλων πόλεων της Γερμανίας, αλλά και της Βιέννης και του Λονδίνου.

Στο σκηνογραφικό λυρικό «ρεπερτόριο» του Π. Αραβαντινού περιλαμβάνονται διάσημες παραστάσεις της εποχής: «Χριστόφορος Κολόμβος» του Μιλό, «Η παρθένος της Ορλεάνης» του Σίλερ, «Οι γάμοι του Φίγκαρο», «Ντον Τζοβάνι», «Ο μαγικός αυλός» του Μότσαρτ, κ.ά. Αισθητικά επηρεασμένος, κυρίως, από τη Ρωσική Πρωτοπορία, από το γερμανικό εξπρεσιονισμό, αλλά και με στοιχεία της αρχαιοελληνικής αρχιτεκτονικής, γλυπτικής και ζωγραφικής, ο Αραβαντινός έπλασε τη δική του - πραγματικά πρωτοποριακού πειραματισμού - αισθητική φόρμα.

Ο Π. Αραβαντινός στο εργαστήριό του στο Βερολίνο
Ο Π. Αραβαντινός στο εργαστήριό του στο Βερολίνο
Ιστορικοί της Τέχνης θεωρούν ότι πολλές σημερινές σκηνογραφίες μοιάζουν «ξεπερασμένες» μπροστά στα έργα του Αραβαντινού και ότι οι Ελληνες σκηνογράφοι πολλά μπορεί να διδαχθούν από αυτόν τον «Πρωτέα» της σκηνογραφίας, όπως τον έχει χαρακτηρίσει η ιστορικός Τέχνης Μαριλένα Κασιμάτη.

Το 1927, το Εθνικό μας Θέατρο του ζητά τις γνώσεις του για τον τεχνικό εκσυγχρονισμό της σκηνής του. Ο Αραβαντινός ανταποκρίνεται, αλλά δεν πρόλαβε να συνεργαστεί και για τις παραστάσεις του Εθνικού Θεάτρου, λόγω του πρόωρου θανάτου του, από ιό της γρίπης, στο Παρίσι όπου βρισκόταν.

«Ομολογώ ότι την όπερα "Η γυναίκα δίχως σκιά" πήγαινα συχνά να τη δω, όχι για τη μουσική του Ρίχαρντ Στράους, αλλά για τις σκηνικές εικόνες του Αραβαντινού», έγραφε στις 2/12/1930 ο διάσημος Γερμανός μουσικολόγος και μουσικοκριτικός Αλφρεντ Αϊνστάιν, στις 2 Δεκεμβρίου του 1930, δύο μέρες πριν το θάνατο του σπουδαίου Ελληνα σκηνογράφου.

Ο ιστορικός της Τέχνης Γιούλιους Καπ θεωρούσε ότι το μεγάλο χάρισμα της δημιουργίας του Αραβαντινού στην όπερα ήταν ότι «μετατρέπει σε χρώμα και φως το ψυχικό περιεχόμενο της μουσικής».


Α. ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ